Με μια συναισθηματικά φορτισμένη ανακοίνωση, ο Μιχάλης Κακιούζης προανήγγειλε το αντίο στην ενεργό δράση στο τέλος της φετινής σεζόν. Ένας από τους κορυφαίους Έλληνες μπασκετμπολίστες της τελευταίας 20ετίας αποφάσισε μεν να κρεμάσει τα παπούτσια του, αλλά δηλώνει ότι θα παραμείνει κοντά στο μπάσκετ.
Ο χρυσός παίκτης της Εθνικής Εφήβων του 1995 και αρχηγός της Εθνικής το 2005 όταν σήκωσε το ευρωπαϊκό στο Βελιγράδι, θα έχει τελευταίο σταθμό τον Φάρο Κερατσινίου όπου αγωνίζεται φέτος.
Ο Μιχάλης Κακιούζης στο συγκινητικό του αντίο ξεχωρίζει τις κορυφαίες στιγμές της καριέρας του κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στην ΑΕΚ, και λέει τα δικά του ευχαριστώ.
Στη σπουδαία καριέρα του αγωνίστηκε κατά σειρά σε Ιωνικό Νέας Φιλαδέλφειας, ΑΕΚ, Σιένα, Μπαρτσελόνα, Σεβίλλη, Εφές, Άρη, Βιλερμπάν, Κρεμόνα, Ρόμα, Βακαλό, ΑΕΚ Λάρνακας, Νέα Κηφισιά, ΑΠΟΕΛ, και από φέτος στο Φάρο.
Φόρεσε τη φανέλα της Εθνικής από το 1992 μέχρι το 2007 (116 εμφανίσεις, 798 πόντους) . Με την ΑΕΚ κατέκτησε ένα πρωτάθλημα, δύο Κύπελλα και το Σαπόρτα, ενώ στέφθηκε ακόμη πρωταθλητής σε Ιταλία, Ισπανία, Τουρκία και Κύπρο.
Αναλυτικά η ανακοίνωση του Μιχάλη Κακιούζη:
Αυτός που έχει τη συνήθεια να ταξιδεύει, ξέρει να φτάνει πάντα τη στιγμή που πρέπει να φύγει.
21 χρόνια επαγγελματικής διαδρομής. Έχοντας πλήρη επίγνωση των συνθηκών, ανακοινώνω ότι έφτασε η στιγμή ν’ αποχωρήσω. Φεύγω στο τέλος της αγωνιστικής περιόδου από τη μάχιμη δραστηριότητα ως αθλητής. Διότι στη μάχιμη δραστηριότητα από άλλο πόστο θα παραμείνω. Αυτό επιβάλλει μια ανώτερη εσωτερική ανάγκη. Αυτό υπαγορεύει η φυσική νομοτέλεια της ζωής.
21 χρόνια επαγγελματικής διαδρομής, ή περισσότερα από 30 αν συνυπολογίσει κανείς τη στιγμή που βρέθηκα με μια μπάλα στα χέρια όντας αθλητής στα Τμήματα Υποδομής του Ιωνικού στη Νέα Φιλαδέλφεια, έδωσα και την ψυχή μου. Σε ένα μεγάλο ταξίδι, που είχε κυρίως μπουνάτσες, αλλά και φουρτούνες. Που είχε τίτλους. Που είχε και ατυχίες.
Εκτιμώ ότι ο Φάρος αποτελεί και σημειολογικά για μένα το τελευταίο λιμάνι της καριέρας μου. Το πρώτο, στην ΑΕΚ της καρδιάς μου, σαν να ήταν χθες. Τότε που μου έπεσε το τηλέφωνο από τα χέρια. Καλοκαίρι του 1994. Ο κυρ-Χρήστος (ο πατέρας μου) με έπαιρνε από καρτοτηλέφωνο στην οδό Τρυπιά για να μου «ανακοινώσει» ότι έκλεισα στη Βασίλισσα. Εγώ σπίτι. Δεν άντεξα. Έκλαψα. Από χαρά. Στην ΑΕΚ έκλαψα και στη συνέχεια. Βίωσα και προδοσία και πίκρα. Τα άφησα όμως πίσω. Οικογένειά μου είναι. Το 3-2 επί του Ολυμπιακού. Βαρκελώνη. Λοζάνη. Αλησμόνητα.
Ένιωσα την πρώτη μεγάλη ικανοποίηση ανεβαίνοντας στο ψηλότερο βάθρο του Κόσμου με την Εθνική Εφήβων, το 1995, όταν αμούστακα παιδιά ακόμα νιώσαμε ανατριχίλα από χιλιάδες κόσμου στο ΟΑΚΑ. Όταν ως αρχηγός της Εθνικής σήκωσα το 2005 το τιμημένο, στο Ευρωπαϊκό του Βελιγραδίου, ένιωσα την απόλυτη ικανοποίηση, όταν έβαλα και το δικό μου λιθαράκι μαζί με τους συμπαίκτες μου ώστε να διατηρηθεί η «επίσημη αγαπημένη» στο υψηλότερο επίπεδο.
Ένιωσα ικανοποίηση και το 2006 στη Σαϊτάμα στη νίκη σαν παγκόσμιος τίτλος επί των ΗΠΑ, αλλά και ανείπωτη στενοχώρια μετά την ήττα στον τελικό με Ισπανία.
Καθεμιά ομάδα απ’ όσες αγωνίστηκα, σε Ελλάδα ή εξωτερικό, ήταν για μένα σημαντική, και είμαι υποχρεωμένος να ευχαριστήσω όλους όσοι μου έδωσαν την ευκαιρία να προσφέρω.
Υπήρξαν και άνθρωποι τους οποίους στενοχώρησα, με πράξεις ή λόγια μου. Είναι εγωιστικό, αλλά ζητώ να με συγχωρέσουν ή κατανοήσουν.
Ευχαριστώ τους προπονητές που συνέβαλαν στην αγωνιστική μου ανέλιξη. Ευχαριστώ τους συμπαίκτες μου. Ευχαριστώ τους φιλάθλους, που με στήριξαν σε όλη αυτή τη διαδρομή. Ευχαριστώ τους εκπροσώπους του Τύπου, οι οποίοι τις περισσότερες φορές υπήρξαν γενναιόδωροι μαζί μου. Ευχαριστώ την οικογένειά μου για τη στήριξη διαρκείας. Ευχαριστώ και τον Θεό, διότι με αξίωσε να είμαι γερός και μου έδωσε απλόχερα όλες αυτές τις χαρές, αλλά κυρίως επειδή τα παιδιά μου με είδαν να αγωνίζομαι.
Ένα άλλο ταξίδι στον μαγικό κόσμο του αθλήματος, που όλοι αγαπάμε, θα αρχίσει από το καλοκαίρι του 2016.
Προχωράμε…
ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ.