1920. Ο Σάββας Ατματζίδης, ένας νεαρός Κερασούντιος και φλογερός πατριώτης, έχει αποφασίσει να δολοφονήσει την «ύαινα της Κερασούντας», τον Τοπάλ Οσμάν. Ωστόσο όπως γίνεται συνήθως σ’ αυτές τις περιπτώσεις, υπάρχει προδότης και ο νεαρός δολοφονείται από τον ίδιο τον Τοπάλ Οσμάν.
Στο γεγονός αυτό υπάρχουν αναφορές τόσο στην ιστορική μονογραφία του Ιωακείμ Σαλτσή «Χρονικά των Κοτυώρων – Από το 1914 έως το 1922», στα Χρονικά του Πόντου, στο τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 1946 όσο και στο μνημειώδες έργο Γη του Πόντου του Τραπεζούντιου δημοσιογράφου και θεατρικού συγγραφέα Δημήτρη Ψαθά.
Ο Ψαθάς έχει περισσότερες πληροφορίες επικαλούμενος τον Ιωάννη Παπαδόπουλο που με τη σειρά του έχει στηριχθεί σε στοιχεία των Γεωργίου Βαλαβάνη και Γεωργίου Βιολάκη (Βαλαβάνης, Γ.Κ., Βιολάκης, Γ.Κ. (1925). Σύγχρονος Γενική Ιστορία του Πόντου, Αθήναι, Παμπροσφυγική).
Ας δούμε πώς αποτυπώνουν τα όσα έγιναν τότε οι δύο συγγραφείς…
∴
«Μια παρένθεση»
Ιωακείμ Σαλτσής
Μέσα στο 1920 ένας αποφασιστικός Κερασούντιος νέος, κάποιος Ατματζίδης, είχε αποφασίσει να δολοφονήσει τον Τοπάλοσμαν, για να απαλλάξει την Κερασούντα –και, πρόσθεσε, όλον τον Πόντο– απ. αυτόν τον Κτηνάνθρωπο.
Κάποιο κάθαρμα πρόδοσε, δυστυχώς, τον Ατματζίδη, που ο Τοπάλ τον εκτέλεσε στη μέση της αγοράς.
Και μια φήμη επιμένει επίσης, πως, όταν ο Τοπάλ αναχώρησε από την Κερασούντα, τον Ιούνιο του 1921, για την Άγκυρα, όμιλος ζωντανών Ελλήνων νέων αποφάσισε να τον δολοφονήσει, δίνοντας τέρμα στα βάσανα του τόπου. Αποφασιστικοί πρόκριτοι, σε μυστική σύσκεψη, εγκρίνανε το σχέδιο. Η μικρή ομάδα, πριν ακόμα ξεκινήσει, πήρε θέση σε στενή διάβαση, στα μεθόρια του Καραχισάρ. Ο όλεθρος του θηρίου ήτανε –κατά τη φήμη πάντα– σχεδόν βέβαιος. Μαζί κ’ η απαλλαγή του Ελλην. στοιχείου της Κερασούντας και τόσων άλλων μερών του Πόντου από την καταστροφική επιδρομή και καταδρομή του.
Μα οι πρόκριτοι –λέει η φήμη– σύντομα ξαναπέσανε στη συνετή… δειλία, γνώρισμα του πλούτου σε περιστάσεις παρόμοιες. Με μήνυμα κ’ έκκλησή τους κ’ επισείοντας το φάσμα ολοκληρωτικής καταστροφής των Ελλήνων της Κερασούντας από αντεκδικήσεις, που θα επακολουθούσαν, δήθεν, διαλύσανε την ομάδα. Και ο Τοπάλ πέρασε σώος. Κι’ ανενόχλητος, ξαπόλυσε τον χαμό στους παραπέρα κάμπους.
Τι κρίμα! Αν η φήμη είναι πραγματικό γεγονός…
∴
«Η ύαινα της Κερασούντας»
Δημήτρης Ψαθάς
Μεταφέρω μερικές γραμμές απ’ το βιβλίο του Ιωάν. Παπαδόπουλου Σελίδες από την ιστορίαν της Κερασούντος και τα τερατουργήματα του αιμοσταγούς Τοπάλ Οσμάν.
Ανάμεσα στους νέους της Κερασούντας βρισκόταν κι ένας άντρας λεβεντόκορμος, που έδειχνε ν’ αψηφά τους Τούρκους –Σάββας Ατματζίδης τ’ όνομά του– από καιρό τον είχαν βάλει κι αυτόν στο μάτι. Αφήνω τους συμπατριώτες του Βαλαβάνη και Βιολάκη να μιλήσουν για την δραματική εξόντωσή του: «… Σπαρακτικωτάτη, γράφουν, απέβη η δολοφονία του Σάββα Ατματζίδου. Ολόκληρος αγέλη δολοφόνων επολιόρκησεν εν πλήρει ημέρα το κεντρικόν κατάστημα του Κ. Ατματζίδου, πατρός του θύματος, ζητούσα να συλλάβει τον νέον.
Το θύμα αντέστη γενναίως. Εν τω μεταξύ, η ατυχής οικογένεια του Ατματζίδου ειδοποιηθείσα έφθασεν εκ της οικίας της και μετά γοερών κραυγών παρενετέθη μεταξύ του θύματος και των φονέων, περιελισσομένη εκ περιτροπής οτέ μεν τον μελλοθάνατον, οτέ δε τους στυγερούς δολοφόνους. Ο νέος απήχθη, επί τέλους, εν μέσω των ολοφυρμών των οικείων του εις τον τόπον του μαρτυρίου. Εν τω μεταξύ Τούρκοι και Έλληνες συνεκεντρώθησαν πέριξ του καταστήματος του Ατματζίδου και εδημιουργήθη μέγας θόρυβος. Οι Τούρκοι έτριζαν τους οδόντας βλέποντες την αντίστασιν του νέου και παρώρμων τους δολοφόνους, ενώ οι Ελληνες, άνδρες και γυναίκες, εν μέσω σπαρακτικών οδυρμών, συνώδευαν αθελήτως τον ζωντανόν νεκρόν διά της αγοράς εις τον στρατώνα.
Τα παράθυρα των πέριξ χριστιανικών και τουρκικών οικιών ήσαν πλήρη περιέργων, εξ ων οι πλείστοι ώκτειραν τον απαγόμενον προς βεβαίαν σφαγήν ευσταλή νέον. Εν μέσω απεριγράπτου συγχύσεως και απειροπληθούς κόσμου, αδιακόπτως πλήττοντες δια των ακτηρίδων των όπλων των οι δήμιοι, τον έσυραν μέχρι της κεντρικής θύρας του στρατώνος, ενώ άλλοι εστράφησαν προς τον παρακολουθούντα λαόν, τον οποίον κτυπώντες δεξιά και αριστερά εφρόντιζον να διαλύσουν.
Αλλ’ η περιέργεια είναι κάποτε επικρατεστέρα του φόβου. Το πλήθος παρηκολούθει πανταχόθεν την σκηνήν και έβλεπε μετά τρόμου τας προπαρασκευάς των κακούργων δια την άφευκτον σφαγήν. Αι κραυγαί του θύματος, αγωνιζομένου εναντίον 20 περίπου δολοφόνων, ήσαν φρικαλέαι. Μετά κρατερόν αγώνα εντός της ισογείου φυλακής του στρατώνος οι βδελυροί δολοφόνοι εξήλθον εις την βρύσιν, η οποία ευρίσκεται εις τον περίβολον του στρατώνος και έπλυναν τας καθημαγμένας χείρας των ενώπιον του καταπλήκτου κόσμου».