Οι Ηνωμένες Πολιτείες –για άλλη μια φορά– δείχνουν την αφερεγγυότητά τους ως ηγέτιδα δύναμη του λεγόμενου δυτικού κόσμου. Η εξωτερική τους πολιτική εμφανίζεται ως μωσαϊκό αυθαιρεσίας και υποκρισίας, με πρόσφατο παράδειγμα τη Συρία.
Αφότου οι Αμερικανοί εκμεταλλεύτηκαν τους Κούρδους στη μάχη κατά του ISIS, σήμερα τους πιέζουν να υποταχθούν στον ισλαμιστή Αχμέντ αλ-Σάραα (πρώην Τζολάνι), ο οποίος κυβερνά τη Δαμασκό. Έτσι, σύμμαχοι που θυσίασαν αίμα κατά της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας εγκαταλείπονται, και νομιμοποιούνται δίκτυα που άλλοτε χαρακτηρίζονταν τρομοκρατικά.
Η ξαφνική απομάκρυνση Αμερικανών διπλωματών από τη Syria Regional Platform στην Κωνσταντινούπολη επιβεβαιώνει αυτή τη στροφή. Επισήμως αποδόθηκε σε διοικητική αναδιοργάνωση, ωστόσο πηγές την συνέδεσαν με διαφωνίες για την πίεση που ασκεί ο ειδικός απεσταλμένος Τομ Μπάρακ προς την κουρδική ηγεσία.
Ο Μπάρακ, που είναι και πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Τουρκία, επιδιώκει την πλήρη ενσωμάτωση των Κούρδων στο συριακό κράτος, προωθώντας συμφωνίες που βαφτίζει «πλαίσια ίσων δικαιωμάτων».
Στον αντίποδα, η Ρωσία επανεμφανίζεται δυναμικά στη συριακή σκακιέρα. Στις 31 Ιουλίου, ο Σύριος ΥΠΕΞ Σάιμπανι ζήτησε από τον Πούτιν την επανέναρξη ρωσικών στρατιωτικών περιπολιών στα νότια σύνορα με το Ισραήλ, ώστε να περιοριστεί η ισραηλινή ανάμειξη.
Η Μόσχα, παρά την πίεση του πολέμου στην Ουκρανία, δεν εγκαταλείπει τα στρατηγικά της ερείσματα στην Ταρτούς και στο Χμέιμιμ, ούτε το ρόλο της στη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Αντιθέτως με ψυχρό ρεαλισμό, αναπτύσσει δεσμούς με τη νέα συριακή ηγεσία και προσφέρει σιτηρά και στρατιωτική στήριξη, καλύπτοντας ανάγκες που οι εύποροι εταίροι του Κόλπου δεν μπορούν να καλύψουν.
Το ρωσικό άνοιγμα προς τη Δαμασκό υπηρετεί δύο στόχους: τη διατήρηση της επιρροής στη Μεσόγειο και τον περιορισμό της τουρκικής παρουσίας. Η Άγκυρα, με αυξανόμενο αποτύπωμα στη Συρία, ανησυχεί το Κρεμλίνο, καθιστώντας τον αλ-Σάραα παράδοξο αλλά αναγκαίο εταίρο.
Ακόμη και το Ισραήλ βλέπει θετικά την παρουσία ρωσικών δυνάμεων, θεωρώντας τες ασφαλέστερο αντίβαρο από την τουρκική ενίσχυση στα βόρεια σύνορά του.
Έτσι διαμορφώνεται μια λεπτή ισορροπία συμφερόντων, όπου οι άλλοτε εχθροί βρίσκουν κοινό έδαφος.
Η Ουάσινγκτον την ίδια στιγμή αποδεικνύει την επιλεκτική της ευαισθησία και στο Παλαιστινιακό. Ενώ δηλώνει «ανθρωπιστική ανησυχία», συνεχίζει να ασκεί βέτο σε διεθνή φόρα και να καλύπτει την ισραηλινή πολιτική στη Γάζα. Για τις ΗΠΑ, η ανθρώπινη ζωή φαίνεται να ζυγίζεται σε δολάρια και γεωπολιτικά συμφέροντα.
Στη δική μας περιοχή, η αμερικανική πολιτική εκφράζεται μέσω ενεργειακών κολοσσών όπως η Chevron, που προχωρούν σε έρευνες και συνεκμετάλλευση στην ελληνική υφαλοκρηπίδα χωρίς προηγούμενη οριοθέτηση ΑΟΖ. Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ αποσύρουν στήριξη από έργα στρατηγικής σημασίας για την Ελλάδα, όπως ο ηλεκτρικός διασυνδετήριος αγωγός με τη Σαουδική Αραβία, ενώ προωθούν δίκτυα με την ενεργό συμμετοχή της Τουρκίας.
Έτσι, η Άγκυρα κατοχυρώνει ρόλο-κλειδί στα ενεργειακά και ψηφιακά δίκτυα, ενώ η Αθήνα αρκείται σε τυπικές δηλώσεις επιτυχίας.
Όλες αυτές οι εξελίξεις δείχνουν πως οι ΗΠΑ δεν είναι πια μια αξιόπιστη ηγετική δύναμη. Η φιλοσοφία τους δεν βασίζεται σε αρχές και κανόνες, αλλά στην ισχύ των όπλων και στην κυριαρχία του δολαρίου.
Η ανθρωπότητα χρειάζεται ένα νέο πολυπολικό σύστημα ισορροπίας. Οι ΗΠΑ, αντί να ηγούνται, δείχνουν ολοένα και περισσότερο ότι είναι μια αφερέγγυα δύναμη που δεν μπορεί να εμπνεύσει ούτε εμπιστοσύνη ούτε ασφάλεια.