Ο Αργύρης Πανταζάρας, που γεννήθηκε σαν σήμερα το 1988 στον Βόλο, είναι η εικόνα των σημερινών ηθοποιών της χώρας. Ανδρώθηκε στα χρόνια της κρίσης του 2010, όπου με πολλή δουλειά ήρθαν οι ρόλοι και οι μεγάλες ερμηνείες. Και επειδή ανήκει σε μια ακομπλεξάριστη γενιά ηθοποιών, δεν είχε πρόβλημα αν αρχικά τον έμαθε ο κόσμος από διαφημίσεις για ένα ποτό. Ούτε αισθάνθηκε ότι κάνει θυσίες στην τέχνη του, όταν δέχτηκε να παίξει σε τηλεοπτικές σειρές. Αρκεί να του άρεσε ο ρόλος και οι συνεργάτες.
«Έγινα ηθοποιός για να μπορώ να γιορτάζω τη ζωή και το θάνατο» είχε δηλώσει σε συνέντευξή του.
Και αυτό ίσως να περικλείει και τη μέχρι τώρα πορεία του. Ο πιτσιρικάς από τον Βόλο που έκανε σκι, ταξίδευε στο εξωτερικό όποτε μπορούσε, ονειρευόταν και προσπαθούσε να κάνει τα όνειρά του πραγματικότητα, είναι σήμερα ένας βραβευμένος ηθοποιός που εξερευνά και άλλες πτυχές του ταλέντου, πειραματίζεται, αγαπάει την οικογένεια, δεν έπαθε blackout από τη δημοσιότητα και ποιεί ήθος σε όποιο μέσο και αν δημιουργεί. Τόσο απλά.
Αλλά είναι και άνθρωπος που ζει το σήμερα, γνωρίζει ότι ο κόσμος μας –δυστυχώς– δεν είναι αγγελικά πλασμένος, και ότι ακόμα και αν οι ίδιοι περνάμε καλά, μπορεί να μην ισχύει το ίδιο για τον διπλανό μας. Και η προσφορά του προς τον συνάνθρωπο είναι και στα λόγια και στα έργα. Και σε αυτά, δίνει τον καλύτερο εαυτό του.
Ένα παιδί μετράει τα κτήρια
Μέχρι τα 17 του δεν ήταν αυτό που λέμε ήρεμο παιδί. Όχι με την έννοια ότι ήταν άτακτος, αλλά μέσα στην ενέργεια. Αγαπούσε το σκι και τα extreme sports. Και στο ακανθώδες ερώτημα τι θα γίνει όταν μεγαλώσει, η απάντηση ήταν αρχιτέκτονας ή designer, καθώς ζωγράφιζε συνέχεια. Άλλωστε ήταν και το DNA. Ο πατέρας μηχανολόγος μηχανικός, καθηγητής στο πανεπιστήμιο, και η μητέρα του αρχιτέκτονας.
Και πώς από τα κτήρια βρέθηκε να μελετάει τις ψυχές των ανθρώπων; Η αιτία πιθανόν να ήταν η αδελφή του, η Ίρις.
«Έχω άλλα τρία αδέρφια, είμαστε τέσσερις. Ασχολούνται με τα δικά τους, η αδερφή μου είναι ηθοποιός, είναι η Ίριδα Πανταζάρα, αυτή άνοιξε το δρόμο, ο αδερφός μου είναι φωτογράφος και μόνιμος συνεργάτης μου, και ο μικρός μου αδερφός πάει να γίνει επιστήμονας», είχε εξομολογηθεί ο ηθοποιός. Όταν λοιπόν κατέβαινε από τον Βόλο, αν και προγραμμάτιζε βόλτες και αθλητικές δραστηριότητες με τους κολλητούς του, κατέληγε να παρακολουθεί τις πρόβες της αδελφής του. Η πόρτα του θεάτρου μόλις έχει ανοίξει.
Αντί για Μετσόβιο, κατεβαίνει προς Ομόνοια στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου – πράξη που αποδείχθηκε άκρως σωστή.
Περνώντας το ποτάμι
Το 2010 τελειώνει τη δραματική σχολή και σχεδόν με το… «καλημέρα σας», μπαίνει στο θέατρο ως επαγγελματίας. Και το 2016 αυτό που ξεκίνησε σαν αναζήτηση, καταλήγει να κερδίσει το βραβείο Δημήτρης Χορν για την καλύτερη ερμηνεία νέου άνδρα ηθοποιού με τρεις υποψηφιότητες για το ρόλο του τρελού (Βασιλιάς Ληρ), για το ρόλο του Έκτορα (Ρήσος του Ευριπίδη) και για το μονόλογο ΑΩ σε διασκευή και σκηνοθεσία δική του.
Το βραβείο –το οποίο αφιέρωσε στην τότε σύντροφό του Έλλη Τρίγγου– συνοδευόταν από το ποσό των 3.000 ευρώ, που το διέθεσε στους πρόσφυγες δηλώνοντας: «Μακάρι με αυτά τα χρήματα να ξαναέφτιαχνα μια πατρίδα για τους ανθρώπους που βρίσκονται στους δρόμους της χώρας μας».
Και κάπου εκεί κάνει το μεγάλο βήμα για την τηλεόραση. Και όχι σε όποια και όποια σειρά, αλλά στο «Κόκκινο ποτάμι» του αξέχαστου Μανούσου Μανουσάκη, το οποίο βασιζόταν στο ομότιτλο βιλίο του Χάρη Τσιρικινίδη και είχε ως θέμα τη Γενοκτονία των Ποντίων. Ο Θέμης, ένας από τους βασικούς ήρωες της σειράς, καθιστά τον νεαρό ηθοποιό τον νέο αγαπημένο του κοινού.
Ο επόμενος ρόλος –αν και εμφανίζεται μέσα στην πανδημία της Covid-19– τον πάει ακόμα πιο πέρα. Έστω και αν υποδύεται έναν «περίεργο τύπο» στην Τρούμπα.
Και ακολουθεί η τηλεοπτική εκτόξευση. Και ας έπαιξε στον μισό κύκλο του «Σασμού».
Ήταν ο Γεράσιμος, ο «κλειστός» και περίεργος αστυνομικός που έχει βάλει σκοπό της ζωής του την εξόντωση του βιολογικού του πατέρα. Ή τουλάχιστον έτσι πιστεύει. Και όταν ο «πατέρας» Λάζαρος Γεωργακόπουλος πέφτει στη θανατηφόρα ενέδρα για να σώσει τον γιο, η ατάκα του προς τον νεαρό «Άργησες, Γεράσιμε», έκανε όλη την Ελλάδα να βουρκώσει.
Το ταλέντο της διπλανής πόρτας
28 Οκτωβρίου 2023. Ο ηθοποιός παντρεύεται τη συνάδελφό του Σίσσυ Τουμάση, στο Οικουμενικό πατριαρχείο, στο Φανάρι. Κρυφά. Λίγες μέρες αργότερα, προς έκπληξη όλων το ανακοινώνει στα ΜΜΕ, στέλνοντας και φωτογραφίες: «Στην επέτειο του “Όχι” εμείς είπαμε το μεγάλο “Ναι”», είχε πει τότε ο ηθοποιός χαριτολογώντας.
Λίγους μήνες όμως αργότερα, και συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 2024, που είχε βιώσει έναν θρίαμβο και μάλιστα στην Επίδαυρο (Πενθέας στους Βάκχες), φεύγει από τη ζωή ο πατέρας του. «Αντίο Μεγάλε πολυαγαπημένε Πατέρα. Σπουδαίε επιστήμονα, πολυμήχανε, δάσκαλε, καθηγητή, παναθλητή, μουσικέ, μάγκα και πάντα με χαμόγελο! Το κλέος σου ουρανούς θα στηρίζει. Ο δικός σου Πενθέας» έγραψε στα social ο ηθοποιός.
2025. Σήμερα ο ηθοποιός γίνεται 37 ετών. Ετοιμάζεται πυρετωδώς για την πρεμιέρα του Δράκουλα σε λίγες μέρες στο θέατρο «Πόρτα», και γενικότερα τρέχει.
Ο πιτσιρικάς που στην εφηβεία του είχε περίσσευμα ενέργειας, από τότε που ενέδωσε στο σανίδι, την διοχέτευσε εκεί. Άνθρωπος που ξέρει να παίρνει και ρίσκα, αλλά και την τύχη στα χέρια του. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι φουλ ανταγωνιστικός τύπος.
«Δεν με ενδιαφέρει να είμαι ο καλύτερος – θέλω να δουλεύω με τους καλύτερους. Γιατί η τέχνη δεν είναι άθλημα ανταγωνιστικό, αλλά ήθος και πολιτισμός», έχει πει.
Παράλληλα, αν και μέχρι στιγμής έχει καθιερωθεί κυρίως με δραματικούς ρόλους, ο ίδιος δηλώνει πως στις συνεργασίες του είναι έξω καρδιά και δεν διστάζει να αποκαλέσει το άτομό του ως «τρόμπα».
Όσο για τον κόσμο που ζούμε, εδώ κι αν είναι ξεκάθαρος: «Σε μια εποχή που όλοι κυνηγάνε τα like και τα love, αυτό που κερδίζει είναι η εκτίμηση. Να συζητάνε για τον τρόπο που δίνεται ο καθένας, και όχι που γδύνεται», είχε πει σε συνέντευξη, με όλο το θάρρος της γνώμης του. Όπως πάντα.
Σπύρος Δευτεραίος