Σε περιόδους οικονομικής στενότητας, όταν ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά αναγκάζονται να σβήσουν τα καλοριφέρ και να περιορίσουν τη θέρμανση, η σκέψη επιστρέφει –σχεδόν αυθόρμητα– σε παλιότερες εποχές. Τότε που η ζεστασιά στο σπίτι δεν ήταν δεδομένη, αλλά καθημερινός αγώνας, βασισμένος στη φωτιά, στην οικονομία και στην προσαρμογή.
Στα ποντιακά σπίτια, όπως έχει καταγράψει ο Ξενοφών Άκογλου στο έργο του Από τη ζωή του Πόντου – Λαογραφικά Κοτυώρων, η θέρμανση δεν στηριζόταν σε μία μόνο λύση. Ήταν ένα σύστημα πρακτικών, άμεσα συνδεδεμένο με το μαγείρεμα, τη δομή του σπιτιού και τις δυνατότητες κάθε οικογένειας.
«Η φωτιά ήταν απαραίτητη όχι μόνο για τη θέρμανση, αλλά και για το μαγείρεμα και την καθημερινή ζωή. Το τζάκι βρισκόταν στο κέντρο του σπιτιού και γύρω του συγκεντρωνόταν όλη η οικογένεια».
Ξενοφών Άκογλου
Τα μέσα θέρμανσης στα ποντιακά σπίτια
Το τζάκι αποτελούσε το βασικό μέσο θέρμανσης και ταυτόχρονα τον πυρήνα της οικογενειακής ζωής. Συνήθως ήταν μεγάλο, χτισμένο στο κέντρο του σπιτιού, με καπνοδόχο. Εκεί άναβε η φωτιά για ώρες, όχι μόνο για να ζεστάνει, αλλά και για να μαγειρευτεί το φαγητό ή να ψηθεί το ψωμί.
Ωστόσο, η ζεστασιά του τζακιού δεν έφτανε παντού. Ζεσταινόταν κυρίως ο χώρος γύρω από τη φωτιά, ενώ τα υπόλοιπα δωμάτια παρέμεναν κρύα.
«Το τζάκι ζέσταινε κυρίως το χώρο γύρω του. Τα υπόλοιπα δωμάτια έμεναν κρύα και οι άνθρωποι προσαρμόζονταν στις συνθήκες».
Σε μικρότερα ή φτωχότερα σπίτια, υπήρχε μια χαμηλή, απλούστερη εστία. Χρησίμευε κυρίως για το μαγείρεμα, αλλά παρείχε και περιορισμένη θερμότητα. Ήταν οικονομικό και πρακτικό, χωρίς όμως να επαρκεί για τους βαρείς χειμώνες.
Το μαγκάλι ήταν η φορητή λύση ανάγκης. Γεμάτο με αναμμένα κάρβουνα, τοποθετούνταν στο κέντρο του δωματίου, ιδιαίτερα τις νύχτες. Γύρω του κάθονταν οι άνθρωποι για να ζεσταθούν, γνωρίζοντας τους κινδύνους από τον καπνό, αλλά μη έχοντας άλλη επιλογή.
«Το μαγκάλι χρησιμοποιούνταν ευρέως για τη θέρμανση, κυρίως τη νύχτα ή σε σπίτια χωρίς τζάκι, γιατί έκαιγε λίγο και έδινε άμεση ζέστη».
Σε ορισμένες περιπτώσεις άναβαν φωτιές σε αυλές ή πρόχειρους χώρους, κυρίως για βαριές εργασίες ή μαγείρεμα μεγάλων ποσοτήτων φαγητού. Η ζεστασιά ήταν πρόσκαιρη, αλλά αναγκαία.
Η οικονομία στη φωτιά ήταν κανόνας. Τα κάρβουνα και η στάχτη φυλάγονταν και ξαναχρησιμοποιούνταν για το επόμενο άναμμα. Η θέρμανση δεν βασιζόταν στην αφθονία, αλλά στη συνέπεια και τη φροντίδα.
«Τα κάρβουνα και η στάχτη φυλάγονταν και ξαναχρησιμοποιούνταν. Η οικονομία στη φωτιά ήταν μέρος της καθημερινότητας».
Στα ποντιακά σπίτια, η θέρμανση δεν σήμαινε άνεση. Σήμαινε να… βγει ο χειμώνας. Ένα δωμάτιο, μια γωνιά, μια φωτιά που δεν έσβηνε. Οι άνθρωποι φορούσαν βαριά ρούχα μέσα στο σπίτι και προσαρμόζονταν στο κρύο, όχι το αντίστροφο.
«Η θέρμανση δεν σήμαινε άνεση, αλλά επιβίωση. Ζεσταινόταν ένα σημείο του σπιτιού, όχι ολόκληρος ο χώρος».
Ίσως γι’ αυτό, σήμερα που η θέρμανση γίνεται ξανά ζήτημα κόστους και επιλογών, αυτές οι εικόνες από τον Πόντο δεν λειτουργούν μόνο ως μνήμη. Λειτουργούν και ως υπενθύμιση: ότι η ζεστασιά υπήρξε κάποτε –και μπορεί να ξαναγίνει– καθημερινή κατάκτηση.
















