Σύμφωνα με πληροφορίες, η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου διαβίβασε στον Αντεισαγγελέα Εφετών Παναγιώτη Αθανασίου το τελικό πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τη χρηματοδότηση των κομμάτων και των ΜΜΕ, με εντολή τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης προκειμένου να διακριβωθεί η τέλεση ή μη αυτεπάγγελτα διωκόμενων αδικημάτων.
Σε καταφατική περίπτωση
–προσθέτει η Ξ. Δημητρίου–, δηλαδή εάν προκύψει η τέλεση αξιόποινων πράξεων-αδικημάτων, εντέλει τον τελευταίο να πράξει τα δέοντα (άσκηση ποινικών διώξεων).
Μάλιστα, η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου στην παραγγελία της επισημαίνει στον συνάδελφό της να ανασύρει από το αρχείο το παλαιό πόρισμα του 2013, εάν κρίνει ότι αυτό είναι αναγκαίο (ήτοι το πόρισμα των Πεπόνη-Καλούδη, το οποίο είχε αρχειοθετηθεί μετά από την [ν]τροπολογία που είχε ψηφισθεί θρασύτατα, όταν ο Εισαγγελέας Γ. Πεπόνης έδωσε εντολή έρευνας των δανείων των κομμάτων και των ΜΜΕ). Βασικό στοιχείο για την επανεξέταση της υπόθεσης είναι ότι ουσιαστικά τεχνηέντως τέθηκε το πόρισμα Καλούδη στο αρχείο, το οποίο –ειρήσθω εν παρόδω– παρέπεμπε στο εδώλιο δεκάδες στελέχη τραπεζών και κομματικά στελέχη για τα «θαλασσοδάνεια».
Με αφορμή αυτά τα γεγονότα τίθεται ξανά επί τάπητος το θέμα της διαφάνειας, το οποίο επιμεριστικά έχει τρεις αλληλοεμπλεκόμενες συνιστώσες: το ζήτημα άρσης της βουλευτικής ασυλίας, το ζήτημα ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και βεβαίως το ζήτημα της επιχορήγησης των κομμάτων.
Όλως ευσύνοπτα:
- Είναι επείγουσα ανάγκη να αρθεί η ασυλία των βουλευτών για να μπορούν να επιτελούν το λειτούργημά τους ευσυνείδητα, φοβούμενοι τη δαμόκλειο σπάθη της Δικαιοσύνης. Δεν νοείται σε κανένα δημοκρατικό πολίτευμα εκλεγμένοι εντολοδόχοι του λαού που έχουν παρανομήσει –και μάλιστα εις βάρος των ίδιων των εντολέων τους– να κρύβονται πίσω από θεσμούς που θεσπίζουν οι ίδιοι για τον εαυτό τους (βλ. ακαταδίωκτο). Η κατασπατάληση δημόσιου χρήματος (αν μη τι άλλο) συνιστά το έγκλημα της απιστίας κατ’ άρθρο 390 ΠΚ, συν φυσικά οποιαδήποτε άλλη εγκληματική πράξη στοιχειοθετείται αναλόγως την εκάστοτε περίσταση. Η δε διαδικασία παραπομπής των παρανομούντων στη Δικαιοσύνη πρέπει να επιταχυνθεί, και όχι να εξαντλείται σε δαιδαλώδεις γραφειοκρατικές δικαιολογίες (να αναμένονται άδειες/εγκρίσεις, να καταρτίζονται επιτροπές και να δίνονται γνωμοδοτήσεις/τροπολογίες συγκάλυψης).
- Η Δικαιοσύνη οφείλει να είναι παντελώς ανεξάρτητη από πάσης φύσεως επιρροές, επιβάλλεται να διακοπεί πλέον ο διορισμός/έλεγχος των δικαστών από το υπουργείο Δικαιοσύνης, οι δε τελευταίοι οφείλουν να κωφεύουν στις σειρήνες του συμφέροντος, της ματαιοδοξίας του αξιώματος κτλ. και να επιτελούν το έργο τους απρόσκοπτα και έντιμα. Επιτρέπεται να τίθεται σε αρχείο πόρισμα το οποίο αφορά εξόφθαλμα εγκληματικές πράξεις μόνο και μόνο επειδή καταδεικνύει υπαιτίους από το χώρο των «ισχυρών» (πλουσίων, προυχόντων και πολιτικών αξιωματούχων); Η Δικαιοσύνη απεικονίζεται τυφλή, ακριβώς επειδή ισχύει για όλους το ίδιο. Είναι αδιανόητο να συντηρείται πια ένα «δικαιικό» σύστημα το οποίο διυλίζει τα κουνούπια και καταπίνει τις καμήλες, μιας και ελέγχεται από αυτούς που πολλάκις καλείται να κυνηγήσει. Δεν γίνεται η τύχη αυτού του τόπου να επαφίεται σε λιγοστούς τολμηρούς και φωτισμένους δικαστές/εισαγγελείς που ενδεχομένως έχουν το σθένος να ανοίγουν (ή να επαναφέρουν) υποθέσεις! Ας γίνει η συμπεριφορά αυτών των δικαστών ο κανόνας και όχι η εξαίρεση!
- Σχεδόν καμία από τις πολιτικές παρατάξεις (και παρά τις παραπλανητικές διαπρύσιες δηλώσεις τους περί οικονομικής διαφάνειας) δεν κάνει το παραμικρό για να τηρήσει έστω και το στοιχειώδες γράμμα του νόμου, που διέπει το καθεστώς της δημοσιότητας των εσόδων και των εξόδων τους (δεν αναρτάται πουθενά ο ισολογισμός των κομμάτων).
Την ίδια στιγμή, το ποσό τριών δόσεων που δόθηκε ως κρατική επιχορήγηση στα κόμματα για το 2016 ανέρχεται συνολικά σε 12 εκατ. ευρώ!
Επί της ουσίας, τα ίδια τα κόμματα εμπαίζουν κατάφωρα τους πολίτες αυτή της χώρας, πολλώ δε μάλλον όταν οι νόμοι που νομιμοποιούν την επιχορήγηση των κομμάτων δεν έχουν συνταγματικό επίχρισμα (άρα ΔΕΝ είναι νόμοι επηυξημένης τυπικής ισχύος) και μπορούν να αλλάξουν ανά πάσα στιγμή με την τακτική νομοπαρασκευαστική διαδικασία!
Ήδη από το φθινόπωρο του 2014 συζητήθηκε και ψηφίστηκε στη Βουλή ένας νέος νόμος (4304/23.10.2014 που τροποποιεί και τον προγενέστερο 3023/2002) για τα οικονομικά των κομμάτων και που αποπειράθηκε να εναρμονίσει το νομικό πλαίσιο με τις συστάσεις της Επιτροπής GRECO (Ομάδα Κρατών κατά της Διαφθοράς – Group of States Against Corruption) του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο οποίος φυσικά ουδόλως έχει εφαρμοσθεί.
Επιπλέον, τα «θαλασσοδάνεια» που λάμβαναν τα κόμματα κατά καιρούς και γενικότερα οι πηγές χρηματοδότησής τους συνιστούν σίγουρα ένα από τα πιο μελανά κομμάτια της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας.
Στη συμπαιγνία κομμάτων – τραπεζικών ιδρυμάτων και ΜΜΕ διαγιγνώσκουμε ακόμα και χαριστικό δανεισμό: φερ’ ειπείν, συστηματική χορήγηση δανείων κάτω του κόστους με μηδενική ή μερική εξασφάλιση της Τράπεζας Αττικής – ενδεικτικά η κατασκευαστική εταιρεία Τοξότης, του κ. Καλογρίτσα, πήρε 39 δάνεια από την Τράπεζα Αττικής, από το 2015 και μετά (εν μέσω κρίσεως και μνημονίων), με επιτόκιο που σε κάποιες περιπτώσεις ήταν και κάτω από το κόστος της τράπεζας)! Ταυτόχρονα, οι πολίτες σφαδάζουν υπό το καθεστώς αβάσταχτης φορολογίας και κόστους ζωής / δανεισμού / ρευστότητας.
Το ισχύον πολιτικό σύστημα είναι σαν ένα καράβι που έχει τρυπήσει και είναι πλέον έρμαιο θαλασσοδανείων και λοιπών πολιτικών τρικυμιών. Χρειαζόμαστε άμεση κι εκ βάθρων πολιτική αλλαγή και νέο σύστημα που θα φέρει την αναγκαία πολιτική νηνεμία.