Πάνω από 50 σημαντικά αντικείμενα έφερε στην επιφάνεια η πρώτη συστηματική ανασκαφή (μετά από τις τρεις αποστολές του 1900, 1953, 1976) στο χώρο του μοναδικού, ιδιαίτερου και συμβολικού Ναυαγίου των Αντικυθήρων, όπου η υποβρύχια αρχαιολογία έκανε τα πρώτα της βήματα.
Στη διάρκεια της έρευνας που ξεκίνησε στις 26 Αυγούστου και ολοκληρώθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου, από την Εφορεία Ενάλιων Αρχαιοτήτων (με την υποστήριξη του Αμερικάνικου Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου Woods Hole), διανοίχθηκε μια ανασκαφική τομή η οποία έφθασε σε βάθος μέχρι 0,7 μ. σε στρώμα πυκνής κεραμικής.
Σε αυτήν εντοπίστηκαν μεταξύ άλλων μεταλλικά ελάσματα, μικρά ξύλινα θραύσματα από το κέλυφος του πλοίου, ένα χάλκινο τμήμα επίπλου (θρόνος;), τμήμα οστέινου αυλού, πεσσός επιτραπέζιου παιχνιδιού από υαλόμαζα, καρφιά, θραύσματα γυάλινων και πήλινων αγγείων, κ.ά.
Από τον ευρύτερο χώρο του ναυαγίου εντοπίστηκαν, σημάνθηκαν, τεκμηριώθηκαν και ανελκύστηκαν ανάμεσα σε άλλα ένας ολόκληρος αμφορέας, ένας μεγάλος δακτύλιος απελευθέρωσης άγκυρας και δύο ένθετοι μολύβδινοι στύποι άγκυρας, η θέση των οποίων αποτελεί ένδειξη για την κατεύθυνση κατάληξης του σκάφους στο βυθό.
Η ανίχνευση μετάλλων προσδιόρισε την έκταση της διασποράς ανιχνεύσιμων μεταλλικών στόχων σε έκταση περίπου 40×50μ., αν και δεν έχει ολοκληρωθεί πλήρως. Η έκταση αυτή φαίνεται να προσδιορίζει και τη συνολική πιθανή διασπορά του φορτίου του ναυαγίου και αποτελεί ένδειξη για το πιθανό μέγεθός του.
Τα νέα δεδομένα και ευρήματα καθώς και οι προγραμματιζόμενες αναλύσεις στα ανελκυσθέντα υλικά (ξύλο, μόλυβδος, κεραμική) αναμένεται να απαντήσουν ερωτήματα που αφορούν το ναυάγιο. Οι νέες τεχνολογικές και μεθοδολογικές προσεγγίσεις ανοίγουν νέα προοπτική στην ίδια την επιστήμη της υποβρύχιας αρχαιολογίας.
Ταυτόχρονα, αναδεικνύονται οι ιδιαίτερες δυνατότητες και η σημασία της υποβρύχιας αρχαιολογίας. Ενδεικτική είναι η επιτυχία της έκθεσης για το Ναυάγιο στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η οποία ανοίγει εκ νέου τις πύλες της στη Βασιλεία της Ελβετίας.