Όπως η πολιτική, έτσι και η πολιτιστική ζωή ενός τόπου είναι σπαρμένη με συνθήματα. Συνθήματα από εφικτά έως ευκταία, κι από πρακτικά έως οραματικά. Συνθήματα «ακριβά» γραμμένα διαχρονικά πάνω σε φτηνούς αλατζάδες. Ένα σύνθημα που ακούγεται συχνά κι αφορά τον οργανωμένο ποντιακό ελληνισμό είναι η «ενότητα». Το να δράσουμε από κοινού «όλοι μαζί» για τα δίκαια του λαού μας.
Πιο αποδεκτή λέξη από την ενότητα, όσο κι αν ψάξει κανείς, δεν θα βρει.
Οι ωραίες ιδέες βρίσκουν ανέκαθεν σύμφωνους τους ανθρώπους. Αυτά που διχάζουν και διαιρούν είναι τα συμφέροντα. Οι ίδιοι οι άνθρωποι. Και πιο πολύ εκείνοι που συναρτούν την ιδέα της ένωσης με τον εαυτό τους σε προβεβλημένο ρόλο.
Ιστορικά δεν γνωρίζω καμία εποχή που να ήταν οι Έλληνες απόλυτα ενωμένοι, αρχίζοντας από τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, πηγαίνοντας στην Επανάσταση του 1821 και καταλήγοντας στην Κατοχή. Εκείνο που χαρακτηρίζει διαχρονικά τον ελληνισμό είναι η διχόνοια, για την οποία μίλησε με περισσή πικρία ο εθνικός μας ποιητής…
Θυμάμαι, πρόχειρα, σ’ έναν του μύθο ο Αίσωπος ήθελε να συμφιλιώσει τα ζώα που είχαν έχθρα μεταξύ τους, προτείνοντάς τα να πάνε μαζί σε μια γιορτή. Αλλά κι εδώ η ενότητα στάθηκε αδύνατη, ακόμη και ως μύθος.
Ο αριστοτελικός άνθρωπος εκτός από «ζώον κοινωνικόν» είναι και «ζώον» κτητικό, κυριαρχικό και οικονομικό. Κόμμα ή οργάνωση χωρίς αρχηγό δεν υπάρχει. Και τα πλέον δημοκρατικά κινήματα έχουν τους ηγέτες τους. Το να μιλούμε γενικώς για ένωση, αλλά συγχρόνως να μην συνομιλούμε μεταξύ μας, είναι κοροϊδία. Είναι αληθοφάνεια και όχι αλήθεια. Ειδικά όταν η κάθε πλευρά επιδιώκει την πλειοψηφία στα όργανα για την πάρτη της.
Όπου οι ατομικές βλέψεις τίθενται πάνω από τις συλλογικές, η ένωση είναι σύνθημα ουτοπικό. Ιστορικά πάντοτε και παντού κυριαρχεί η μονάδα. Αυτή ενώνει και αυτή διχάζει, είτε ως πρόσωπο είτε ως εξουσία.
Το καλύτερο σύνθημα που άκουσα ποτέ ήταν το «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία». Πολλοί το πίστεψαν, αλλά εκείνοι που κέρδισαν ήταν αυτοί που το «πούλησαν» ακριβά. Διότι πίσω από τα συνθήματα υπάρχουν οι εμπνευστές τους, που τα εξαργυρώνουν. Οι πολλοί, όπως λέει ο Σωκράτης στον Κρίτωνα, ούτε για τα καλά αλλά ούτε και για τα κακά είναι ικανοί. Στα γήπεδα είναι οπαδοί, στο στρατό είναι στρατιώτες και στα θέατρα θεατές. Πουθενά δεν είναι πρωταγωνιστές.
Η αληθινή ένωση υπάρχει στην κορυφή. Εκ Διός αρχόμεθα έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι. Διχάζεται η κορυφή, διχάζεται και η βάση. Επομένως την πραγματική ευθύνη την έχουν οι λίγοι. Όσοι ερίζουν για την εξουσία.
Ο διχασμός του ποντιακού χώρου ήταν και είναι ζήτημα μιας δράκας αρχομανών κι όχι του ποντιακού λαού γενικά κι αόριστα.
Τους ανθρώπους τους ενώνουν τα κοινά οράματα. Τους συλλόγους τους δένουν μεταξύ τους οι κοινοί σκοποί και οι στόχοι που περιγράφονται στα καταστατικά. Αν αυτά είναι διαφορετικά, δεν υπάρχει κοινή βάση για να χτιστεί πάνω της η ένωση. Σημαντικό ρόλο σε κάθε συνεργασία παίζουν και οι χαρακτήρες των ανθρώπων. «Ήθος ανθρώπω δαίμων», έλεγε ο Ηράκλειτος.
Επί 2.500 χρόνια, καλύτερο πολίτευμα από τη Δημοκρατία –αρχή της οποίας είναι η πλειοψηφία– δεν υπήρξε ποτέ. Όλοι οι δημοκρατικοί θεσμοί σε όλη την οικουμένη λειτουργούν πλειοψηφικά. Και η Δικαιοσύνη ακόμη, η ανώτερη των αρετών, λειτουργεί με βάση την πλειοψηφία. Εάν π.χ. σε μια σύνθεση πενταμελούς δικαστηρίου τρία από τα μέλη έχουν μια άποψη και τα άλλα δύο μία άλλη, ισχύει η άποψη των τριών. Στη δημοκρατία ουδείς έχει περισσότερα δικαιώματα από τον άλλον, και ουδείς είναι υπεράνω αυτής.
Καμία ομοσπονδία που δεν σέβεται την πλειοψηφία δεν μπορεί να λειτουργήσει δημοκρατικά. Σκεφθείτε να εγκατέλειπε τη Βουλή η εκάστοτε μειοψηφία! Ούτε καν κράτος δεν θα είχαμε.
Όλοι δεν ταιριάζουμε με όλους. Όπου δεν υπάρχει χημεία είναι δύσκολη και η συνεργασία. Το ποντιακό κίνημα δεν έχει ανάγκη από κήνσορες, τιμητές ή μεσσίες αλλά ανθρώπους της προσφοράς.
Είναι γεγονός ότι άνθρωποι με διαφορετική παιδεία και πορεία στη ζωή έχουν διαφορετικές απόψεις. Η ενότητα ωστόσο δεν προκύπτει από την ομοιότητα απόψεων αλλά από την ετερότητα. Και επιτυγχάνεται με την εκμηδένιση του εγωισμού και της υπεροψίας.
Ο άνθρωπος δεν κρίνεται από το λόγο του, αλλά από το έργο που έχει να επιδείξει. Οι πράξεις πείθουν κι όχι οι λέξεις, Διότι καλύτερα από όλους δουλεύει το μυρμήγκι, που δεν λέει τίποτα. Πιο καλά δουλεύει το μυρμήγκι, που δεν λέει τίποτα.