Είναι τρομερά ανησυχητικό να παρακολουθεί κανείς πόσο έτοιμη είναι η Άγκυρα να αντιμετωπίσει τις διαφαινόμενες εξελίξεις στην περιοχή που αφορούν και την Ελλάδα, και πόσο αδύναμη και αδρανής είναι η Αθήνα.
Στην ελληνική πρωτεύουσα η ηγεσία της κυβέρνησης και του υπουργείου Εξωτερικών έχουν οχυρωθεί πίσω από το δόγμα περί διεθνούς δικαίου, αλλά σε περιόδους ρευστότητας, όταν αναδιατάσσεται ολόκληρη η περιοχή, αυτό δεν ενδιαφέρει κανέναν.
Το δίκαιο που έχεις πρέπει να μπορείς να το υποστηρίξεις. Κανένας δεν θα σου χαρίσει τίποτε.
Η Αθήνα έχει εγκαταλείψει εδώ και αρκετά χρόνια αυτήν την προετοιμασία. Προετοιμασία όχι για να κάνει πόλεμο, αλλά για να τον αποτρέψει. Αντιθέτως, η Τουρκία, κατατασσόμενη στις αναθεωρητικές δυνάμεις, προετοιμάστηκε σε όλους τους τομείς. Στην οικονομία, την άμυνα, τη διπλωματία.
Το αποτέλεσμα; Η Αθήνα να μην μπορεί ούτε καν να παρακολουθήσει την πολιτική και τις κινήσεις της Άγκυρας. Οι εξελίξεις τη βρίσκουν συνεχώς ανενημέρωτη, και φυσικά απροετοίμαστη.
Μια τέτοια περίπτωση ήταν και η συνάντηση την Παρασκευή στην Κωνσταντινούπολη του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι και τον πρωθυπουργό της κυβέρνησης της Τρίπολης στη Λιβύη Αμπντελχαμίντ Ντμπεϊμπά. Όλο το πλαίσιο συζήτησης που διέρρευσε αφορά θέματα που απασχολούν απολύτως την Ελλάδα. Από ενεργειακά μέχρι μεταναστευτικά.
Φαίνεται λοιπόν να διαμορφώνεται ένας άξονας στην περιοχή από την Τουρκία, φυσικά την Τρίπολη που είναι ούτως ή άλλως δεδομένη για την Άγκυρα, αλλά και την Ιταλία που «παίζει» σε διπλό ταμπλό. Και με την Τουρκία και με την Ελλάδα/Γαλλία.
Το παράδοξο είναι ότι η συνάντηση είχε τις παρασκηνιακές ευλογίες των ΗΠΑ αλλά και της Μεγάλης Βρετανίας – και εδώ βρίσκεται το ανησυχητικό σημείο των εξελίξεων.
Η βρετανική πολιτική επαναδραστηριοποιείται με απώτερο στόχο, αν όχι τη διάλυση, την αποδυνάμωση της ΕΕ. Ήδη, το Λονδίνο μετά το Brexit έχει συνάψει μια σειρά συμφωνιών με τις Βρυξέλλες που θα μπορούσαν να τους δώσουν τον τίτλο της «Ειδικής σχέσης». Επιδιώκει να πετύχει το ίδιο και για την Τουρκία, ώστε ο άξονας Λονδίνο-Άγκυρα να επηρεάζει τις εξελίξεις σε βαθμό που να ακυρώσουν αυτό που σήμερα συγκροτεί την Ένωση.
Το μόνο πεδίο που έχει κάποια πλεονεκτήματα δράσης η Ελλάδα. Ήδη όσα συμβαίνουν με την αμυντική πολιτική της Ένωσης και την σχέση της με την Τουρκία δεν είναι καλός οιωνός.
Η Τουρκία συμμετέχει στην Ένωση από την πίσω πόρτα απειλώντας με πόλεμο ένα μέλος της και έχοντας υπο κατοχήν μέρος ενός άλλου.
Το πλέον ανησυχητικό όμως είναι ότι, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές του εξωτερικού, η Βρετανία δεν αποκλείεται να εξωθήσει τις εξελίξεις ακόμη και σε έναν σύντομο πόλεμο Ελλάδας-Τουρκίας, έναν blitzkrieg (κεραυνοβόλο πόλεμο) για το οποίο η Άγκυρα είναι έτοιμη, αλλά όχι και η Αθήνα. Προς την κατεύθυνση αυτών των σεναρίων εργάζεται η δραστήρια πρέσβης της Βρετανίας στην Άγκυρα, η οποία προηγουμένως διετέλεσε πρέσβης στη Ρώμη και φρόντισε για την τριμερή της Κωνσταντινούπολης.
Ένας τέτοιος πόλεμος θα διαμόρφωνε το πεδίο στην περιοχή σε βάρος της Ελλάδας. Θα αποτελούσε εξάλλου –όσο και φαίνεται περίεργο–, μια ανακούφιση και για το Ισραήλ που πιέζεται υπό το βάρος της Τουρκίας στη Συρία.
Άλλωστε, και η ισραηλινή κυριαρχία στη Μέση Ανατολή δεν ευνοεί την Βρετανία, η οποία εξοβελίστηκε από τα άλλοτε αποικιακά εδάφη της και δεν μπορεί να το χωνέψει.
Η σχέση Βρετανίας-Τουρκίας είναι δοκιμασμένη και το Λονδίνο διαδραμάτισε ύπουλο ρόλο ακόμη και κατά το 1922.
Το ερώτημα που έθετε πάντοτε η Βρετανία είναι ποιος θα μπορούσε να εξυπηρετήσει καλύτερα τα συμφέροντά της – Ελλάδα ή Τουρκία. Και σήμερα γέρνει εμφανώς προς την Άγκυρα, από την οποία έχει μεγάλες προσδοκίες.
Η παραπάνω ανάλυση των ξένων διπλωματικών πηγών πρέπει να συνδυαστεί με δημοσιεύματα που βλέπουν τις τελευταίες ημέρες το φως της δημοσιότητας σε ισραηλινά ΜΜΕ· προειδοποιούν και ανησυχούν για τα κατεχόμενα στην Κύπρο, ότι πρέπει να αποτελούν πηγή ανησυχίας για το Ισραήλ διότι οι κίνδυνοι από εκεί είναι πολλοί.
Κατά τα δημοσιεύματα αυτά μια συνεργασία Ισραήλ-Ελλάδας και Κύπρου για την απελευθέρωση των Κατεχομένων πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο προβληματισμού για το Ισραήλ.
Είναι ένα επικίνδυνο σενάριο, το οποίο πρέπει να δει με μεγάλη προσοχή και επιφύλαξη η Αθήνα. Το Κυπριακό πρέπει να λυθεί με ειρηνικές διαπραγματεύσεις.
Άλλωστε, μια τέτοια εξέλιξη που υπονοούν τα ισραηλινά δημοσιεύματα δεν θα έχει καμιά τύχη αν δεν υποστηριχθεί από τις ΗΠΑ.
Και οι ΗΠΑ στη διαμάχη Ισραήλ-Τουρκίας κρατούν μεσοβέζικη θέση.