Το όνομα του παραπέμπει σε μια εποχή όπου όλα ήταν υπερβολικά. Όσο αφορά την εικόνα αλλά και το περιεχόμενο. Βλέπετε τότε οι τραγουδιστές είχαν την κακή συνήθεια να έχουν πρώτα καλές φωνές και μετά όλα τα άλλα. Τότε. Και μην κάνετε τις συγκρίσεις με το σήμερα.
Ο Φίλιππος Νικολάου δεν ήταν απλά ένας τραγουδιστής που ήταν εικόνα των 70s. Ήταν ένας ερμηνευτής που έφερε με τη φωνή του, την ευγένεια στο ελαφρολαϊκό τραγούδι που κυριαρχούσε τότε. Μπορεί να ντυνόταν με την υπερβολή της εποχής, αλλά και όλοι οι τραγουδιστές τότε έτσι ντύνονταν. Άρα αφήνουμε το ενδυματολογικό στην άκρη και κρατάμε τη φωνή, το ρεπερτόριο αλλά και τον μουσικό Φίλιππο Νικολάου, που σήμερα έχει γενέθλια.
Τα πρώτα βήματα
Γεννήθηκε στον Πειραιά και ήταν το πρώτο αγόρι –ή ο «δεύτερος άντρας» όπως έχει πει ο ίδιος– της οικογένειας. «Οι γονείς μου έκλαιγαν όταν τους είπα ότι δουλεύω, δεν ήθελαν να δουλεύω 12 χρονών για να φέρνω χρήματα στο σπίτι. Γεννήθηκα σε πολύ φτωχή γειτονιά και πολύ φτωχή οικογένεια, δεν επαρκούσαν τα εισοδήματα από τον πατέρα μου και έπρεπε να βοηθήσω. Βγήκα στο πεζοδρόμιο πολύ νωρίς, όταν τέλειωσα το Δημοτικό. Κουβαλούσα βαλίτσες στο λιμάνι για επιβάτες και μου έδιναν πουρμπουάρ», είχε πει σε συνέντευξή του, αναφερόμενος στα δύσκολα παιδικά του χρόνια.
Μετά το νυχτερινό γυμνάσιο έγινε βοηθός εκτελωνιστή και έδωσε εξετάσεις στην τότε Ανωτέρα Βιομηχανική Σχολή. Τελικά, κατάφερε να γίνει προϊστάμενος του εκτελωνιστικού γραφείου στο οποίο εργαζόταν.
Εκείνο το μοιραίο –όπως αποδείχτηκε, με την καλή έννοια– καλοκαίρι ξεκίνησε για διακοπές στη Ρόδο. Μέσα στο καράβι γνωρίστηκε με τα μέλη του συγκροτήματος Playboys, που είχαν κλείσει να εμφανιστούν στο κλαμπ Κουρσάρος του νησιού, αλλά ο τραγουδιστής τους δεν ήταν μαζί τους, επειδή βρήκε καλύτερη δουλειά στην Αθήνα. Ο Νικολάου «κόλλησε» μαζί τους, ήξερε και κάποια ξένα σουξέ της εποχής και κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα.
Ο νεαρός ενθουσιάζεται με το τραγούδι, αφήνει τη σίγουρη δουλειά και ξεκινάει το ταξίδι του στην μουσική.
Όχι όμως χωρίς εφόδια. Αρχίζει μαθήματα φωνητικής και κιθάρας. Και ναι μεν σαν νεοεμφανιζόμενος δεν έπαιρνε πολλά χρήματα, όμως όπως γράψαμε πιο πάνω αυτό το καλοκαίρι στη Ρόδο ήταν μοιραίο. Όπως αποκάλυψε ο ίδιος «Μετά το τέλος των ζωντανών εμφανίσεων μας στο κλαμπ πηγαίναμε στο καζίνο. Εκεί, ακολουθώντας στη ρουλέτα τις κινήσεις ενός δεινού Ελληνοαμερικανού παίκτη, που έκανε στατιστική για την πιθανότητα της μπίλιας, πόνταρα στα ίδια νούμερα με εκείνον και κέρδισα συνολικά το ποσό των 300.000 δραχμών. Με αυτό το ποσό, που ήταν μεγάλο για εκείνη την εποχή, αγόρασα ένα σπίτι στο Κερατσίνι και ένα αυτοκίνητο».
Η χαμένη επιτυχία
Όμως στα τέλη των 60s η κατάσταση στο ελληνικό τραγούδι άλλαζε και περνούσε μπροστά το λαϊκό τραγούδι. Ο Νικολάου, μέσω του Αριστείδη Βουτσά, του αδελφού του Κώστα, γνωρίζεται με τον Γιώργο Ζαμπέτα. Ο τελευταίος τον δοκίμαζε σε διάφορα τραγούδια, όπως ένα καινούργιο που είχε γράψει, την «Αγωνία». Αλλά… «Αλλά μια μέρα που ήρθε στο μαγαζί ο Τόλης Βοσκόπουλος, με το που με ακούει κάνει νόημα με τα χέρια στο Ζαμπέτα: Τι είναι αυτό; Και ο Ζαμπέτας του έκλεισε το μάτι». Ο Βοσκόπουλος τότε ήταν στην κορυφή οπότε ο συνθέτης προτίμησε τον μέγα σταρ Τόλη, παρά τον νεαρό Νικολάου. Ο τελευταίος πικραίνεται μεν, αλλά βάζει τα δυνατά του και κυκλοφορεί το δικό του «Φύλλα φθινοπωρινά» και λίγα μετά το «Όταν». Ο δρόμος της επιτυχίας μόλις είχε αρχίσει.
Τα χρόνια της ακμής
Στην δεκαετία του ’70 ο Φίλιππος Νικολάου γίνεται αστέρι πρώτης γραμμής. Μάλιστα πρωταγωνιστεί και σε δυο θεατρικά μιούζικαλ και για να είναι εντάξει, κάθεται ξανά στα θρανία, αυτή την φορά για ηθοποιός. Για την ιστορία πρωταγωνίστησε στις παραστάσεις Ερωτικό τικ-τακ, που ανέβηκε στο Μετροπόλιταν και το Χίλιες και μία νύχτες στο Διάνα.
Εκείνη την περίοδο το ειδύλλιό του με την ηθοποιό Γιούλη Σταμουλάκη κοσμεί τα εξώφυλλα των περιοδικών. Παντρεύτηκαν ή όχι; Οι περισσότεροι στο διαδίκτυο υποστηρίζουν πως ναι, όμως εκείνος σε πρόσφατη του συνέντευξή του, είχε δηλώσει μεταξύ άλλων: «Ήταν συνειδητή επιλογή να μην παντρευτώ. Με τη δουλειά αυτή δεν μπορείς να είσαι απόλυτα σωστός».
Όσο αφορά την επιτυχία; Πολλά χρόνια αργότερα ο Φίλιππος Νικολάου είχε αποκαλύψει πως «Στο μαγαζί που τραγουδούσα ήρθε ο Νουρέγιεφ, χόρεψε, έκανε μια κίνηση χαρακτηριστική, και γίναμε και φίλοι».
Τι μένει στο τέλος
Ο Φίλιππος Νικολάου γεύτηκε την επιτυχία, τον θαυμασμό και τον σεβασμό. Και όχι μόνο ως τραγουδιστής αλλά και σαν δημιουργός. «Σε κάθε δημόσια αναφορά μου τιμώ πάντα τον Νίκο Καρβέλα που μου εμπιστεύτηκε τη μελωδία του “Δώδεκα” και την ολοκλήρωσα στιχουργικά. Θα έλεγα ότι εγώ αυτή τη συνεργασία την έχω εκτιμήσει περισσότερο από ό,τι την έχει εκτιμήσει ο Νίκος, αλλά τον δικαιολογώ γιατί τον θεωρώ πολύ ταλαντούχο κι άλλωστε πιστεύω ότι ο συνθέτης είναι πιο πάνω από τον στιχουργό. Πάντως η Άννα (Βίσση) την έχει εκτιμήσει με το παραπάνω και πάντα την αγαπώ πολύ».
Παρόλα αυτά ο Νικολάου υποστηρίζει πως «Δεν έκανα φίλους στο χώρο του τραγουδιού, υπάρχει ένας προστατευόμενος ατομισμός των τραγουδιστών που θέλουν να τον διατηρούν. Αυτό ήταν πολύ ανταγωνιστικό και δεν ήταν εύκολο να κάνεις φιλίες».
Κάνοντας τον απολογισμό της ζωής και της καριέρας του, ο Φίλιππος Νικολάου έχει πει «Έχω βιώσει τεράστιες στιγμές. 50 χρόνια στο τραγούδι, 40 μεγάλους δίσκους, τι άλλο να ζητήσω. Θεωρώ πως έχω επιτελέσει όλη την απόδοση του ταλέντου μου. Είμαι ευγνώμων για το εσωτερικό παραστατικό που έχω, με ταπεινότητα το λέω, και πιστεύω πως τον αγώνα μου τον έχω δώσει επαρκώς».
Σπύρος Δευτεραίος