Η 26η Νοεμβρίου 1916 δεν είναι μια ημερομηνία που συνδέεται με κάποια μάχη ή μια επίσημη απόφαση. Σχετίζεται όμως με μια από τις καταγραφές που αποκαλύπτουν ξεκάθαρα τη σκόπιμη πρόθεση εξόντωσης των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και ειδικότερα του Πόντου, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου και των ετών που ακολούθησαν.
Την ημέρα εκείνη, ο Αυστριακός πρόξενος στην Αμισό (Σαμψούντα), δρ Ερνστ φον Κβιατκόφσκι, συναντήθηκε με τον μουτεσαρίφη Ραφέτ μπέη (ή Ραφέτ πασά, μέλος του Κομιτάτου «Ένωσις και Πρόοδος»). Στην επίσημη αναφορά που απέστειλε λίγες ημέρες αργότερα στο αυστροουγγρικό υπουργείο Εξωτερικών, περιλάμβανε την εξής ωμή δήλωση που του έκανε ο Οθωμανός αξιωματούχος:
«Πρέπει να τελειώσουμε με τους Έλληνες όπως τελειώσαμε και με τους Αρμένιους».
Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, η φράση αυτή ειπώθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1916, ενώ δύο ημέρες μετά, στις 28 Νοεμβρίου, ο Ραφέτ μπέης φέρεται να δήλωσε ότι έστειλε «αποσπάσματα για να σκοτώνουν κάθε Έλληνα που συναντούν στο δρόμο».
Η ψυχρότητα με την οποία καταγράφεται αυτή η πρόθεση, από το στόμα ανώτερου διοικητή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την καθιστά ένα σημαντικό τεκμήριο για τη μελέτη της Γενοκτονίας των Ελλήνων.
Μια μεθοδική πολιτική
Η δήλωση του Ραφέτ μπέη δεν ήταν ένα μεμονωμένο ξέσπασμα μίσους· εντάσσεται σε μια ευρύτερη πολιτική που είχε ξεκινήσει ήδη από το 1914.
Στον Πόντο, το γενοκτονικό σχέδιο περιλάμβανε:
• βίαιους εκτοπισμούς προς το εσωτερικό της Ανατολίας,
• επιτάξεις, λεηλασίες και εξαναγκαστικές πορείες μέσα στο χειμώνα,
• υποχρεωτική στράτευση στα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρού), όπου χιλιάδες άνδρες πέθαναν από κακουχίες,
• εμπρησμούς χωριών και εξόντωση άμαχου πληθυσμού.
Οι πολιτικές αυτές εφαρμόζονταν μεθοδικά – όπως συνέβη στις άλλες δύο χριστιανικές μειονότητες, τους Αρμένιους και τους Ασσύριους . Η επίμαχη δήλωση της 26ης Νοεμβρίου απλώς επιβεβαίωνε, με διπλωματικό ντοκουμέντο, το σχεδιασμό που βρισκόταν ήδη σε εξέλιξη.
Η σημασία της αναφοράς
Η αναφορά του Αυστριακού προξένου αποτελεί σημαντικό τεκμήριο για τρεις λόγους:
• Είναι ξένη, ανεξάρτητη πηγή
Δεν προέρχεται από ελληνικό περιβάλλον, ούτε από μεταγενέστερη αναφορά. Πρόκειται για επίσημο διπλωματικό έγγραφο αυστροουγγρικής υπηρεσίας.
• Αναπαράγει λόγια Οθωμανού αξιωματούχου
Ο Ραφέτ μπέης ήταν εν ενεργεία διοικητής. Η φράση του είναι άμεση μαρτυρία βούλησης.
• Επιβεβαιώνει την πρόθεση εξόντωσης
Στις γενοκτονίες, η πρόθεση («mens rea») είναι κρίσιμο στοιχείο. Το συγκεκριμένο έγγραφο χρησιμοποιείται διεθνώς ως απόδειξη του σχεδίου εναντίον των Ελλήνων.

Στα ντοκουμέντα που συγκέντρωσε η πρεσβεία της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη το 1917, ο Ραφέτ μπέης αναφέρεται ως υπεύθυνος για τους εμπρησμούς και τις απελάσεις από τη Σαμψούντα.
Περιγράφεται ως «φανατικός», μια «μάστιγα», ένας «τύραννος για τους χριστιανούς».
Ο ειδικός ανταποκριτής της εφημερίδας London Morning Post που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, στις 5 Δεκεμβρίου 1918 έγραψε ότι «ο εκλιπών Ραφέτ μπέης» στάλθηκε στη Σαμψούντα με ρητές εντολές – «έκανε τη δουλειά του σχολαστικά» σχολίασε, καθώς «πάνω από 150.000 άνθρωποι εκτοπίστηκαν».
















