Περισσότερη ισότητα, αλλά αλλαγές με πολύ αργούς ρυθμούς, διαπιστώνει η έκθεση της Κομισιόν για την ισότητα γυναικών και ανδρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που δόθηκε στη δημοσιότητα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. Η καταπολέμηση της βίας, η γεφύρωση του μισθολογικού χάσματος και η διαμόρφωση των συνθηκών για την ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της οικογενειακής ζωής, συνεχίζουν να αποτελούν θέματα που απασχολούν την Επιτροπή Γιούνκερ, η οποία έχει αναλάβει δράση για τη βελτίωση της θέσης των γυναικών στην Ευρώπη.
Οι γυναίκες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο φτώχειας, με μισθούς κατά μέσο όρο 16% χαμηλότερους από τους αντίστοιχους των ανδρών. Αυτό μεταφράζεται και σε συνταξιοδοτικό χάσμα.
Αν και το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών στην Ένωση το 2017 έφτασε στο (πρωτοφανές) υψηλό επίπεδο του 66,4%, πέρσι οκτώ κράτη-μέλη έλαβαν συστάσεις για τη βελτίωση της συμμετοχής στους στην αγορά εργασίας. Πρόκειται για την Αυστρία, την Τσεχία, τη Γερμανία, την Εσθονία, την Ιρλανδία, την Ιταλία, την Πολωνία και τη Σλοβακία).
Επιπλέον, οι περισσότερες θέσεις στα κοινοβούλια και στις κυβερνήσεις είναι σε χέρια ανδρών, και μόνο στα 6 από τα 28 εθνικά κοινοβούλια επικεφαλής είναι γυναίκες. Στο Ευρωκοινοβούλιο τον Νοέμβριο του 2018 οι γυναίκες αντιπροσώπευαν το 36,4% των βουλευτών, ποσοστό ελαφρώς χαμηλότερο από το ιστορικά υψηλό 37,3% που επιτεύχθηκε στα τέλη του 2016. Η Φινλανδία ξεχωρίζει σαφώς, με το 76,9 % των ευρωβουλευτών της να είναι γυναίκες.
Αν και το 30,5% των υπουργών είναι γυναίκες, υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι τείνουν να λαμβάνουν χαρτοφυλάκια που θεωρείται ότι έχουν χαμηλότερη πολιτική προτεραιότητα. Στον δε επιχειρηματικό κόσμο, μόλις το 6,3% των θέσεων διευθύνοντος συμβούλου στις μεγάλες εισηγμένες εταιρείες είναι σε γυναικεία χέρια.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, πάντως, στο πλαίσιο που έθεσε ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, στοχεύει έως το τέλος 2019 το 40% των θέσεων μεσαίας και κατώτερης διοίκησης να καλύπτονται από γυναίκες. Η ισότητα γυναικών και ανδρών, άλλωστε, αποτελεί θεμελιώδη αξία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατοχυρώθηκε εξ αρχής, καθώς η Συνθήκη της Ρώμης περιέχει διάταξη για την ισότητα των αμοιβών.