Στα παλιότερα χρόνια τις χρονολογίες στα Κοτύωρα ο πολύς λαός τις προσδιόριζε, στις καθημερινές του συζητήσεις, από γεγονότα χαρακτηριστικά που είχανε συμβεί κατά το απώτερο ή το πρόσφατο παρελθόν, είτε γενικού είτε και περιορισμένου –και ατομικού ακόμα– ενδιαφέροντος.
Μεταγενέστερα, την τελευταία δεκαετία του περασμένου [19ου] αιώνα, ο Παντελής Ψωμιάδης συνήθιζε να χρησιμοποιεί και στις αναστροφές του με το λαό, χρονολογίες με το κοινό ελληνορθόδοξο χριστιανικό –Ιουλιανό– ημερολόγιο, και τον ειρωνευόντανε. Κι όταν άρχισε να απλώνεται η συνήθεια κι ακούγανε κι άλλους ν’ αναφέρουν χρονολογίες βασισμένες στο ημερολόγιο, τους κοροϊδεύανε:
«Ατός πα άμον τον Παντελήν καλατζεύ’» = Κι αυτός σαν τον Παντελή μιλάει.
Όσο κι αν τον τελευταίο καιρό της παραμονής μας στη γενέτειρα, με την πρόοδο των σχολείων, τη συνακόλουθη ανάπτυξη και την άνοδο της πνευματικής στάθμης του λαού, είχε διαδοθεί πέρα-πέρα η χρησιμοποίηση της ημερολογιακής χρονολογίας, πάλι δεν έπαψε ολότελα να γίνεται χρήση και του παλαιού συστήματος από τους αμόρφωτους – κυριότατα από τις αμόρφωτες, ηλικιωμένες συνήθως γυναίκες.

Παραθέτομε όσες παρόμοιες εκφράσεις μπορέσαμε να συνάξομε, για το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που παρουσιάζουν.
Α) Χρονολογίες γενικού ενδιαφέροντος
Ας τ’ επήραν οι Τούρκ’ την Πόλ’
Όταν πήραν οι Τούρκοι την Πόλη (1453)
Ας τ’ επήραν οι Τούρκ’ την Τραπεζούνταν
Όταν πήραν οι Τούρκοι την Τραπεζούντα (1461)
’Σ σο τρανόν το σέλ’
Στη μεγάλη πλημμύρα (1764 περίπου)
Ας τ’ έντον η Ελληνική Επανάσταση
Όταν έγινε η Ελληνική Επανάσταση (1821)
Το χρόνον τ’ έρθεν ο βασιλέας ’ς σην Ελλάδαν ο Γεώργιον
Το χρόνο που ήρθε βασιλιάς στην Ελλάδα ο Γεώργιος (1863)
Όσταν ερρούξεν ’ς σην Ορτούν χολέραν
Όταν έπεσε χολέρα στην Ορτού (1865 και κατόπιν το 1892)
Το χρόνον τ’ εχτίεν το σχολείον
Η Ψωμιάδειος Σχολή (1877)
Το χρόνον τ’ εχτίεν τη Χατζηγοργόρ’ το ταφίν
Το χρόνο που χτίστηκε ο τάφος του Χατζηγρηγόρη (1882)
’Σ σο τρανόν το γιαγκούν, το χρόνον τ’ εκάεν το παζάρ’
Στη μεγάλη πυρκαγιά, το χρόνο που κάηκε η αγορά (1883)
Το χρόνον τ’ επεθάν’ναν οι λοχουσάδες
Το χρόνο που πέθαιναν οι λεχώνες (1885)
Όντες εχτίγαν, ’ς ση Τσάμπασης τη στράταν, τη Γλυκή τα πεγάδα
Όταν χτίστηκαν, στου Τσάμπαση το δρόμο, οι βρύσες του Γλυκή (1892)

Το χρόνον τ’ εχτίεν τη Προτεσταντίων η εγκλεσία
Το χρόνο που χτίστηκε η εκκλησία των Ευαγγελικών (1897)
Το χρόνον τ’ επάτεψεν τη Καπταν-Παντελή, ή, τη Χατζηκαράλη το καράβ’
Το χρόνο που ναυάγησε του Καπταν-Παντελή, ή του Χατζηκαράλη το καράβι (…)
Ο Γλυκής τ’ επέθανεν τη χρονίαν
Τη χρονιά που πέθανε ο Γλυκής (1894)
Το χρόνον τ’ έσπαξαν οι Τούρκ’ τ’ Αρμενάντας
Το χρόνο που έσφαξαν οι Τούρκοι τους Αρμένιους (1894)
Το χρόνον τ’ εσκοτώθεν τη Μουράτ’ ο Παύλον
Το χρόνο που σκοτώθηκε του Μουράτη ο Παύλος (1902)
Το χρόνον τ’ έντονε το Χουριέτ
Το έτος που κηρύχτηκε το Σύνταγμα (1908)
Το χρόνον τ’ έρθεν Δεσπότ’ς ’ς σην Ορτούν ο Πολύκαρπον
Το χρόνο που ήρθε δεσπότης στην Ορτού ο Πολύκαρπος (1911)
’Σ σο τρανόν το χιόν’
Το μεγάλο το χιόνι (1912)
Το Τσάμπασιν τ’ εκάεν το χρόνον
Το χρόνο που κάηκε το Τσάμπασι (1913)
’Σ σο σεφερπερλίκ’
Στην επιστράτευση (1914 του πρώτου παγκόσμιου πολέμου)
’Σ σο τρανόν τον τύφον
Στον μεγάλο τον (εξανθηματικό) τύφο (1916)
Β) Χρονολογίες περιορισμένου ενδιαφέροντος
Το χρόνον τ’ εξέβα ας σο σκολείον
Το χρόνο που βγήκα απ’ το σκολειό
Το χρόνον τ’ έντρισα
Το χρόνο που παντρεύτηκα (για γυναίκα)
Το χρόνον τ’ εποίκα τον Ανέστη μ’
Το χρόνο που γέννησα τον Ανέστη μου
Ο Κύρη μ’ τ’ επέθανεν τη χρονίαν
Τη χρονιά που πέθανε ο πατέρας μου
Το χρόνον τ’ επήγα ’ς σον Αε-Τάφον
Το χρόνο που πήγα στον Άγιο Τάφο (στα Ιεροσόλυμα)
Το χρόνον τ’ εποίκεν η θαγατέρα μ’ το πρωτικάρ’ν ατ’ς
Το χρόνο που έκανε η κόρη μου το πρώτο της παιδί
Το χρόνον τ’ εφύτεψαμε την παχτζάν
Το χρόνο που φυτέψαμε τον μπαξέ (φουντουκώνα)
Το χρόνον τ’ εκατήβαμε ας σο Σεμέν1 ’ς σην Ορτούν
Το χρόνο που κατεβήκαμε από το Σεμέν στην Ορτού
• Πηγή: Ξενοφών Άκογλου (Ξένος Ξενίτας), Από τη ζωή του Πόντου – Λαογραφικά Κοτυώρων, τόμ. Β’, κεφ. Ζ’, «Λαϊκές χρονολογίες», Αθήνα 1964, σ. 34-37. Το βιβλίο υπάρχει ψηφιοποιημένο στο site της Επιτροπής Ποντιακών Μελετών (epm.gr).
_____
1. Χωριό της περιφέρειας Κοτυώρων.
















