Αναφέραμε στο προηγούμενο άρθρο για τη θεωρία που αναπτύσσουν κάποιοι διανοούμενοι σχετικά με το ότι η Ορθοδοξία μας εμποδίζει εμάς τους Έλληνες να δεχτούμε τα οφέλη του «Διαφωτισμού» και του «Ορθολογισμού» της Δύσης. Κι εξηγήσαμε ότι, για να κάνουν κάπως πιστευτή τη σαθρή αυτή θεωρία τους, απαραίτητη προϋπόθεση είναι διασπάσουν τεχνηέντως την ιστορική ολότητα του ελληνισμού και να κρύψουν όπως-όπως, ή να αμαυρώσουν όπως μπορούν, την Αυτοκρατορία που είχε έδρα την Κωνσταντινούπολη.
Ας εξηγήσουμε λοιπόν τους λόγους για τους οποίους είναι αναγκασμένοι να επιμένουν –με μια ήρεμη και φλεγματική επιμονή είναι η αλήθεια– σε αυτήν τη ζαβολιά.
Ο πρώτος λόγος είναι ότι αυτή η χιλιόχρονη και μνημειώδης Αυτοκρατορία ήταν στη βάση της τόσο ορθόδοξη που ο μεγάλος εκείνος Εγγλέζος ειδικός της ιστορίας της, ο Sir James Cochran Stevenson Runciman, ορίζει το πολίτευμά της ως Βυζαντινή Θεοκρατία. Η Ορθόδοξη Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν ήταν αγγελικά πλασμένη. Όμως κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι παρήγε αξιοθαύμαστο πολιτισμό, επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο, διοικητική οργάνωση, και ήταν σε όλα της πρώτη και δέσποζε ως αυτοκρατορία που άντεξε εκατοντάδες χρόνια – πολύ περισσότερα από κάθε άλλη αυτοκρατορία στην ιστορία. Έτσι, πάει περίπατο η θεωρία ότι η Ορθοδοξία αποτελεί τροχοπέδη για την επιστημονική και τεχνολογική πρόοδο και για την πολιτική και διοικητική οργάνωση ενός κράτους.
Ο δεύτερος λόγος είναι ότι, σύμφωνα με τη θεωρία τους, είναι αδιανόητο ο ελληνισμός που γέννησε τον ορθολογισμό να ασπάστηκε τελικά σχεδόν στο σύνολό του την ορθόδοξη πίστη, κι από το σημείο εκείνο κι έπειτα να πορεύεται αδιαίρετα και συνυφασμένος μαζί της. Πώς είναι δυνατό κάποιοι που μελέτησαν και ανατράφηκαν με τους αρχαίους Έλληνες κλασικούς να ασπάζονται το σκοταδισμό της Ανατολής; Κάποιο λάθος έγινε, κάτι δεν πάει καλά, λένε.
Μάλλον αυτοί δεν ήταν πραγματικοί Έλληνες, ή κι αν ήταν, μάλλον τρελάθηκαν και γίνανε ανόητοι. Ας το διορθώσουμε, αποφάσισαν.
Ας πούμε, λοιπόν, ότι τούτοι οι παλαβοί δεν ήταν Έλληνες· ήταν Βυζαντινοί που είναι κάτι άλλο. Και ο πραγματικός ελληνισμός είναι αυτός που εμείς καταλαβαίνουμε. Εμείς, επομένως, οι του Διαφωτισμού της Δύσης, είμαστε πια οι γνήσιοι συνεχιστές του αρχαίου ελληνικού πνεύματος, και κυρίως του ορθολογισμού και της λογικής που αυτός δίδαξε. Το να αγνοείς, όμως, την ιστορική πραγματικότητα και να καταργείς στο μυαλό σου την ιστορική συνέχεια και τις επιλογές ενός λαού, επειδή έτσι νομίζεις ή έτσι σε συμφέρει, δεν είναι ούτε λογικό ούτε επιστημονικά ορθό.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, αν κάποιος μελετήσει σε βάθος και γνωρίσει το πνεύμα του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, καταλαβαίνει ότι αυτό πραγματικά γεννήθηκε για να αποτελέσει το όχημα μετάδοσης και επικοινωνίας της Αλήθειας της Ορθοδοξίας. Οι έννοιες, η γλώσσα, το ήθος, η παιδεία, οι αρχές, οι φιλοσοφικές αναζητήσεις… Όλα λες κι είναι φτιαγμένα γι’ αυτό. Αρκεί να διαβάσει κανείς για τον Σωκράτη με ορθόδοξη ματιά. Λες κι είναι ο πρόδρομος του Προδρόμου του Κυρίου.
Ο αυθεντικός ελληνισμός, επομένως, είναι σε πνευματικό επίπεδο πάντα ένα βήμα μπροστά ως πραγματικός, στοργικός, καλοπροαίρετος κι ειρηνικός οδηγός της ανθρώπινης διανόησης. Αλλά θα πρέπει πάντα να τον δεχθείς αδιαίρετο και στην ολότητά του. Δεν μπορείς να πάρεις από αυτόν ό,τι στοιχεία σε βολεύουν. Δεν γίνεται. Έτσι θα οδηγηθείς στην πλάνη, την αίρεση, τη βαρβαρότητα και την απανθρωπιά. Όπως οι Ρωμαίοι που πήραν τα τεχνικά στοιχεία του αλλά όχι την ψυχή του, κι αντί για στάδια αθλητικά του «ευ αγωνίζεσθαι» έφτιαξαν τις αρένες του εγκλήματος, της βαρβαρότητας και της ντροπής.
Κι όταν λέμε αυθεντικός ελληνισμός δεν εννοούμε όπως τον φτιάχνει κανείς στο κεφάλι του, αλλά όπως πραγματικά είναι.
Και σήμερα είναι δεμένος άρρηκτα με την Ορθοδοξία. Αμάλγαμα δεμένο στέρεα με το αίμα και το πνεύμα των Ελλήνων Αγίων μαρτύρων και αγωνιστών, πνευματικών πατέρων και τέκνων της Ορθοδοξίας. Μιλάω για τον ελληνισμό του αγωνιστή που σε ελευθέρωσε αγωνιζόμενος «για την Ελευθερία και του Χριστού την Πίστη την Αγία». Μιλάω και για τον ελληνισμό του ποιητή που ονοματίζει το έργο του «Άξιον Εστί», για τον συνθέτη που το μελοποιεί με ήχους βγαλμένους από τη βυζαντινή μουσική παράδοση και για τους ερμηνευτές εκείνους που το άδουν με τη φιλάνθρωπη αυστηρότητα της χαρμολύπης του ελληνικού μέτρου. Αυτή είναι η πραγματικότητα, και είναι επιστημονικά ορθό και λογικό να την αποδεχθούμε. Τα άλλα είναι παραμύθια που λένε για αγρίους, κι εμείς ούτε είμαστε κι ούτε σκοπεύουμε να γίνουμε τέτοιοι.
Ο ελληνισμός λοιπόν –αυτός, ο αυθεντικός– δεν είναι ούτε «σκοταδιστική μυστικοπαθής Ανατολή» ούτε «προοδευτική ορθολογική Δύση». Είναι το «μέτρον το άριστον» που από αυτό τροφοδοτήθηκαν λιγότερο ή περισσότερο και οι δυο αδρές αυτές κοσμοθεωρήσεις. Μόνο που επειδή τροφοδοτήθηκαν αλλά δεν κατάλαβαν, δεν ενστερνίστηκαν, είναι κι οι δυο ελλειμματικές. Και μιλώ για έλλειμμα λογικής κι ορθολογισμού, αφήστε όλα τα άλλα. Εδώ λοιπόν ερχόμαστε στην ουσία του ζητήματος. Είναι ατελής ο ορθολογισμός της «Δύσης», είναι προβληματική η λογική της; Προβληματικό το στοιχείο που τη χαρακτηρίζει, η σημαία της;
Η απάντηση είναι, δυστυχώς, θετική. Θυμηθείτε αυτά που αναφέραμε προηγούμενα για αυτούς που αντιλαμβάνονται στρεβλά τη σχέση Θεού κι επιστήμης. Η παθογένεια της αρρώστιας είναι παρόμοια.
Πράγματι, η ορθολογική Δύση απέρριψε τον αυθεντικό ελληνικό δρόμο για έναν κυρίως λόγο. Γιατί η γνήσια ορθόδοξη προσέγγιση και η πατερική μας παράδοση μιλούν για υπέρβαση της λογικής και για την εξ αποκαλύψεως Αλήθεια με την έλευση της Θείας Χάριτος. Αυτήν την προσέγγιση δεν την αντιλαμβάνεται η σχολή αυτής της σκέψης, και την απορρίπτει αδοκίμαστα. Γιατί όμως αυτή η προσέγγιση, η ελληνορθόδοξη, δεν είναι λογική κι επιστημονική; Ας προσέξουμε ότι μιλάμε για υπέρβαση της λογικής κι όχι για κατάργησή κι απόρριψή της.
Θα δούμε λοιπόν στο επόμενο άρθρο βήμα-βήμα ποιανού η προσέγγιση είναι επιστημονική κι ορθολογική και ποιανού όχι.