Η Τρούμπα πήρε το όνομά της ως παραφθορά της λέξης «τρόμπα», της βρύσης δηλαδή στο δυτικό τμήμα της Τερψιθέας (στη διασταύρωση της σημερινής λεωφόρου 2ας Μεραρχίας με την παραλιακή) απ΄ όπου για πολλά χρόνια μετά την τοποθέτησή της τη δεκαετία του 1860, τροφοδοτούνταν τα ατμόπλοια του Πειραιά. Έτσι ονομάστηκε η περιοχή της Τερψιθέας στα σύνορα του κεντρικού λιμανιού και της Ακτής Μιαούλη ίσαμε την οδό Κολοκοτρώνη. Για την ακρίβεια, τα όρια της θρυλικής Τρούμπας εκτείνονταν ανάμεσα σε δύο εκκλησίες. Τον Άγιο Νικόλαο και τον Άγιο Σπυρίδωνα.
«Καρδιά» της ήταν η οδός Νοταρά, όπου κατά κανόνα βρίσκονταν οι οίκοι ανοχής, ξενοδοχεία που χρέωναν με την ώρα και γραφεία γιατρών εξειδικευμένων στα αφροδίσια νοσήματα.
Στους γειτονικούς δρόμους, τη Φίλωνος, τη Σκουζέ και την Κολοκοτρώνη, λειτουργούσαν τα μπαρ και τα καμπαρέ.
Ο Πειραιάς ως το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, προσφερόταν για «ερωτικές συναλλαγές», λόγω των ναυτικών. Βέβαια μιλάμε για μια αστική περιοχή όπου όσο «φούντωνε» ο μύθος της περιοχής, μετά το ’40, τόσο γινόταν τραγική η ζωή των κατοίκων οι οποίοι ουδεμία σχέση είχαν με το… άθλημα.

Θεωρητικά η ιστορία της Τρούμπας τελείωσε τον Σεπτέμβριο του 1967 όταν η χούντα και ο τότε δήμαρχος Πειραιά Αριστείδης Σκυλίτσης, έκλεισαν τους οίκους ανοχής. Έμειναν μεν τα καμπαρέ και τα μπαρ, αλλά και αυτά σιγά-σιγά οδηγήθηκαν σε μαρασμό.
Να όμως που και πριν από λίγα χρόνια στον δεύτερο κύκλο από τις τηλεοπτικές Άγριες μέλισσες και φέτος με την πετυχημένη σειρά Porto Leone η μυθολογία της Τρούμπας επανήλθε. Έγχρωμη φυσικά, high definition και με σημερινή ματιά.
Τι συνέβαινε τότε
Τον 19ο αιώνα, στον Πειραιά και συγκεκριμένα στην περιοχή Βούρλα, λειτουργούσαν τα πρώτα γκετοποιπημένα πορνεία. Ήταν σαν στρατόπεδα συγκεντρώσεων, με μικρά σπίτια και μακριά από τον αστικό ιστό της πόλης.
Το 1937, η περιοχή επιλέγεται για εγκατάσταση σωφρονιστικού ιδρύματος και οι εκτοπισμένες πόρνες συγκεντρώνονται πέριξ της Τρούμπας –όπου λειτουργούν ήδη μπαρ και καμπαρέ.
Και εκεί ξεκινάει ο μύθος της περιοχής. Και ορισμένες «εργαζόμενες» συντέλεσαν σε αυτόν. Μερικές από τις πιο γνωστές ήταν: Η Δέσποινα η βιτριολίστρια, που καταδικάστηκε σε φυλάκιση όταν έριξε βιτριόλι στο πρόσωπο του αφεντικού και αγαπητικού της –ιδιοκτήτη του μπαρ Puerto Rico. Αλλά και η Τζεμιλέ που εργαζόταν στο διώροφο μαγαζί για λεσβίες της οδού Σκουζέ, όπως γράφει ο Βασίλης Πισιμίσης στο βιβλίο Τρούμπα, Βούρλα, Λιμάνι – Χώρος και μνήμη του πειραϊκού περιθωρίου στον 20ό αιώνα.
Η Τερέζα η Κεφαλονίτισσα είχε βίτσιο να διαθέτει τον ομορφότερο αγαπητικό στην Τρούμπα. Η Μπέμπα, γνωστή και ως «δασκάλα του έρωτα», είχε ταλέντο να μαζεύει για πελατεία πιτσιρικάδες. Εξίσου γνωστές ιερόδουλες ήταν η Μπουμπού στα Καρβουνιάρικα, η Σούλα η κοκκινομάλλα, η Ερμίνα, η Έλσα, η Φανή, η Χαρούλα, η Λούλα η «κολόνα» –λόγω του ότι ήταν ψηλή και αδύνατη‒ και άλλες.
Όσον αφορά το «γράμμα του νόμου»; Εννοείται πως οι εργαζόμενες ήταν περισσότερες από τις δηλωμένες. Ειδικά όταν ερχόταν ο 6ος Αμερικανικός στόλος, η ζήτηση για γυναίκες ήταν μεγάλη. Και φυσικά οι τιμές –ποτού, συνέρρευσης– εκτοξευόντουσαν στα ύψη.
Από την άλλη το 95% των παραβάσεων που διαπιστώθηκαν στην Τρούμπα, στις αρχές της δεκαετίας του 1960, αφορούσαν άγρα πελατών («ψάρεμα»), εταιρισμό / έκδοση δίχως άδεια και μη παρακολούθηση της εκδιδόμενης από ιατρό κατά τα προβλεπόμενα δις την εβδομάδα δίχως να λείπουν βέβαια και οι περιπτώσεις δολοφονιών / ξεκαθαρίσματος λογαριασμών που σχετίζονταν με υποθέσεις μαστροπείας, προστασίας εκδιδομένων, διακίνησης ναρκωτικών ουσιών, χρεών από χαρτοπαιξίες.

Από τη Μελίνα, στη Μελίνα
Ο ελληνικός κινηματογράφος δεν έμεινε ασυγκίνητος στη θεματολογία της Τρούμπας. ΦΥΣΙΚΑ τα γυρίσματα όλων των ταινιών –πλην μιας που θα δείτε παρακάτω– έγιναν σε πλατό, γιατί ποιος τολμούσε να κατέβει με κάμερα στην περιοχή;
Θεωρητικά η πρώτη ταινία που είχε ηρωίδα μια γυναίκα του λιμανιού ήταν η Αγνή του λιμανιού, το 1951. Και λέμε θεωρητικά, γιατί αρκετές ταινίες που γυρίστηκαν ειδικά στη δεκαετία του ’40 έχουν χαθεί.

Η Αγνή του λιμανιού λοιπόν ήταν ένα καλογυρισμένο μελόδραμα με πρωταγωνιστικό ζευγάρι τον Αλέκο Αλεξανδράκη και την Ελένη Χατζηαργύρη. Η τελευταία έδωσε την καλύτερη κινηματογραφική της ερμηνεία, όμως δεν ήταν η πρώτη επιλογή του σκηνοθέτη. Ο Γιώργος Τζαβέλας είχε προτείνει στον Φιλοποίμην Φίνο, την Μελίνα Μερκούρη. Η Μελίνα ήταν μεν πρωταγωνίστρια πρώτης γραμμής στο θέατρο, αλλά δεν είχε κάνει τίποτα στο σινεμά. Όμως ο Φίνος δεν την ήθελε καθώς μεταξύ άλλων την θεωρούσε πολύ υπερβολική ως εμφάνιση για την εποχή. Για την ιστορία στην ταινία κάνει την μια και μοναδική εμφάνιση του σε ταινία ο Μάνος Χατζιδάκις. Υποδύεται έναν πιανίστα στο καμπαρέ που παίζει το «Χάρτινο το φεγγαράκι» που είχε ερμηνεύσει δύο χρόνια πριν στο θεατρικό Λεωφορείον ο πόθος η Μερκούρη.
Όμως η Μελίνα όχι μόνο πήρε τη ρεβάνς της με τα χρόνια, αλλά το 1960 με το Ποτέ την Κυριακή πέρασε τον Ατλαντικό και έφτασε μέχρι την οσκαρική 5άδα.

Ασχέτως ότι δεν κέρδισε, καθώς το Όσκαρ πήγε στην Ελίζαμπεθ Τέϊλορ στην ταινία Ζήσαμε στην αμαρτία όπου υποδυόταν μια… συνάδελφο της Ίλια, της ηρωίδας δηλαδή που σφράγισε την κινηματογραφική καριέρα της Μελίνας.
Τα κόκκινα φανάρια
Στην αρχή ήταν θεατρικό που έγινε τεράστια επιτυχία. Ο λόγος για τα Κόκκινα φανάρια του Αλέκου Γαλανού που ανέβηκε στο θέατρο «Πορεία» σε σκηνοθεσία Αλέξη Δαμιανού. Ανάμεσα στις ηθοποιούς που πρωταγωνιστούσαν στο θεατρικό ήταν οι Μαίρη Χρονοπούλου, Αλεξάνδρα Λαδικού και Κατερίνα Χέλμη. Και οι τρεις τους πέρασαν στην κινηματογραφική μεταφορά που σκηνοθέτησε ο Βασίλης Γεωργιάδης.

Η ταινία όχι απλά γνώρισε τεράστια επιτυχία, αλλά έγινε η δεύτερη από τις πέντε ελληνικές ταινίες που είχαν μπει υποψήφιες για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Και μπορεί τότε το φιλμ να έχασε από το 8 1/2 του Φεντερίκο Φελίνι, αλλά η ταινία παραμένει ως σήμερα αξεπέραστη.
Όσον αφορά το θεατρικό έχει ανέβει μέχρι τις μέρες μας αρκετές φορές. Είτε ως μιούζικαλ , είτε ως την τρανς εκδοχή του πριν λίγα χρόνια σε σκηνοθεσία Βασίλη Μπισμπίκη.

Η θητεία της Καρέζη
Η Τζένη Καρέζη εκτός από τα Κόκκινα φανάρια είχε κολλήσει ένσημα στην Τρούμπα και σε άλλες τρεις ταινίες. Αρχικά το 1959, στο μελό Ναυάγια της ζωής της Μαρίας Πλυτά. Εκεί υποδυόταν μια κοπέλα που όταν ο πατέρας της έμαθε τη σχέση της μ’ έναν φοιτητή την έδιωξε από το σπίτι. Τότε την περιέθαλψε μια κυρία, που όμως είχε οίκο ανοχής και την έβαλε στη δουλειά. Εκεί, την Καίτη, θα τη γνωρίσει και θα την ερωτευτεί ο αδερφός της, ο οποίος αγνοεί πως πρόκειται για την αδερφή του. Η κοπέλα επιχειρεί να αυτοκτονήσει, αλλά για καλή της τύχη θα μεταφερθεί στο νοσοκομείο όπου εργάζεται σαν γιατρός ο παλιός αγαπημένος της.

Το 1963, την ίδια χρονιά με τα Κόκκινα φανάρια, η Καρέζη γίνεται «Λόλα» στην ομώνυμη ταινία του Ντίνου Δημόπουλου , με την μυθική ατάκα «Είναι πολλά τα λεφτά Άρη» που έλεγε ο Σπύρος Καλογήρου στον Νίκο Κούρκουλο. Και βέβαια την πρώτη εμφάνιση της Βίκυς Μοσχολιού να τραγουδάει «Χάθηκε το φεγγάρι» του Σταύρου Ξαρχάκου.
Παρασκηνιακά οι συντελεστές της ταινίας είχαν ως αρχικό σκοπό να γίνουν τα γυρίσματα στη Νοταρά και στη Φίλωνος και να χρησιμοποιηθεί το μπαρ του Τζίνο «Οι 45 Γιάννηδες» ως φυσικό σκηνικό για το πλάνο με την Καρέζη όπου τραγουδά στο καμπαρέ. Ωστόσο, κανείς δεν μπορούσε να εγγυηθεί πως οι συντελεστές θα ήταν ασφαλείς από τον υπόκοσμο, οπότε και εδώ έχουμε πλατό.

Το 1966 η Τζένη Καρέζη κατεβαίνει για τελευταία φορά στην Τρούμπα, αλλά αυτή την φορά για μια γαλλική ταινία με τίτλο Σφαίρα στην καρδιά. Πρόκειται για τη μια και μοναδική ξένη ταινία που γύρισε η ηθοποιός και που στην εποχή της δεν γνώρισε καμία επιτυχία. Και όχι μόνο, καθώς για πάνω από μισό αιώνα θεωρείτο χαμένη. Τελικά βρέθηκε και προβλήθηκε ξανά στις ελληνικές αίθουσες. Η Τζένη Καρέζη έλαμπε από ομορφιά, γοητεύει –όπως πάντα– τον φακό, αλλά τραγουδίστρια σε καμπαρέ της Τρούμπας να τραγουδάει Μίκη Θεοδωράκη, ήταν κάπως.
«Σε αυτό το δρόμο»
Και φτάνουμε στο Κάθαρμα του Κώστα Ανδρίτσου ή αλλιώς Η μαρκησία του λιμανιού. Το σενάριο είναι του Νίκου Φώσκολου , που λίγα χρόνια αργότερα το μετέφερε στο θέατρο με πρωταγωνίστρια την Σμαρούλα Γιούλη, αλλά και αργότερα στα 90s με τον τίτλο Πόρνες και πόρνες.

Η ταινία με πρωταγωνιστές την Μάρω Κοντού και τον Γιώργο Φούντα, είναι η μοναδική που είχε γυρίσματα στον Πειραιά. Όχι βέβαια μέσα στην Τρούμπα αλλά σε πέριξ δρόμους. Στα συν και το τραγούδι «Σε αυτό το δρόμο» του Γιώργου Κατσαρού που τραγούδησε η Μάρω Κοντού, και το οποίο πριν από λίγα χρόνια έγινε διασκευή.
Γυρίστηκαν και αυτά
Η εθνική μας σταρ, η Αλίκη δηλαδή, κατέβηκε και αυτή για λίγο στην Τρούμπα. Και συγκεκριμένα στο Δόλωμα, όπου στην αρχή δούλευε σε καμπαρέ, μέχρι που της άλλαξε επαγγελματικό ορίζοντα, ο Αλέκος Αλεξανδράκης. Και φυσικά έλεγε και ένα τραγούδι που έφερνε έναν αέρα εγχώριας Μέριλιν Μονρόε.
Το 1958 μια από τις πρώτες ταινίες με την ηρωίδα να κατρακυλά στην Τρούμπα, ήταν το Κορίτσι της αμαρτίας του Δημήτρη Αθανασιάδη. Εδώ η πρωταγωνίστρια παίρνει τον κακό το δρόμο, γιατί ο καλός της σκοτώνεται. Όταν αργότερα συναντάει φίλο του μακαρίτη που ήταν κρυφά ερωτευμένος μαζί της, πιστεύει ότι μπαίνει στον ίσιο δρόμο. Όμως το παρελθόν την καταδιώκει και τελικά φεύγει και καταλήγει στην Θεσσαλονίκη όπου κάνει πεζοδρόμιο και τελικά σκοτώνεται. Πρωταγωνίστρια ήταν η Τιτίκα Γαϊτάνου που όμως ατύχησε γιατί λόγω λάθους το όνομα της δεν αναγραφόταν στους τίτλους της ταινίας.
Το 1962 η Ελένη Χατζηαργύρη κατεβαίνει στο λιμάνι και υποδύεται μια χήρα με ένα γιο και μια κόρη που δεν τους αποκαλύπτει τι δουλειά κάνει. Όταν όμως ο γιος την πιάνει σχεδόν στα πράσα και η κόρη υποκύπτει στις πιέσεις του ανθρώπου που ευθύνεται για το κατρακύλισμα της μητρός της. Οπότε η Χατζηαργύρη παίρνει το όπλο της και γίνεται το φιλμ Σκότωσα για το παιδί μου ή Εσκότωσα για το παιδί μου (έπαιζαν και οι δυο τίτλοι).
Την ίδια χρονιά η Κάκια Αναλυτή κατεβαίνει στο Πεζοδρόμιο. Την ομώνυμη ταινία του Ντίμη Δαδήρα που υποδύεται μια αγαθή πόρνη –όπως «Καμπίρια» του Φεντερίκο Φελίνι– που μπλέκεται με τον αδίστακτο Ανδρέα Μπάρκουλη και φτάνει μέχρι φυλακή για χάρη του. Όμως τελικά τη σώζει ο σύζυγός της και στη ζωή Κώστας Ρηγόπουλος. Η ταινία όταν είχε προβληθεί, στα 80s, στην τηλεόραση, είχε ξεσηκώσει διαμαρτυρίες ειδικά με μια σκηνή χορευτικού, ομολογουμένως αρκούντως νοσηρή.


Μια χρονιά αργότερα, το 1963, η Γκέλυ Μαυροπούλου είναι εργαζόμενη στον Δρόμο με τα κόκκινα φώτα. Όμως το κάνει, καθώς έχει ένα παιδί κρυφά από όλους. Λίγα χρόνια αργότερα κατηγορείται για τον φόνο ενός εραστή της και αναλαμβάνει την υπεράσπισή της ο γιος της που και μεγάλωσε και τελείωσε την νομική και έχει αρραβωνιαστικιά από καλή οικογένεια. Σκηνοθεσία Κώστας Καραγιάννης, ενώ εκτός από τη Μαυροπούλου, πρωταγωνιστούν ο πρώην σύζυγός της Στέφανος Στρατηγός αλλά και η Μαριάννα Κουράκου που έχει γίνει εσχάτως viral με την τηλεοπτική της επανεμφάνιση ύστερα από σχεδόν τέσσερις δεκαετίες.
Και η χαριτωμένη πλευρά
Τη σεζόν που ο τότε δήμαρχος Πειραιά Αριστείδης Σκυλίτσης έκλεινε τους οίκους ανοχής στην περιοχή, κυκλοφόρησε στις αίθουσες το Καλώς ήρθε το δολάριο. Μια ταινία που στην ουσία έγινε κλασική κυρίως μέσα από τις τηλεοπτικές προβολές της, καθώς στην εποχή της είχε κινηθεί μέτρια εισπρακτικά. Αλλά και στην θεατρική της βερσιόν –που είχε προηγηθεί– με τίτλο «6ος Αμερικανικός στόλος» και πρωταγωνιστή τον Μίμη Φωτόπουλο δεν είχε πάει καλά.

Να όμως που οι συνεχείς προβολές του φιλμ, η σκηνοθεσία του Αλέκου Σακελάριου, οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών (Γιώργος Κωνσταντίνου, Νίκη Λινάρδου, Σωτήρη Μουστάκα και βέβαια η μεγάλη Άννα Καλουτά) έκαναν την ταινία αγαπημένη και την ατάκα «Καλώς τα ναυτάκια τα ζουμπουρλούδικα» κλασική.
Το φινάλε (;)
Μια σεζόν πριν (’66-’67) προβλήθηκε και το φιλμ Τρούμπα 67, που εν αγνοία της έγινε συνώνυμη με το τέλος της μυθικής περιοχής. Ένας φτωχός εργάτης ερωτεύεται μια κοπέλα της περιοχής και προσπαθεί να την σώσει. Όμως εκείνη δεν μπορεί να ξεκόψει και επιστρέφει στην παλιά της ζωή. Όμως εκεί μπλέκεται σε μια υπόθεση διακίνησης ναρκωτικών, την οποία κινεί το αφεντικό της.

Στο ρόλο της «αμαρτωλής» η ηθοποιός και τραγουδίστρια Καίτη Θεοχάρη, που μια δεκαετία μετά γνώρισε επιτυχία στον τηλεοπτικό Μεθοριακό σταθμό. Στο ρόλο του πτωχού και τίμιου, ο βετεράνος της περιοχής Γιώργος Φούντας.
Το «άγνωστο διαμάντι»
1975. Μεταπολίτευση. Ο ελληνικός κινηματογράφος πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο. Τότε, την πρώτη σεζόν της μεταπολίτευσης, προβάλλεται στις αίθουσες η ταινία Οι βάσεις και η Βασούλα που έμελλε να είναι η τελευταία ταινία στην Φίνος Φιλμ, του σκηνοθέτη Ντίνου Δημόπουλου αλλά και της πρωταγωνίστριας Νόρας Βαλσάμη. Το φιλμ διαδραματιζόταν σε ένα λιμάνι που μπορούσε να ήταν ο Πειραιάς αλλά και η Γλυφάδα που τότε είχε τις αμερικάνικες βάσεις. Και είναι η ιστορία μιας «αρτίστας» την περίοδο που είχε έρθει ο αμερικάνικος στόλος, εξού και η μυθολογία που παρέπεμπε στην Τρούμπα.

Στην ουσία η Βασούλα ήταν η Ελλάδα με τους σωματέμπορες, αλλά και τον επαναστάτη που προσπαθεί να τη σώσει. Στον ρόλο του τελευταίου ήταν ο Βασίλης Κουρής που δημοσιεύματα της εποχής ήθελαν ο σκηνοθέτης να τον είχε εντοπίσει ανάμεσα στους φοιτητές που ήταν την βραδιά του Πολυτεχνείου, στα γεγονότα. Δυστυχώς η ταινία στην εποχή της πέρασε απαρατήρητη, αλλά ούτε ακόμα και σήμερα έχουν καταλάβει το νόημα και την αξία της.
Στην μικρή οθόνη
Στην τηλεοπτική μυθοπλασία η Τρούμπα μέχρι πρότινος ήταν ανύπαρκτη. Εννοούμε σαν θεματολογία. Υπήρχε μια μικρή αναφορά στην Πεθερά της χούντας από τις 7 θανάσιμες πεθερές, όπου ήταν το παρελθόν της ηρωίδας, που υποδυόταν η Χρύσα Ρώπα.

Τα πράγματα άλλαξαν όταν στο δεύτερο κύκλο στις Άγριες μέλισσες, η μία από τις αδελφές Σταμίρη, η Δρόσω (που την υποδυόταν η Δανάη Μιχαλάκη) εργάζεται σε καμπαρέ της περιοχής.
Φέτος όμως έχουμε το Porto Leone στη γειτονιά με τα κόκκινα φανάρια στον Alpha. Σε επίπεδο τηλεθέασης είναι από τις πρώτες της σεζόν. Η Τρούμπα ζωντανεύει ξανά, αυτή την φορά στην εποχή του ΑΙ (Τεχνητή Νοημοσύνη). Έχει γίνει μέχρι και αναπαράσταση ενός κεντρικού ρολογιού σε δρόμο της περιοχής, που δεν υπάρχει εδώ και δεκαετίες. Η γειτονιά της αμαρτίας μέσα από την κόντρα δυο οικογενειών και μ’ ένα πρώτης γραμμής καστ.
Και δεν τελειώνουμε εδώ με την περιοχή. Έχει ανακοινωθεί ότι μέσα στη σεζόν θα ανέβει στο θέατρο, η Λόλα. Η μυθική ταινία με την Τζένη Καρέζη που είχαμε αναφέρει πιο πάνω, αυτή την φορά με πρωταγωνίστρια την Έλλη Τρίγγου.
Σπύρος Δευτεραίος
Δημήτρης Κρασονικολάκης.
ΠΕΙΡΑΙΑΣ. Φίλωνος 72. Αφιερωμένη στους θαμώνες του cabaret ARGENTINA της εποχής εκείνης αλλά και σε ανάμνηση της παρουσίασης του βιβλίου ΤΡΟΥΜΠΑ, ΒΟΥΡΛΑ, ΛΙΜΑΝΙ του φίλου Βασίλη Πισιμίση (3 Οκτωβρίου 2022, Πειραϊκός Σύνδεσμος) από την οποία απουσίαζα λόγω μετοικεσίας μου στην Κρήτη. Η επιγραφή επάνω: ΑΠ. ΚΑΒΑΔΙΑΣ/ ΡΙΑ ΖΕΡΒΑ.
















