Δεκαετία του ‘80. Πολύχρωμη, χαρούμενη, ακομπλεξάριστη. Ή περίπου. Δίπλα στη Madonna, τα βίντεο κλαμπ, την αερόμπικ και όλα όσα θυμίζουν τη συγκεκριμένη εποχή, για την Ελλάδα υπήρχε και ένα όνομα που σχεδόν ισοπέδωσε τα πάντα: Ο Γιώργος Κοσκωτάς. Το παρατσούκλι «μπογιατζής» του το είχαν κολλήσει οι εχθροί του, όμως δεν προέκυψε τυχαία ή απαξιωτικά, αφού όταν ο Κοσκωτάς μαζί με την οικογένειά του μετανάστευσαν στις ΗΠΑ, ασχολήθηκαν με την επισκευή και τον ελαιοχρωματισμό παλαιών κτηρίων.
Ποια ήταν όμως τα έργα και οι ημέρες του ανθρώπου, που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1954 και που ακόμα δεν μπορεί κάποιος να πει με βεβαιότητα, αν ήταν θύτης ή θύμα;
Και ίσως και να μην χρειάζεται να πάρει θέση, απλά να θυμάται τα γεγονότα, που στιγμάτισαν τη χώρα μας.
Ο «Αμερικανός» φίλος
Το 1969 λοιπόν, η οικογένεια Κοσκωτά μετανάστευσε στις ΗΠΑ, στη Νέα Υόρκη. Εκεί ο Γιώργος Κοσκωτάς -που γεννήθηκε σαν σήμερα, το 1954- εργάστηκε στις επιχειρήσεις του πατέρα του Βασίλη, σχετικές με την επισκευή και τον ελαιοχρωματισμό παλαιών κτηρίων. Συγχρόνως, παρακολούθησε μαθήματα Οικονομικών και Διοίκησης επιχειρήσεων στο πανεπιστήμιο Φόρνταμ και στο Κολλέγιο Λίμαν.
Ο ίδιος ο Κοσκωτάς αργότερα, όταν ήταν στην Ελλάδα, είχε δηλώσει πως είχε διδακτορικό Οικονομικών Επιστημών, αλλά αποδείχτηκε ότι είχε απλά ένα κανονικό πανεπιστημιακό πτυχίο (Bachelor of Science), και όχι διδακτορικό δίπλωμα. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στις ΗΠΑ, και παρά το νεαρό της ηλικίας του, ο Κοσκωτάς κατηγορήθηκε για 64 αξιόποινα αδικήματα, κυρίως απάτες, πλαστογραφίες, πλαστοπροσωπίες και υπεξαιρέσεις.
Ο Γιώργος Κοσκωτάς ήρθε στην Ελλάδα, το 1979.
Ένας από τους πρώτους ανθρώπους που συνάντησε για δουλειά ήταν ο μετέπειτα υπουργός Ευάγγελος Γιαννόπουλος (τότε πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών), που ήταν συγγενής της μητέρας του. Όμως δεν προέκυψε κάτι και μάλιστα είχε γραφτεί πως από τότε οι σχέσεις του ήταν ψυχρές.
Λίγο αργότερα ο Κοσκωτάς προσλήφθηκε στην Τράπεζα Κρήτης, ως προϊστάμενος του Τμήματος Εσωτερικού Ελέγχου και Συναλλάγματος της Διεύθυνσης Λογιστικού, με δικαίωμα πρώτης υπογραφής. Όπως αποδείχτηκε αργότερα, το βιογραφικό που παρουσίασε ήταν ψευδές, αφού δήλωνε διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών. Ο Κοσκωτάς διέθετε πάντως αναμφισβήτητη ευφυΐα, καθώς εντυπωσίασε με τις οικονομικές γνώσεις του, τους ανωτέρους του, όπως τον τότε ιδιοκτήτη της Τράπεζας εφοπλιστή Γιάννη Καρρά. Από τον τελευταίο αγοράζει, το 1984, την τράπεζα.
Η αυτοκρατορία αντεπιτίθεται
Όταν ο Κοσκωτάς έγινε πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Κρήτης, το 1984, αυτή είχε δίκτυο 35 υποκαταστημάτων. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1988, είχε πλησιάσει τα 90, και είχε επεκταθεί σε Λονδίνο και Φραγκφούρτη.
Αμέσως μετά σειρά έχουν τα ΜΜΕ. Την άνοιξη του 1983 βγαίνει στα περίπτερα το εβδομαδιαίο περιοδικό Ένα. Κυκλοφόρησε ημέρα Πέμπτη, προκειμένου να «χτυπήσει» τον βασιλιά εκείνων των εντύπων, τον Ταχυδρόμο. Πίσω από το Ένα ήταν η εταιρεία «Γραμμή Α.Ε» που αρχικά ήταν η συνεργασία του Κοσκωτά με τον αείμνηστο Παύλο Μπακογιάνη.
Μέχρι το 1988, η «Γραμμή Α.Ε.» εξέδωσε 5 περιοδικά (ΕΝΑ, ΚΑΙ, TV3, MIA, ΔΥΟ, Τέταρτο), την ημερήσια πολιτική εφημερίδα 24 Ώρες, ενώ στην άνοιξη της «ελεύθερης ραδιοφωνίας» ξεκινάει και ο ραδιοφωνικός σταθμός Sky 100,4. Παράλληλα τον Μάρτιο του 1987, αγόρασε από την Ελένη Βλάχου την Καθημερινή και τον Μάιο του 1988 αγόρασε και τη Βραδυνή.
Ζαλιστήκατε; Οι εκδότες των άλλων μέσων να δείτε τι έπαθαν.
Το αρχηγείο στην Παλλήνη
Οι μεγαλύτεροι ίσως θυμούνται την ορολογία «εντός ορίων πρωτευούσης». Τότε η Παλλήνη ήταν εκτός ορίων πρωτευούσης. Αυτό μεταφραζόταν ότι από την στιγμή που η εταιρεία δήλωνε την έδρα, εκτός, οι διαφημίσεις που ερχόντουσαν στοίχιζαν λιγότερο στον διαφημιζόμενο. Αυτό, συν το γεγονός ότι ο Κοσκωτάς έδινε μισθούς εξωπραγματικούς για την εποχή, συν ότι είχε και χαρτί ιλουστρασιόν για τα έντυπα του έκαναν τους υπόλοιπους εκδότες να περάσουν στην αντεπίθεση.
Αρχικά το 1986, το Έθνος του Γιώργου Μπόμπολα δημοσίευσε άρθρο με τίτλο Η Μαφία πίσω από τον Κοσκωτά. Ο Κοσκωτάς προσέφυγε στη Δικαιοσύνη, με δικηγόρο τον Γιάννη Μαντζουράνη (γραμματέα του υπουργικού συμβουλίου επί Ανδρέα Παπανδρέου), και κατάφερε να καταδικάσει τον εκδότη για συκοφαντική δυσφήμηση.
Την επόμενη χρονιά, οι 5 εκδότες (Χρήστος Λαμπράκης (Τα Νέα, Το Βήμα), ο Γιώργος Μπόμπολας (Έθνος), ο Χρήστος Τεγόπουλος (Ελευθεροτυπία), ο Γιώργος Κουρής (Αυριανή) και ο Άρης Βουδούρης (Ελεύθερος Τύπος) δημοσίευσαν ανοιχτή επιστολή στον πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου, εναντίον του «φαινομένου Κοσκωτά»
Η εκτόξευση πριν από την πτώση
Στις 8 Οκτωβρίου 1987, ο Κοσκωτάς βρέθηκε στην Ουάσιγκτον, καλεσμένος του ίδιου του τότε προέδρου των ΗΠΑ Ρόναλντ Ρίγκαν στον Λευκό Οίκο. Ενώ έμπαινε στον Λευκό Οίκο, συνελήφθη από πράκτορες της Υπηρεσίας Φορολογικής Δίωξης (IRS) για τα 64 αδικήματα τα οποία είχε διαπράξει ενώ ζούσε στις ΗΠΑ μέχρι το 1979. Ο Κοσκωτάς στη συνέχεια αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση ενός εκατομμυρίου δολαρίων, αλλά κρατήθηκε το διαβατήριό του, για να μην μπορεί να φύγει από τις ΗΠΑ μέχρι να γίνει η σχετική δίκη. Ο Κοσκωτάς μετέβη στην ελληνική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον όπου ανέφερε ότι έχασε το διαβατήριό του. Του παραχωρήθηκε ταξιδιωτικό έγγραφο, με το οποίο επέστρεψε στην Ελλάδα.
Φυσικά έστω και με καθυστέρηση τα νέα έρχονται και στην Ελλάδα και οι εκδότες άρχισαν πλέον να ζητούν κυβερνητική, αλλά και εισαγγελική παρέμβαση για τον οικονομικό έλεγχο των επιχειρήσεων του.
Μόνο που ο Κοσκωτάς δεν σταματάει και δίνει το επόμενο χτύπημά του. Αγοράζει το 51% των μετοχών της ΠΑΕ Ολυμπιακός από τον εφοπλιστή Σταύρο Νταϊφά έναντι 300 εκατομμυρίων δραχμών.
Και ξεκινάνε οι μεταγραφές με αποκορύφωμα τον Ούγγρου άσσο της εποχής, Λάγιος Ντέταρι. Όταν ο τελευταίος εμφανίστηκε επί ελληνικού εδάφους διοργανώθηκε μια απίστευτη φιέστα που ακόμα και σήμερα μνημονεύεται.
Και φυσικά οι περισσότεροι -εκτός από τους πολέμιους του εκδότες- έκαναν τα αδύνατα δυνατά να έρθουν σε επαφή μαζί του.
Όμως ο Ολυμπιακός ήταν το τελευταίο πυροτέχνημα.
Το 1988, που ούτως ή άλλως ήταν μια εκρηκτική χρονιά με τον τότε πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου να δίνει μάχη για την ζωή του στο Χέρφιλντ. Παράλληλα τον Οκτώβριο του 1988 ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Δημήτριος Χαλικιάς διέταξε την τοποθέτηση του Σπύρου Παπαδάτου ως επιτρόπου στην Τράπεζα Κρήτης. Ο Παπαδάτος έφερε στην επιφάνεια ότι ο Κοσκωτάς είχε κάνει συνολική υπεξαίρεση από την Τράπεζα Κρήτης του ποσού των 33,5 δισεκατομμυρίων δραχμών. Η υπεξαίρεση των καταθέσεων είχε ξεκινήσει από την εποχή ακόμα που ήταν υπάλληλος στην Τράπεζα. Με τα χρήματα αυτά αγόρασε όλες τις επιχειρήσεις του αλλά και δωροδοκούσε δημόσια πρόσωπα.
Ο Κοσκωτάς πούλησε εσπευσμένα την Τράπεζα Κρήτης στους εργολάβους Χρήστο Αρφάνη και Νίκο Χιώνη, τη «Γραμμή Α.Ε.» στον εφοπλιστή Γιάννη Αλαφούζο και την ΠΑΕ Ολυμπιακός στον επιχειρηματία Αργύρη Σαλιαρέλη. Ο τελευταίος τον βοήθησε να διαφύγει από την Ελλάδα, στις 5 Νοεμβρίου του 1988, αρχικά για τη Βραζιλία και στη συνέχεια για τις ΗΠΑ, όπου όμως συνελήφθη και κρατήθηκε στις φυλακές του Σάλεμ.
Η δικαιοσύνη μίλησε
Εκδόθηκε στην Ελλάδα το 1991. Καταδικάστηκε σε 25ετή κάθειρξη και αποφυλακίστηκε στις 16 Μαρτίου 2001, έχοντας εκτίσει τα 2/5 της ποινής του.
Σήμερα ο πρώην τραπεζίτης ζει κυρίως στο εξωτερικό και όταν έρχεται στην Ελλάδα φροντίζει να μην γίνεται αντιληπτός. Τα 5 παιδιά του ασχολούνται πλέον με επιχειρήσεις.
Η υπόθεση φωτίστηκε; Εδώ οι απόψεις διίστανται. Πολλοί υποστηρίζουν ότι ο φιλόδοξος επιχειρηματίας ήταν μια πρώτης τάξεως βιτρίνα για πολλά υπόγεια θέματα. Σε ένα παιχνίδι που έπιανε από τη χώρα μας και έφτανε μέχρι τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, ο Γιώργος Κοσκωτάς ήταν μεν το μεγαλύτερο σκάνδαλο στην χώρα μας, μέχρι τότε, αλλά κανείς ακόμα και από τους πρωταγωνιστές δεν είναι σίγουροι εάν ειπώθηκαν όλα όσα έπρεπε να ειπωθούν.
Σπύρος Δευτεραίος