Άρθρο του Μάρκους Φέλντνκίρχεν (Markus Feldenkirchen) στο spiegel.de.
Ο φόβος ότι ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να ακυρώσει τη συμφωνία για το προσφυγικό και να επιτρέψει μάζες μεταναστών να βρουν το δρόμο τους προς τη Γερμανία έχει δεσμεύσει τις πολιτικές της Άνγκελας Μέρκελ απέναντι στον αυταρχικό ηγέτη.
Είναι η ώρα να βρούμε μια ευρωπαϊκή λύση που θα μειώνει την εξάρτησή μας από την Τουρκία.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θέλει να εκφωνήσει έναν μεγάλο λόγο στην Γερμανία σύντομα. Ελπίζει να τον χρησιμοποιήσει σαν μια ευκαιρία για να προωθήσει τις προτεινόμενες αλλαγές στο τουρκικό σύνταγμα που θα είναι το αποφασιστικό βήμα στη μεταμόρφωση της χώρας του από ένα αυταρχικό, δεσποτικό κράτος σε δικτατορία. Είναι ο ορισμός του θράσους: Ο Τούρκος πρόεδρος θέλει να επωφεληθεί των ελευθεριών του συναθροίζεσθαι και της έκφρασης που έχουμε στη Γερμανία, ώστε να προωθήσει την εξάλειψη ακριβώς αυτών των αστικών ελευθεριών στην Τουρκία. Πρέπει να το δεχτούμε αυτό;
Υπάρχουν ισχυρές φωνές εκεί έξω που θα ήθελαν να απαγορεύσουν τις εμφανίσεις του Ερντογάν και των μελών του υπουργικού συμβουλίου που ελέγχει. Κάποιες πόλεις έχουν ήδη επισήμως ακυρώσει τις προγραμματισμένες εκδηλώσεις, επικαλούμενες πιθανά θέματα ασφαλείας. Αυτές οι ακυρώσεις έκαναν τον Ερντογάν το σαββατοκύριακο να τις συγκρίνει με μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι Ναζί –μια σύγκριση τόσο εξωφρενική όσο και ανόητη–, κλιμακώνοντας περαιτέρω την ένταση μεταξύ Γερμανών και Τούρκων πολιτικών.
Ωστόσο εκείνοι που επιδιώκουν την απαγόρευση ομιλιών επειδή δεν τους αρέσει το περιεχόμενό τους, απλώς επιδεικνύουν τα ίδια αντανακλαστικά με τον δεσπότη. Στα μέσα Φεβρουαρίου η τουρκική Δικαιοσύνη, υπό τον έλεγχο του Ερντογάν, συνέλαβε τον Ντενίζ Γιουτζέλ, ανταποκριτή στην Τουρκία της καθημερινής εφ. Die Welt και πολίτη διπλής (γερμανικής-τουρκικής) υπηκοότητας, επειδή τα άρθρα του δεν είναι αρεστά στο καθεστώς. Περισσότεροι από 150 δημοσιογράφοι έχουν ήδη σιγήσει υπό τον καταπιεστικό μηχανισμό του Ερντογάν.
Εκδηλώσεις συμπαράστασης στον Ντενίζ Γιουτζέλ στο Γκάγκεναου, όπου επρόκειτο να μιλήσει ο Τούρκος υπουργός Δικαιοσύνης (φωτ.: EPA / Ronald Wittek)
Οι Γερμανοί πολιτικοί θα πρέπει επίσης να αποφύγουν την κενή εκδίκηση. Οι ταξιδιωτικές οδηγίες ή οι οικονομικές κυρώσεις τις οποίες κάποιοι προτείνουν, είναι πράξεις επιπόλαιες που μπορεί να ικανοποιήσουν μια ανάγκη εκδίκησης, αλλά δεν θα βοηθήσουν κανέναν. Όσο δύσκολο κι αν είναι, η συνέχιση του διαλόγου με τον Ερντογάν και το καθεστώς του παραμένει ζωτικής σημασίας, αν μη τι άλλο για να βοηθηθούν τα θύματα του καθεστώτος – όπως ο Γιουτζέλ. Αλλά αυτός ο διάλογος πρέπει να γίνεται με αυτοπεποίθηση, με ανεξαρτησία, και σε αρμονία με τα πιστεύω μας.
Οδηγούμενη από φόβο
Δυστυχώς, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και η κυβέρνησή της είναι οτιδήποτε παρά βέβαιοι όταν πρέπει να αντιμετωπίσουν τον Ερντογάν. Αντιθέτως είναι θλιβερά αμήχανοι, κι αυτό πρωτίστως διότι οι πολιτικές της Μέρκελ για την Τουρκία υπαγορεύονται κυρίως από φόβο. Την παραλύει η ανησυχία ότι ο Ερντογάν μπορεί να θέσει τέρμα στη συμφωνία για το προσφυγικό – μια απειλή που έχει κατ’ επανάληψη εκτοξευθεί. Ο στόχος της συμφωνίας δεν είναι τόσο περίπλοκος: ο Ερντογάν, του οποίου η χώρα φιλοξενεί περίπου 3 εκατ. πρόσφυγες, έχει συμφωνήσει να αποτρέψει μεταναστευτικά κύματα προς τη Γερμανία, και για τις υπηρεσίες του ως θυρωρός έχει εισπράξει ένα γενναίο χρηματικό ποσό. Και δεν μιλάμε απλώς για τα δισεκατομμύρια ευρώ για την φροντίδα των προσφύγων στην Τουρκία, αλλά και για την επαίσχυντη σιωπή ως προς την καταπάτηση της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Δεδομένου ότι ένα νέο κύμα προσφύγων θα μπορούσε να καταστρέψει τις πιθανότητες της Μέρκελ για επανεκλογή το προσεχές φθινόπωρο, η καγκελάριος είναι εμφανώς υποταγμένη στην προσέγγισή της με τον Ερντογάν.
Όταν πέρυσι ο Γερμανός κωμικός Γιαν Μπέμερμαν απήγγειλε ένα αγρίως επικριτικό ποίημα για τον Ερντογάν στον αέρα, η Μέρκελ άμεσα το αποκήρυξε ως «σκοπίμως υβριστικό». Η προληπτική υποταγή δύσκολα εκλαμβάνεται ως αξιοπρέπεια. Στον αντίποδα, το γεγονός ότι ο στρατός του Ερντογάν καταστρέφει κουρδικά χωριά και φυλακίζει όχι μόνο δημοσιογράφους αλλά και αμέτρητους δημόσιους λειτουργούς, σπανίως σχολιάζεται (αν ποτέ σχολιάζεται) από τη γερμανική κυβέρνηση. Αντιθέτως η Μέρκελ υπέβαλε τα σέβη της στον πρόεδρο σε δύο περιστάσεις ενόψει κρίσιμων ψηφοφοριών στην Τουρκία, και με αυτόν τον τρόπο (ενσυνειδήτως ή όχι) έγινε συνεργός.
Από την πρόσφατη (2/2/2017) επίσκεψη Μέρκελ στην Άγκυρα (φωτ.: EPA / Tumay Berkin)
Η κυβέρνηση Μέρκελ έχει επίσης αντιδράσει παράξενα στην περίπτωση του δημοσιογράφου Γιουτζέλ. Δεν ήταν σύμπτωση που ο Τούρκος πρέσβης στο Βερολίνο προσκλήθηκε να συμμετάσχει σε μια συνάντηση για να συζητηθεί το θέμα. Όταν όμως οι κυβερνήσεις επιθυμούν να στείλουν ένα ξεκάθαρο μήνυμα αποδοκιμασίας κλητεύουν τους πρέσβεις, όπως έκανε η τουρκική κυβέρνηση στον Γερμανό πρέσβη την Πέμπτη, όταν οι Αρχές του Γκάγκεναου ακύρωσαν μια εκδήλωση προπαγάνδας με τον Τούρκο υπουργό Δικαιοσύνης. Αλλά ακόμη κι αυτό παραπάει για αυτήν τη γερμανική κυβέρνηση, παρόλο που ένας από τους πολίτες της έχει στερηθεί της ελευθερίας του για τον απλό λόγο ότι έκανε τη δουλειά του –βοηθώντας την προάσπιση της ελευθερίας.
Για να αποπνεύσει εμπιστοσύνη και να ενεργήσει ακόμη μια φορά σύμφωνα με τις γερμανικές αξίες, η Μέρκελ πρέπει να υπερνικήσει το φόβο της μια για πάντα.
Αυτό δεν σημαίνει να τερματίσει η ίδια τη συμφωνία για το προσφυγικό, αλλά πρέπει να σταματήσει να λειτουργεί υπό το φόβο μήπως το πράξει ο Ερντογάν. Είναι καιρός να αναπτύξουμε εναλλακτικές προωθώντας μια ευρωπαϊκή προσφυγική πολιτική που δεν θα αναθέτει στην Τουρκία την προστασία των ευρωπαϊκών συνόρων, αλλά αντιθέτως θα επιφορτίζει την ίδια την ΕΕ με αυτήν την ευθύνη. Οι χώρες κλειδιά που εμπλέκονται στην προσφυγική κρίση, συμπεριλαμβανομένων της Ιταλίας και της Ελλάδας, πρέπει να ενισχυθούν τόσο οικονομικά όσο και σε επίπεδο ειδικών και υποδομών που απαιτούνται ώστε να εγγράφονται οι μετανάστες στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, να εξετάζονται όλες οι υποθέσεις και να λαμβάνονται οι αποφάσεις για το αν πρέπει να απελαθούν ή όχι.
Τώρα είναι η ώρα να απελευθερωθεί η Ευρώπη από τα δεσμά του Ερντογάν.
Μετάφραση: Παναγιώτης Μπαλακτάρης.