Από το αρχαίο κληδον- που σημαίνει μαντικό σημάδι προέρχεται η ονομασία του Κλήδονα, του εθίμου της φωτιάς και του αμίλητου νερού, το οποίο έχει πανάρχαιες ρίζες, απαγορεύθηκε ως ειδωλολατρικό και πλέον σχετίζεται με τη γέννηση του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου, αλλά και με το θερινό ηλιοστάσιο.
Ο λαογραφικός χώρος του εθίμου βρίσκεται και στη Μικρασία και στον Πόντο, όπου βέβαια κυριαρχεί περισσότερο το αμίλητο νερό.
Την… προφητεία που αφορούσε τα ανύπαντρα κορίτσια τα οποία περίμεναν να μάθουν τον μελλοντικό σύζυγο, ακολουθούσε γλέντι και τραγούδι – πολλοί έμεναν έξω μέχρι να δουν το ξημέρωμα.
Στην Καισαριανή η αναβίωση του εθίμου του Κλήδονα γίνεται εδώ και 21 χρόνια, από τον Μικρασιατικό Σύλλογο Καισαριανής σε συνεργασία με το Κέντρο Μικρασιατικού Πολιτισμού και Ανάδειξης Σύγχρονης Ιστορίας του Δήμου Καισαριανής.
Το βράδυ της Δευτέρας από πηγάδι που υπάρχει ακόμα στην πόλη (στη συμβολή των οδών Κλαζομενών και Βρυούλων) πιάστηκε το αμίλητο νερό· ακολούθησε πατινάδα με τραγούδια –έγινε στάση για χορό στην Πλατεία Παναγιώτη Μακρή–, όμως τα κορίτσια δεν μίλησαν σε κανέναν μέχρι να φτάσουν στο Μουσείο ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, στο Σκοπευτήριο.
Εκεί τοποθέτησαν το σταμνί για όλη τη νύχτα στο φεγγαρόφωτο, για να ξαστριστεί.
Με το άνοιγμα του Κλήδονα με περιπαιχτικά στιχάκια, τραγούδια και σκοπούς της Μικράς Ασίας ολοκληρώθηκε την επομένη η αναβίωση του εθίμου. Ο κλήδονας άνοιξε και τα μαγιάτικα στεφάνια κάηκαν στη φωτιά.
Στο χαιρετισμό του ο δήμαρχος Ηλίας Σταμέλος τόνισε ότι εκδηλώσεις όπως αυτή «ξύνουν» επίκαιρες μνήμες, καθώς τα αντιμαχόμενα μεγάλα συμφέροντα που οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή σήμερα διαπράττουν γενοκτονία σε βάρος του παλαιστινιακού λαού και σπέρνουν πολέμους στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία.
«Ο Κλήδονας, το παλιό αυτό έθιμο που οι παππούδες και οι γιαγιάδες μας έφεραν από τη Μικρά Ασία, αναβιώνει μέχρι σήμερα και εμπνέει τις νέες γενιές» σημείωσε η πρόεδρος του Μικρασιατικού Συλλόγου και δημοτική σύμβουλος Στέλλα Σαρρηπαναγιώτου, «καθώς χαρακτηρίζεται από συλλογικότητα, όπως άλλωστε όλα τα λαϊκά δρώμενα, και συνιστά έναν τρόπο επικοινωνίας ευρύτερων κοινωνικών ομάδων, ακόμη και λαών».