Το ρήμα μιτζουτζάχκομαι (ή μουτζουτζάχκομαι) το χρησιμοποιούσαν στην Οινόη.
Προκύπτει από το επίθετο μιτζούτζικος (και μικκούτζικος) και σημαίνει νεάζω, προσποιούμαι ότι είμαι νεότερος, κρύβω τα χρόνια μου.
- Με πληροφορίες από το Ιστορικό λεξικό της ποντικής διαλέκτου, του Άνθιμου Α. Παπαδόπουλου.
- Βρείτε, μάθετε και διαδώστε την έννοια ακόμα περισσότερων ποντιακών λέξεων και φράσεων στο λεξικό του pontos-news.gr.