Σε έξι συλλήψεις προχώρησαν συνολικά οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Καταπολέμησης Διακίνησης και Εμπορίας Ανθρώπων και Αγαθών της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος, εξαρθρώνοντας εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της οποίας δραστηριοποιούνταν στην κατοχή και πώληση όχι μόνο θρησκευτικών κειμηλίων, αλλά και άλλων αρχαίων αντικειμένων.
Αρχηγικό ρόλο φέρεται να είχε ένας 69χρονος αρχαιοκάπηλος από τη Νεμέα, ο οποίος λάμβανε τις τελικές αποφάσεις σχετικά με τις αγοραπωλησίες και την κοστολόγηση των αρχαιοτήτων, ενώ εμφανιζόταν ως δήθεν ειδικός εκτιμητής από την Κύπρο και εκπρόσωπος Γερμανού πελάτη. Όπως προέκυψε από την έρευνα, αυτός είχε σχέσεις με ένα ζευγάρι ενεχυροδανειστών, μια 59χρονη και έναν 66χρονο, οι οποίοι έβρισκαν τους κατόχους των αρχαίων αντικειμένων και προτίθεντο να προβούν στην πώληση αυτών, ενώ ο 66χρονος προέβαινε και σε αρχαιολογικές έρευνες και ανασκαφές.
Ανάμεσα στους «συνεργάτες» τους ήταν και ο ηγούμενος της μονής Μεγάλου Σπηλαίου (63 ετών) και ο βοηθός του (39 ετών), καθώς κι ένας 64χρονος κτηνοτρόφος ο οποίος κατείχε και πουλούσε αρχαία νομίσματα.
Οι έξι συλλήψεις έγιναν το μεσημέρι της Κυριακής 7 Σεπτεμβρίου σε περιοχές της Πελοποννήσου, μετά από συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση, όταν αστυνομικός εμφανίστηκε ως δήθεν ενδιαφερόμενος για την αγορά των αρχαίων νομισμάτων, αλλά και των εικόνων, με προσημειωμένα χαρτονομίσματα.
Σε βάρος τους σχηματίσθηκε δικογραφία -κατά περίπτωση- για εγκληματική οργάνωση, υπεξαίρεση, αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, όπλα, καθώς και παραβάσεις των νομοθεσιών περί προστασίας των αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς και περί ανιχνευτών μετάλλων.
Όπως έγινε γνωστό από την ΕΛΑΣ, προηγήθηκε κατάλληλη αξιοποίηση πληροφοριών, από την περαιτέρω ανάλυση των οποίων, με ειδικές ανακριτικές τεχνικές, προέκυψε ότι οι κατηγορούμενοι, τουλάχιστον από τον Ιούλιο του 2025, είχαν συστήσει και ενταχθεί σε δομημένη και με διαρκή δράση εγκληματική οργάνωση, με σκοπό τον εντοπισμό, απόκτηση και περαιτέρω διάθεση προς πώληση, αρχαιοτήτων, σε Ελλάδα και εξωτερικό, για την αποκόμιση παράνομου οικονομικού οφέλους.
Ως προς τον τρόπο δράσης (modus operandi), τα μέλη της οργάνωσης, σύμφωνα με την Αστυνομία, εντόπιζαν άτομα τα οποία διέθεταν αρχαία αντικείμενα που διατίθεντο να προβούν στην πώλησή τους και τους έφερναν σε επαφή με έτερο μέλος, ο οποίος εμφανιζόταν ως δήθεν ειδικός εκτιμητής.
Στη συνέχεια, αφού ολοκλήρωναν την αγοραπωλησία και έπαιρναν στην κατοχή τους τα αρχαία, προέβαιναν στην πώλησή τους, μέσω άγνωστων συνδέσμων της οργάνωσης, στο εξωτερικό.
Συνολικά, από τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν σε οικίες και λοιπούς χώρους, μεταξύ άλλων, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
• 264 νομίσματα,
• 14 θρησκευτικές εικόνες,
•2 Ιερά Ευαγγέλια και θρησκευτικό βιβλίο του 18ου αιώνα,
• 3 αρχιερατικά εγκόλπια,
• επαγγελματικό μηχάνημα ανίχνευσης μετάλλων,
• 2 κυνηγετικά όπλα,
• 262 κυνηγετικά φυσίγγια,
• μαχαίρι,
• 12.810 ευρώ
• χρυσή λίρα,
• 2 ζυγαριές ακριβείας,
• 2 οχήματα,
• 7 κινητά,
• τάμπλετ,
• φακός και μεγεθυντικός φακός,
• 18 φωτογραφίες που απεικονίζουν αρχαία αντικείμενα και
• πλήθος εγγράφων – σημειώσεων
Όπως επισημαίνεται στη σχετική ανακοίνωση η προέλευση των παραπάνω κατασχεθέντων εικόνων, των δύο Ιερών Ευαγγελίων και του εκκλησιαστικού βιβλίου βρίσκεται υπό διερεύνηση, καθώς δεν προέρχονταν όλες από τη Μονή Σπηλαίου, ενώ θα παραδοθούν για φύλαξη και εκτίμηση στις αρμόδιες υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού.
Τα κατασχεθέντα αρχαία νομίσματα θα παραδοθούν στο Νομισματικό Μουσείο.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή, πήραν προθεσμία και αναμένεται να απολογηθούν την Πέμπτη.