Η συζήτηση για το τι είναι τελικά η Ευρώπη και τι προσέφερε στους λαούς της δεν μπορεί να είναι μονόπλευρη. Δεν μπορεί να είναι ούτε λιβανιστήρι για τη «μεγάλη ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης», ούτε απόλυτη απόρριψη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια σύνθετη κατασκευή που γεννήθηκε για να αποτρέψει πολέμους, να ενισχύσει την κοινή οικονομική ανάπτυξη και να ενσωματώσει τον κοινωνικό παράγοντα σε ένα υπερεθνικό σχήμα. Δεν θα έλεγα ότι πέτυχε αλλά και χωρίς αυτήν τα πράγματα θα ήταν χειρότερα.
Η Ευρώπη, από την πλευρά των κοινωνιών, δημιούργησε προσδοκίες. Οι πολίτες περίμεναν περισσότερη δημοκρατία, μεγαλύτερη ασφάλεια, βελτίωση στο βιοτικό επίπεδο. Τι πήραν; Πιο συγκεντρωτική διακυβέρνηση, περιορισμό της δημοκρατίας, απόσταση των κέντρων εξουσίας από τις κοινωνίες και κυρίως, μια απαξιωτική αδιαφορία για τις περιφέρειες.
Όμως το ερώτημα είναι: και αν δεν υπήρχε η Ευρώπη; Αν δεν υπήρχαν ευρωπαϊκοί θεσμοί όπως η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία; Θα γνωρίζαμε άραγε ποτέ ότι πρώην υπουργοί της ελληνικής κυβέρνησης εμπλέκονται σε σκάνδαλο κατασπατάλησης κοινοτικών κονδυλίων μέσω του ΟΠΕΚΕΠΕ;
Από την άλλη, το παράδειγμα της Βουλγαρίας, όπως καταγράφεται σε διεθνή έρευνα, είναι αποκαλυπτικό για την αδιαφορία της Ένωσης για την Περιφέρεια. Από τα 16,3 δισ. ευρώ που εισέρευσαν από την ΕΕ από το 2007, τα περισσότερα κατέληξαν στη Σόφια. Οι αγροτικές περιοχές και οι μικροί δήμοι έμειναν πίσω, χωρίς υποδομές, χωρίς βασικές υπηρεσίες. Και όμως, αυτή η άνιση κατανομή δεν ήταν ατύχημα. Ήταν συνέπεια ενός σχεδιασμού που ευνοεί τη συγκέντρωση πόρων και εξουσιών στα κέντρα, αφήνοντας τους υπόλοιπους στο έλεος των «εθνικών ελίτ».
Η ίδια εικόνα υπάρχει και στην Ελλάδα. Μια χώρα που έχει φτάσει να υστερεί όχι μόνο έναντι της ΕΕ αλλά και των Βαλκανίων. Από τις περιφερειακές ανισότητες μέχρι το αδιαφανές καθεστώς των ΜΜΕ, η χώρα λειτουργεί περισσότερο ως μαφιόζικο φέουδο παρά ως σύγχρονη δημοκρατία. Και η Ευρώπη, αντί να ανακόψει αυτή την πορεία, την ανέχεται –πολλές φορές τη χρηματοδοτεί.
Κι όμως, αυτή η ίδια Ευρώπη ήταν που έφερε στο φως μια σκοτεινή υπόθεση. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία –και όχι η ελληνική δικαιοσύνη– ήταν αυτή που ερεύνησε, συγκέντρωσε στοιχεία, έκανε έφοδο και διαβίβασε δικογραφία στη Βουλή για δύο πρώην υπουργούς, τον Μάκη Βορίδη και τον Λευτέρη Αυγενάκη, για πιθανή εμπλοκή στην κακοδιαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων. Και μιλάμε για κονδύλια που υποτίθεται θα ενίσχυαν την ελληνική αγροτική ανάπτυξη. Αντ’ αυτού, κατέληξαν –όπως φαίνεται– σε στημένα σχέδια, πλασματικά βοσκοτόπια, και ύποπτες επιδοτήσεις χωρίς αντίκρισμα.
Αν δεν υπήρχε η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, υπάρχει κανείς που να πιστεύει ότι αυτά θα ερευνούνταν ποτέ στην Ελλάδα; Ότι η Δικαιοσύνη –η οποία αποδεδειγμένα τελεί υπό πολιτικό έλεγχο– θα τολμούσε να ακουμπήσει εν ενεργεία ή πρώην υπουργούς; Ότι τα ελληνικά ΜΜΕ –με τα γνωστά γραφεία Τύπου του Μαξίμου– θα αναδείκνυαν το θέμα χωρίς να περιμένουν «γραμμή»;
Ας είμαστε ειλικρινείς. Η ευρωπαϊκή επιτήρηση είναι πολλές φορές υποκριτική και αναποτελεσματική. Αλλά είναι το μόνο που απέμεινε να θυμίζει ότι υπάρχει και μια άλλη εξουσία πέρα από το ελληνικό πολιτικό και μιντιακό καθεστώς. Ότι υπάρχει έστω ένας μηχανισμός ελέγχου που δεν ελέγχεται πλήρως από τα ίδια συμφέροντα.
Η αποτυχία της ΕΕ να δημιουργήσει ένα δίχτυ προστασίας για τις ευρωπαϊκές κοινωνίες είναι δεδομένη.
Από την απουσία κοινωνικής πολιτικής μέχρι την ανοχή σε μαφιόζικες κυβερνήσεις, η Ένωση μετατράπηκε από φεντεραλιστικό όραμα σε εργαλείο ελίτ.
Αν συνεχίσει έτσι, θα καταρρεύσει – και δικαίως. Γιατί δεν μπορεί να συνεχίσει να συγκεντρώνει εξουσία χωρίς να παρέχει δημοκρατία και δικαιοσύνη.
Και όμως, σε αυτή τη σκοτεινή πραγματικότητα, η ΕΕ παραμένει ίσως το μόνο εργαλείο που μπορεί να ανακόψει τη γενικευμένη σήψη. Όχι γιατί είναι αθώα. Αλλά γιατί λειτουργεί με μηχανισμούς που, όσο ατελείς και αν είναι, δεν είναι πλήρως ελεγχόμενοι από το εγχώριο πολιτικό σύστημα. Η Δικαιοσύνη στην Ελλάδα έχει παραδώσει τα όπλα – ή τουλάχιστον έτσι δείχνει. Η κοινωνία έχει εκπαιδευτεί στον κυνισμό και την αποδοχή της διαφθοράς ως κανονικότητας. Τα ΜΜΕ δεν είναι τέταρτη εξουσία αλλά εργαλείο νομιμοποίησης της πρώτης.
Άρα, ναι: η Ευρώπη απέτυχε. Αλλά και μόνο που υπάρχει, φέρνει έστω και καθυστερημένα μια μικρή πιθανότητα να δούμε τον καθρέφτη. Να δούμε ποιοι είμαστε, ποιοι μας κυβερνούν, και πόσο κοστίζει η ανοχή μας. Αν κάποιος πιστεύει πως χωρίς την ΕΕ θα τα καταφέρναμε καλύτερα, ας αναλογιστεί: Ποιος Έλληνας δικαστής θα τολμούσε να ακουμπήσει τον Βορίδη και τον Αυγενάκη;
Κι αν τελικά αποδειχθούν αθώοι, τόσο το καλύτερο. Αλλά ας μην ξεχνάμε: η Δικαιοσύνη είναι πρώτα διαδικασία και μετά αποτέλεσμα. Κι αυτή την πολύτιμη διαδικασία –ευτυχώς ή δυστυχώς– στην Ελλάδα την εξασφαλίζει σήμερα μόνο η Ευρώπη.