Για λόγους που μάλλον έχουν να κάνουν με την κίνηση φύλλων του καθημερινού Τύπου και την παράλληλη εξυπηρέτηση πολιτικών σκοπιμοτήτων, ήρθε στην επικαιρότητα ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γ. Βαρουφάκης, «κατηγορούμενος» ότι είχε σχέδιο Β για παράλληλο νόμισμα. Στη χώρα που κυβερνάται από αστοιχείωτους, οι οποίοι υποστηρίζονται –ιδιοτελώς– από επίσης αστοιχείωτους δημοσιογράφους, ειδικούς σε «ρεπορτάζ» και σε παραπολιτική δραστηριότητα, θεωρείται εγκληματικό να έχει ο υπουργός Οικονομικών μιας παραπαίουσας οικονομικά χώρας εναλλακτική λύση, ένα σχέδιο Β, για να μπορεί να αντιμετωπίσει ένα ενδεχόμενο πρόβλημα.
Αλίμονο αν δεν είχε ένας υπουργός Οικονομικών σε μια υπό πτώχευση χώρα σχέδια Β, Γ, Δ, για να πετύχει το καλύτερο δυνατόν, όταν το απαιτήσει η ανάγκη.
Είναι τραγικό να μην είναι αυτό κατανοητό από ανθρώπους που έχουν καθήκον να ενημερώνουν σωστά την κοινή γνώμη. Είναι όμως διπλά τραγικό που δεν ήταν σε θέση κυβερνητικά στελέχη (συμπεριλαμβανομένων του πρωθυπουργού και του αντιπροέδρου της κυβέρνησης) και δημοσιογράφοι να αντιληφθούν την ορθότητα και τη χρησιμότητα του σχεδίου του Γ. Βαρουφάκη. Είτε σχέδιο παράλληλου νομίσματος ονομασθεί, είτε σχέδιο παράλληλου συστήματος πληρωμών, όπως προτιμά και εξηγεί ο ίδιος ο Γ. Βαρουφάκης με σχετική ανάρτηση στην ιστοσελίδα του, η ουσία είναι ότι το συγκεκριμένο σύστημα (με παραλλαγές ανάλογα με τη μέθοδο εφαρμογής του) ήταν και παραμένει ικανό να εξασφαλίσει στην ελληνική οικονομία την αναγκαία ρευστότητα (ανύπαρκτη μέχρι και σήμερα) για τη διευκόλυνση των συναλλαγών εντός της χώρας, χωρίς να χρειαστεί να εγκαταλείψει η Ελλάδα την Ευρωζώνη.
Ως εκ τούτου, με τις προτεινόμενες βοηθητικές λύσεις, ο καταναλωτής δεν έχει να φοβηθεί τίποτε διότι δεν αναλαμβάνει κανέναν κίνδυνο. Απλά θα κυκλοφορούσε περισσότερο χρήμα στη χώρα, με ό,τι θετικό αυτό συνεπάγεται. Το σύστημα ενός παράλληλου νομίσματος ή ενός παράλληλου συστήματος ηλεκτρονικών πληρωμών έχει μάλιστα το πλεονέκτημα ότι η παραγόμενη ρευστότητα δεν επιβαρύνεται με το τραπεζικό κόστος που συνοδεύει κανονικά έναν εσωτερικό δανεισμό μέσω του εγχώριου τραπεζικού συστήματος.
Με άλλα λόγια, και ένα σύστημα με παράλληλο νόμισμα και ένα παράλληλο σύστημα ηλεκτρονικών πληρωμών, ως προσωρινές λύσεις, σημαίνουν ουσιαστικά άτοκη αυτοχρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας. Σαφώς, ένας λόγος που άνθρωποι των τραπεζών τοποθετήθηκαν αρνητικά σε τέτοιου είδους καινοτομίες, είναι ακριβώς ότι οι τράπεζες, αν λειτουργήσει ένα τέτοιο σύστημα, χάνουν τον εξουσιαστικό και επικερδή γι’ αυτές ρόλο τους.
Αυτό για το οποίο μπορεί να κατηγορηθεί ο Γ. Βαρουφάκης δεν είναι ούτε το ότι είχε σχέδιο Β, ούτε η ουσία του σχεδίου Β.
Αυτό που οδήγησε σε ναυάγιο αυτές τις καλές ιδέες είναι μάλλον το γεγονός ότι ως προσωπικότητα, με τα διάφορα τσαλίμια στην ιδιωτική του συμπεριφορά, που δεν ήταν συμβατή με την προσδοκώμενη από τους συντηρητικούς Έλληνες συμπεριφορά ενός καθηγητή, ο οποίος είχε αναλάβει το δύσκολο και πολύ τιμητικό γι’ αυτόν έργο αποτροπής «του μοιραίου», όσον αφορά την ελληνική οικονομία, δεν έπεισε. Με άλλα λόγια, δεν επέδειξε την αναμενόμενη σοβαρότητα σε ιδιωτικό επίπεδο σε κρίσιμη για τη χώρα στιγμή, με αποτέλεσμα να υπάρξει αρνητική αντανάκλαση στην επιστημονική ουσία της προσφοράς του και να απορριφθεί τόσο από τους αστοιχείωτους όσο και από τη δημοσιογραφική «μάζα», η οποία δυστυχώς ασκεί σημαντική επιρροή στον απλό πολίτη, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ένα θέμα που απαιτεί ειδικές γνώσεις.