Από τα πιο όμορφα και διαχρονικά τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας, ο «Αύγουστος» του Νίκου Παπάζογλου ξεχωρίζει όχι μόνο για τη μουσική του, αλλά και για την ιστορία που κρύβεται πίσω του. Το τραγούδι αυτό, με τη μελαγχολική του μελωδία και τους βαθιά ανθρώπινους στίχους, δεν γεννήθηκε από την επιδίωξη της επιτυχίας, αλλά από έναν συνδυασμό ανεκπλήρωτου έρωτα και δημιουργικής ανάγκης.
Η ιστορία πίσω από τον «Αύγουστο» αποκαλύπτει μια πλευρά του Νίκου Παπάζογλου που λίγοι γνώριζαν: τον άνθρωπο που αγαπάει με πάθος, αλλά προτάσσει την ακεραιότητα και την οικογένεια πάνω από τη στιγμή.
Η έμπνευση για τον «Αύγουστο» συνέπεσε με μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο στη ζωή του Παπάζογλου.
Ο μεγάλος σεισμός του 1978 στη Θεσσαλονίκη κατέστρεψε το σπίτι του, αφήνοντάς τον, τη γυναίκα του και τη νεογέννητη κόρη τους Αδελαΐδα σε μια κατάσταση ανασφάλειας και αναστάτωσης. Η οικογένειά του αναγκάστηκε να μετακομίσει προσωρινά στην Αμερική, ενώ ο ίδιος φιλοξενήθηκε στο σπίτι του φίλου του, του γνωστού μουσικοσυνθέτη Διονύση Σαββόπουλου, στο Πήλιο.
Η διαμονή στο Πήλιο αποδείχτηκε καθοριστική για τη δημιουργία του τραγουδιού. Ανάμεσα στα δάση, τα βουνά και τη γαλήνη της φύσης, ο Παπάζογλου γνώρισε μια γυναίκα που τον γοήτευσε αμέσως. «Μια πραγματική καλλονή», όπως θα τη χαρακτήριζε αργότερα ο ίδιος, η οποία τον έκανε να νιώσει έναν έντονο, σχεδόν ακαταμάχητο έρωτα. Όμως, αντί να ακολουθήσει τα πάθη του, αποφάσισε να απομακρυνθεί και να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να προστατεύσει το γάμο του. Η απόφαση αυτή δεν ήταν εύκολη.
Η απομάκρυνση από τη γυναίκα που τον είχε γοητεύσει έγινε πηγή βαθιάς μελαγχολίας, αλλά και έμπνευσης για το τραγούδι που θα ακολουθούσε.
Ο «Αύγουστος» γράφτηκε χωρίς ποτέ να καταγραφεί στο χαρτί. Ο Νίκος Παπάζογλου τον θυμόταν απ’ έξω, σαν να ήταν ένα κομμάτι του εσωτερικού του κόσμου που έπρεπε να μοιραστεί με μουσική. Στα τέλη της δεκαετίας του ’70, είχε δημιουργήσει στη Θεσσαλονίκη το πρώτο στούντιο ηχογραφήσεων, το θρυλικό «Αγροτικόν» στην περιοχή της Παπάφη. Εκεί, ένα βράδυ, καθισμένος μόνος με την κιθάρα του, άρχισε να δουλεύει τους στίχους και τη μελωδία ενός τραγουδιού που συνδύαζε τα δύο πιο σημαντικά γεγονότα της ζωής του: τη γέννηση της κόρης του και την έντονη έλξη για την άγνωστη γυναίκα στο Πήλιο.

Η στιγμή αυτή δεν πέρασε απαρατήρητη. Ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος πέρασε τυχαία από το στούντιο και βρήκε τον Παπάζογλου να «ταλαιπωρεί» τους στίχους του τραγουδιού. Με περιέργεια ζήτησε να τους διαβάσει. Ο Παπάζογλου, διστακτικός και νεοφώτιστος στη στιχουργία, του έδωσε το τετράδιο με τον «Αύγουστο». «Αυτό δεν είναι τραγούδι, είναι ποίημα», του είπε ο Χριστιανόπουλος.
Ο Παπάζογλου, χαμογελώντας, απάντησε: «Μα πώς είναι ποίημα βρε Ντίνο; Αφού έχω γράψει και τη μουσική του».
Ο Χριστιανόπουλος τον προκάλεσε να το τραγουδήσει, και μόλις το άκουσε μελοποιημένο, τον συμβούλεψε να αφαιρέσει τις «εύκολες ομοιοκαταληξίες», οι οποίες, όπως είπε, φτωχαίνουν τη στιχουργική αξία του τραγουδιού. Αρχικά, στο τραγούδι υπήρχαν λέξεις όπως «έκταση-έξαψη», αλλά ο Παπάζογλου αποφάσισε να τις αντικαταστήσει, αφήνοντας το τραγούδι να ωριμάσει για περίπου δύο χρόνια, ώσπου ένιωσε ότι είχε βρει την τελική του μορφή. Το αποτέλεσμα ήταν ένα τραγούδι που συνδύαζε την προσωπική του ιστορία με την καθολική αίσθηση του πόνου και της μελαγχολίας, κάτι που το έκανε αιώνιο.
Οι στίχοι του «Αύγουστου» εκφράζουν την εσωτερική πάλη ενός ανθρώπου που βιώνει την ομορφιά και τον έρωτα, αλλά επιλέγει να κρατηθεί πιστός στις δεσμεύσεις του: «Κι αυτός είναι ένας καημός αβάσταχτος, λιώνω στον πόνο γιατί νιώθω κι εγώ, ο δρόμος που τραβάμε είναι αδιάβατος, κουράγιο θα περάσει θα μου πεις».
Μέσα σε λίγες γραμμές, ο Παπάζογλου μετατρέπει τον προσωπικό του πόνο σε κάτι που αγγίζει τον καθένα, αφού όλοι έχουμε βιώσει την ένταση του ανεκπλήρωτου, τη σύγκρουση ανάμεσα στην καρδιά και την ηθική.
Ο «Αύγουστος» είναι μια αφήγηση για τον έρωτα που δεν εκφράστηκε, για την πίστη στην οικογένεια, για τον πόνο που μετατρέπεται σε τέχνη. Η μουσική του Παπάζογλου, απλή αλλά βαθιά, συνδυάζει την ελληνική παράδοση με μια προσωπική, σχεδόν μυστικιστική μελωδία που αγγίζει την ψυχή. Ο ίδιος, μάλιστα, είχε πει χαρακτηριστικά: «Ποτέ δε τον έγραψα στο χαρτί. Τον θυμόμουν απέξω». Αυτή η φράση αποκαλύπτει πόσο αυθεντικά και βιωματικά γεννήθηκε ο «Αύγουστος», όχι σαν αποτέλεσμα τεχνικής ή ανάγκης, αλλά σαν αποτύπωση της ζωής του, των συναισθημάτων και των επιλογών του.
Η πορεία του τραγουδιού ήταν αργή αλλά σταθερή. Δεν έγινε αμέσως γνωστό, αλλά όταν κυκλοφόρησε, άγγιξε χιλιάδες ανθρώπους και έγινε ένα από τα πιο αγαπημένα τραγούδια της ελληνικής δισκογραφίας. Η συναισθηματική του ειλικρίνεια, η αίσθηση του ανεκπλήρωτου έρωτα και η λυρική ομορφιά του το έκαναν διαχρονικό, ένα τραγούδι που συνεχίζει να συγκινεί και να εμπνέει.
Το ιδιαίτερο στοιχείο του «Αύγουστου» είναι ότι εκφράζει έναν κόσμο που πολλοί γνωρίζουμε μόνο μέσα από τις αναμνήσεις μας ή τα όνειρά μας. Η μελωδία του γίνεται γέφυρα ανάμεσα στον προσωπικό πόνο και την καθολική εμπειρία της ανθρώπινης καρδιάς. Ο Παπάζογλου, μέσα από το τραγούδι, κατάφερε να κάνει τον δικό του καημό κοινό, μετατρέποντας την απαγορευμένη έλξη και την προσωπική του θλίψη σε μια τέχνη που ζει πέρα από τον χρόνο.
Σήμερα, ο «Αύγουστος» παραμένει ένα διαχρονικό σύμβολο της ελληνικής μουσικής. Όχι μόνο για τη μουσική και τους στίχους του, αλλά και για την ιστορία που κουβαλά: την ιστορία ενός ανθρώπου που ήξερε να αγαπάει βαθιά, να πονάει και να μετατρέπει τον πόνο του σε τέχνη.
Κάλλια Λαμπροπούλου
















