Όσοι δεν γνώριζαν τον Δημήτρη Ήμελλο από το θέατρο, τον γνώρισαν μέσα από το ρόλο του Αντώνη Φραγκιαδάκη στην τηλεοπτική σειρά «Σασμός».
Ο ήρωας που υποδύθηκε έγινε αμέσως αγαπητός, και ο ίδιος ο ηθοποιός απέδειξε για άλλη μια φορά πόσο βαθιά αφοσιωμένος ήταν στην τέχνη του.
Ο ίδιος αντιμετώπισε τη συμμετοχή του στη σειρά ως μεγάλο θεατρικό εγχείρημα, με σοβαρότητα και προσήλωση, και ο κόσμος το αναγνώρισε αυτό. Η αναγνωρισιμότητα, κάτι που ποτέ δεν επιδίωξε, ήρθε να σφραγίσει την πορεία ενός καλλιτέχνη που μόχθησε αληθινά για το θέατρο. «Τη δουλειά αυτή την έκανα για να την απολαύσω, όχι σαν μόχθο, ούτε την έκανα για να μαζέψω χρήματα», είχε πει. Ο Δημήτρης Ήμελλος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 57 ετών, χτυπημένος από καρκίνο, αφήνοντας πίσω του μια κληρονομιά αξιοσημείωτης τέχνης και αφοσίωσης.

Περήφανος Ναξιώτης
Ο Δημήτρης γεννήθηκε στην Κυψέλη της Αθήνας το 1967, μέσα σε μια πολύτεκνη οικογένεια με καταγωγή από τη Νάξο. Μεγάλωσε μαζί με έναν αδελφό και δύο αδελφές, και τα παιδικά του χρόνια ήταν γεμάτα από μοναχικότητα, αλλά και από έντονη κοινωνική παρατήρηση από τον ίδιο. «Πέρασα τρία χρόνια εσώκλειστος σε οικοτροφείο. Ήταν πολύ ιδιαίτερη συνθήκη για εμένα, όντας σε πολύτεκνη οικογένεια. Βέβαια, από μικρός μου άρεσε να φεύγω από το στενό πλαίσιο του σπιτιού. Ήταν σπουδαστικό οικοτροφείο», είχε πει. Αυτό το διάστημα τον έκανε πιο κοινωνικό και τον προετοίμασε για τη ζωή στις θεατρικές σκηνές, όπου η ένταξη σε ομάδα και η αλληλεπίδραση με άλλους ανθρώπους ήταν αναγκαία.
Αρχικά, η οικογένεια πίστευε πως θα ακολουθούσε τη Νομική για να αναλάβει το γραφείο του πατέρα του.
Η μελέτη του στα κλασικά κείμενα της Νομικής τον έφερε όμως πιο κοντά στη λογοτεχνία και, κατ’ επέκταση, στο θέατρο. Ένιωσε μια αόρατη πόρτα να ανοίγει μπροστά του, και η καρδιά του άρχισε να τραβάει τον δρόμο της υποκριτικής.

Η ανακάλυψη του θεάτρου, η Ρωσία και η μεταμόρφωση
Η πρώτη ουσιαστική επαφή με το θέατρο ήρθε μέσα από το εργαστήρι του Βασίλη Διαμαντόπουλου. Εκεί ένιωσε την πρώτη σπίθα της δημιουργικότητας, την ανάγκη να εκφραστεί πάνω στη σκηνή, να πει ιστορίες, να ζήσει μέσα από τους χαρακτήρες. Αποφάσισε να εγγραφεί στη Δραματική Σχολή του Διομήδη Φωτιάδη και τελικά να αφιερώσει τη ζωή του στο θέατρο. Αν και τελείωσε τη Νομική, η απόφασή του να ακολουθήσει την υποκριτική σόκαρε την οικογένειά του και κυρίως τον πατέρα του, που δεν πίστευε πως η τέχνη μπορούσε να προσφέρει μια πραγματική πορεία ζωής.
«Με την υποκριτική ήταν κάτι ακαριαίο, όπως ένας κεραυνοβόλος έρωτας. Δεν σε νοιάζει το πρακτικό του κομμάτι», είχε δηλώσει ο Δημήτρης Ήμελλος.
Ο δρόμος του προς την ουσιαστική θεατρική εμπειρία άνοιξε όταν συμμετείχε σε σεμινάριο με Ρώσους δασκάλους, υπό την καθοδήγηση του Στάθη Λιβαθινού. Αυτή η εμπειρία τον οδήγησε στη Θεατρική Ακαδημία της Μόσχας το 1996, στο σκηνοθετικό τμήμα του Λεονίντ Χέιφιτς. Η πολιτισμική εμπειρία της Ρωσίας, η βαθιά σύνδεση με την παράδοση και η εκπαίδευση σε μια σχολή που είχε ρίζες στην ψυχή των ανθρώπων, τον άλλαξαν για πάντα. Εκεί απέκτησε την πεποίθηση πως δεν μπορεί να υπάρξει πρωτοπορία χωρίς παράδοση, πως το θέατρο είναι πάνω από όλα κοινωνική ανάγκη και όχι μόδα ή πυροτέχνημα.
Η καριέρα και η διδασκαλία
Η επιστροφή του στην Ελλάδα τον έφερε σε επαφή με κορυφαίους Έλληνες σκηνοθέτες: την Άννα Κοκκίνου, τον Σταύρο Τσακίρη, τον Λευτέρη Βογιατζή, και φυσικά τον Στάθη Λιβαθινό. Η συνεργασία του με τον Λιβαθινό στην πειραματική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου για επτά χρόνια υπήρξε καθοριστική.
Εκεί, ο Ήμελλος ένιωσε ότι είχε βρει την «ιδανική συνθήκη», ένα εργαστήριο όπου η συλλογική δουλειά αναδείκνυε το ατομικό ταλέντο. Όπως έλεγε: «Αν μπορούσα κάτι να ονειρευτώ, απλώς συνέβη με τον πιο εύκολο τρόπο: να δουλεύουμε για το θέατρο κάποιοι άνθρωποι μαζί και να πληρωνόμαστε γι’ αυτό από έναν κρατικό θεσμό».
Στη σκηνή διέπρεψε σε ρόλους όπως ο Παρφιόν Σεμιόνοβιτς Ραγκόζιν στον Ηλίθιο του Ντοστογιέφσκι, ο Μούχλας στο Αγάπης αγώνας άγονος, ο κοσμήτορας της Νομικής στο Όνειρο του Στρίντμπεργκ, αλλά και ο Μολιέρος στην παράσταση Μολιέρος του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ. Αργότερα, συνεργάστηκε με τον Λευτέρη Βογιατζή σε παραστάσεις όπως η Αντιγόνη, το Ύστατο σήμερα, ο Τόκος, το Θερμοκήπιο και ο Αμφιτρύων.
Η αγάπη του για την ελληνική ποίηση έδωσε ζωή στις παραστάσεις Αυτό που δεν τελειώνει: Ελληνική ποίηση του 20ού αιώνα, όπου απήγγειλε τον «Τελευταίο σταθμό» του Γιώργου Σεφέρη με τα χέρια ανοιχτά, στο κέντρο ενός κύκλου θεατών.
Ήταν η στιγμή που έδειχνε την απόλυτη σύνδεση με το κοινό, την πίστη του ότι το θέατρο φωτίζει ακόμη και τους πιο σκοτεινούς δρόμους της εποχής μας.
Η οικογένεια και η προσωπική ζωή
Ο Δημήτρης Ήμελλος απέκτησε έναν γιο, τον Φοίβο, τον οποίο ανέφερε πάντα ως κινητήρια δύναμη της δημιουργικότητάς του. Ο Φοίβος, πτυχιούχος Κινηματογραφικών Σπουδών στο Greenwich University, με μεταπτυχιακό στη σκηνοθεσία στο Bolton, έχει ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα του στο χώρο του κινηματογράφου και του θεάτρου.
«Ο γιος μου ασχολείται με τη σκηνοθεσία στον κινηματογράφο. Δεν τον συμβουλεύω, γιατί δεν είμαι δάσκαλός του, πατέρας του είμαι», είχε πει.
Η πατρική αγάπη ήταν βαθιά, αλλά η δουλειά του συχνά του στερούσε την καθημερινότητα με τον Φοίβο. «Όταν πάνε τα παιδιά στα πάρτι με τους γονείς τους, το δικό σου παιδί δεν σε έχει και νομίζω ότι έλειψα πολύ στον γιο μου», είχε ομολογήσει. Η προσωπική του ζωή χαρακτηριζόταν από επιλογές και όχι δεσμεύσεις. Παρόλο που υπήρξε παντρεμένος, η σημαντική δέσμευση ήταν ο γιος του.
Τηλεόραση και κινηματογράφος
Η τηλεοπτική του παρουσία στον «Σασμό» και σε σειρές όπως «Το 10», ο «Καρυωτάκης» και ο «Άγιος Παΐσιος» πρόσφερε μια νέα διάσταση στην αναγνωρισιμότητά του. Εκείνος ωστόσο, πάντα έβλεπε τη σκηνή ως κορυφαίο μέσο έκφρασης. Στον κινηματογράφο συμμετείχε σε ταινίες όπως: Αλιόσα, Beautiful people, Delivery, Γλυκιά μνήμη, Bank Bang, Απ’ τα κόκαλα βγαλμένα, Μαγικός καθρέφτης, Illusion, Νοτιάς, το Happy Birthday, Δούλα και Φόνισσα.
Ο Δημήτρης Ήμελλος υπηρέτησε το θέατρο με συνέπεια, αλήθεια και αγάπη. Αν έπρεπε να τον χαρακτηρίσει κανείς, θα έλεγε ότι ήταν «ένας σοβαρός άνθρωπος που δημιούργησε ρόλους με την πιο αξιοσημείωτη παλέτα επιμονής, συναισθημάτων, αφοσίωσης στη λεπτομέρεια και εκφραστικών μέσων». Η αφοσίωσή του και η πίστη του στην ομαδική δουλειά ανέδειξαν τον Δημήτρη Ήμελλο ως έναν από τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς της γενιάς του.
Το πικρό τέλος
Ο καρκίνος τον χτύπησε νωρίς και ανελέητα, μόλις στα 56 του χρόνια. Φορούσε ακόμα τα ρούχα του Αντώνη Φραγκιαδάκη στον «Σασμό» όταν χρειάστηκε να ξεκινήσει θεραπείες για να παλέψει με το θηρίο. Στην τελευταία σεζόν της προβολής της δημοφιλούς σειράς, ο ηθοποιός, αν και έδινε κανονικά το παρών στο πλατό των γυρισμάτων, ήταν καταβεβλημένος από τις συνεχείς και επώδυνες προσπάθειες να νικήσει την ασθένειά του.
Ο αγαπημένος ηθοποιός έφυγε από τη ζωή στις 16 Δεκεμβρίου 2024, αφήνοντας ένα τεράστιο κενό στην τέχνη της υποκριτικής αλλά και πολύτιμο έργο μέσα από τους εμβληματικούς ρόλους που ενσάρκωσε σε θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση.
















