Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού με ακροστιχίδα: «του ταπεινού Ρωμανού αίνος». Διαβάστε το Μέρος Α’, το Μέρος Β’ και το Μέρος Γ’.
Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας από τον Θεόφιλο Πουταχίδη.
ιη’. Αυτός που όλα τα βλέπει, βλέποντας τέτοια να Του λέει η συνετή γυναίκα
και της καρδιάς της τη θερμή μα και μεγάλη πίστη, αμέσως της απάντησε:
«Αυτόν που εσύ Μεσσία λες, Αυτόν που οι προφήτες
»είπαν πως τώρα έρχεται, τον βλέπεις με τα μάτια σου κι ακούς και τη φωνή του.
»Εγώ είμαι εδώ που στέκομαι, εγώ είμαι που με βλέπεις και στην καρδιά σου με βαστάς, μες στην καρδιά σου μ’ έχεις.
»Ήρθα σε σένα κι έφτασα, κι έχω μεγάλο πόθο κοντά μου να σε φέρω εγώ και έτσι να σε σώσω.
»Μα τώρα, πάνε στη Συχάρ και κήρυξε σε όλους που επιθυμούνε να σωθούν,
»σε συγγενείς και σε γνωστούς, στους συμπολίτες σου όλους κι ελάτε ύστερα όλοι εδώ, όλοι όσοι
»διψάτε για
»αγαλλιασμό και λυτρωμό.
ιθ’. »Ο λάκκος με βαλτόνερα που είχες μέσα στην ψυχή κι ήταν πηγή βασάνων, ιδού! σου αποστραγγίστηκε.
»Εγώ που, όπως είχες πει, δεν είχα ούτε κάδο για να αντλήσω το νερό, καθάρισα όλη τη βρομιά μέσα από την καρδιά σου
»χωρίς τρεχούμενο νερό· κι αν πεις και για το νου σου, κι αυτόν μαθές τον ξέπλυνα χωρίς νερά κι εκείνον.
»Κι ήρθα να κατοικήσω στην καθαρή σου την καρδιά, ήρθα γιατί το θέλησα, κι επίσης σου φανέρωσα να ξέρεις το ποιος είμαι· και, τελικά, ούτε νερό δεν ήπια, όπως είδες».
Κι όπως αυτή η συνάντηση έφτανε προς το τέλος της με λόγια που δεν έμειναν λόγια μα γίναν πράξεις, κατέφθασαν κι οι Μαθητές.
Γιατί, όπως λέει κι η Γραφή, δεν ήταν στο πηγάδι όσο συμβαίνανε αυτά,
αλλά κατέφτασαν μετά· μόλις, λοιπόν, κατάλαβαν όλα όσα είχαν γίνει, θαύμασαν και φωνάζανε:
«Μα είναι απερίγραπτη τόση φιλανθρωπία! Με πόση συγκατάβαση πλησίασε για να σώσει ετούτη τη γυναίκα εδώ,
»Εκείνος που παρέχει
»αγαλλιασμό και λυτρωμό».
κ’. Παίρνοντας θάρρος, το λοιπόν, τότε η Σαμαρείτιδα, έτρεξε γρήγορα να βρει τους άλλους Σαμαρείτες.
Παράτησε τη στάμνα της, κι απάνω στην καρδιά της
φορτώθηκε και κουβαλά Εκείνον που γνωρίζει κάθε γωνίτσα της καρδιάς και κάθε επιθυμία, που κρύβει ο καθένας μας στα βάθη της ψυχής του.
Κι όπως στην πόλη έφτασε, άρχισε να το διαλαλεί και σ’ όλους να φωνάζει:
«Ακούστε οι γέροι κι οι γριές κι εσείς παιδιά ακούστε, ακούστε αγόρια, ακούσατε κι εσείς μικρά κοράσια! Τρέξτε μαζί μου όλοι σας να πάμε στο πηγάδι.
»Εκεί το καθαρό νερό έχει υπερχειλίσει και τρέχει τώρα άφθονο, διαθέσιμο σε όλους.
»Εκεί γνώρισα άνδρα, που άνδρα δεν πρέπει να τον λες κοινό όπως τους άλλους, γιατί τα έργα του Θεού έπραξε εκεί μπροστά μου
»κι όλα μου τα φανέρωσε και μου είπε προφητείες, γιατί τους πάντες φαίνεται πως θέλει να μας σώσει
»και απλόχερα σε όλους μας θέλει να μας χαρίσει
»αγαλλιασμό και λυτρωμό».
κα’. Τίποτα απολύτως δεν είπαν τότε οι διαλεχτοί κήρυκες του Σωτήρα,
καθώς Τον βρήκαν να μιλάει εκεί με μια γυναίκα. Αυτόν, που ήρθε
και γεννήθηκε στη γη από Παρθένο, γιατί έτσι το σχεδίασε τον κόσμο για να σώσει.
Τροφή είχαν πάει για να βρουν, να φέρουν για να φάνε, μα βρήκαν πίσω μια Τροφή που η γη δεν την παράγει,
που σ’ όλους όσοι θα την φάν’ χαρίζει αθανασία. Κι αυτός που μεταφορικά λέμε Τροφή πως είναι, γυρίζει και τους απαντάει κι αυτά είναι που τους λέει:
«Το Πατρικό το θέλημα: αυτό είναι η τροφή μου.
»Γι’ αυτό, δεν τη γνωρίζετε, την αγνοείτε πλήρως, ετούτη την τροφή που εγώ τρώω και ζω με δαύτη· όσοι θα φάνε απ’ αυτήν
»σε όλους θα χαρίσει τέλεια πνοή ζωοποιό και πίστη από εκείνη που μένει πάντα άσβηστη, την πίστη αυτή που δίνει
»αγαλλιασμό και λυτρωμό».
κβ’. Απ’ τη Σαμάρεια λαός, πολύς, μεγάλο πλήθος τρέξανε, συγκεντρώθηκαν ολόγυρα στον Πλάστη.
Αφήσανε τα σπίτια τους και τρέξανε κοντά Του· έτσι, μ’ αυτή την πίστη τους
γίνανε σπίτια οι ίδιοι, όπως αυτά που λέει μες στη θεόπνευστη Γραφή Εκείνος που μιλάει
και λέει κάπου το εξής: «Θα κατοικήσω σε αυτούς κι εκεί τριγύρω απ’ αυτούς, εκεί θα περπατήσω ‒καθώς είναι γραμμένο‒
»σε τέτοιους οίκους σαν κι αυτούς που όλα τα παράτησαν: χωράφια μα και τους γονείς και ό,τι αγαπούσαν.
»Θα είμαι εγώ ο Θεός γι’ αυτούς κι απ’ τις παγίδες του εχθρού εγώ θα τους διασώζω.
»Κι αυτοί θα είναι ένας λαός δικός μου, αγιασμένος. Αυτοί, λοιπόν θα γίνουνε ωραία κατοικία
»για την Αιώνια, Αχώριστη Τριάδα την Αγία, που είναι αστείρευτη πηγή που άφθονα
»πηγάζει
»αγαλλιασμό και λυτρωμό».