«Πονώ το θέατρο, και ιδιαίτερα σαν δεν βλέπω να υπάρχουν εκείνοι που θα αντικαταστήσουν τους παλιούς».
≅
Είναι η μοίρα των ηθοποιών του θεάτρου, αν δεν έχουν αφήσει πίσω τους κάποια ταινία να μην περνάνε εύκολα στις επόμενες γενιές. Και είναι φυσιολογικό, γιατί μπορεί για κάποιους ηθοποιούς –ευτυχώς, για πολλούς στη χώρα μας– να έχουν γραφτεί ύμνοι και να έχουν χαράξει τη δική τους ιστορία στο σανίδι, αλλά πού θα τους… «τσεκάρουν» οι νεότεροι θεατές;
Πρακτικά το όνομα Χριστίνα Καλογερίκου ίσως να μην λέει πολλά πράγματα στους μη μυημένους στην ιστορία του εγχώριου θεάτρου.
Αν σας πούμε όμως ότι μιλάμε για την ηθοποιό που υποδυόταν τη μητέρα του Γιώργου Φούντα και την παραλίγο πεθερά της Μελίνας στη Στέλλα, κάπως ανοίγει το τοπίο. Τα μεταξύ τους λεκτικά πινγκ-πονγκ, αν και ολιγόλεπτα, είναι από τις καλύτερες σκηνές σε μια ούτως ή άλλως σπουδαία ταινία.

Η Στέλλα γυρίστηκε το 1955, και δύο χρόνια μετά το Αμαξάκι σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου. Εκεί η Καλογερίκου έκανε καθομολογία την καλύτερή της ερμηνεία. Υποδυόταν μια ξεπεσμένη ευγενή που είχε αρχίσει να ξεχνάει.
Ειδικά η σκηνή με τον Βασίλη Αυλωνίτη, που αντικαθιστά για μια μέρα τον προσωπικό της αμαξά Ορέστη Μακρή, είναι απολαυστική μέσα στην τραγικότητα και της ηρωίδας και ενός παλιού κόσμου που χάνεται. Είναι το φιλμ όπου της λέει την ατάκα: «Δεν διορθώνετε λίγο το ρολόι σας μαντάμ, γιατί πηγαίνει μισό αιώνα πίσω».
Ηθοποιός από νήπιο
Γεννήθηκε το 1885 στην Αθήνα και σε ηλικία 8 ετών έπαιξε στην παράσταση Πειρατάς, του θιάσου «Μένανδρος» του Διονύση Ταβουλάρη. Επισήμως πρωτοεμφανίστηκε στα 14, όταν συμμετείχε στο ανέβασμα από τον ίδιο θίασο του έργου Αι δύο ορφαναί, σε θέατρο της Κωνσταντινούπολης.
Το πώς προέκυψε το θέατρο στην ζωή της οφείλεται στην οικογένειά της. Ήταν κόρη του Παντελή και της Ελπινίκης Ρούσσου, που ήταν ηθοποιοί. Μάλιστα τέσσερα αδέλφια της ασχολήθηκαν με την υποκριτική, ενώ ο αδελφός της Μύρωνας Ρούσσος ήταν θεατρικός υποβολέας της εποχής.
Στα επόμενα δέκα χρόνια εξελίχθηκε σε πρωταγωνίστρια, ενώ το 1913 έπαιξε στη Μονάκριβη του Ξενόπουλου δίπλα στην Κυβέλη. Από το 1915 έως το 1922 δημιούργησε και η ίδια θιάσους και ταξίδεψε δίνοντας παραστάσεις σε όλη την Ελλάδα, την Κύπρο και την Αίγυπτο.
Όμως, στα τέλη της δεκαετίας του ’20, είχε αρχίσει να σβήνει το άστρο της.
Η τελευταία καλή της στιγμή σε αυτή την πρώτη περίοδο της καριέρας της ήταν η εμφάνισή της το 1927 στο ανέβασμα του Προμηθέα Δεσμώτη, στην έναρξη των Δελφικών Εορτών που οργάνωσαν ο Άγγελος Σικελιανός και η σύζυγός του Εύα.
Επανήλθε στο θέατρο ύστερα από μια δεκαετία περίπου, το 1939, και παρέμεινε μέχρι το 1965 – αν και η αρχική δουλειά στην επιστροφή της δεν στέφτηκε με επιτυχία. Συγκεκριμένα, συμμετείχε στον πρωτοπoριακό για την εποχή του θίασο «Άρμα Θέσπιδος» υπό τον Πέλο Κατσέλη.

Ήταν πλέον 50+, και όπως σημειώνουν οι ειδικοί, οι ρόλοι γυναικών σε εκείνη την ηλικία κάνουν μια δεύτερη και σπουδαιότατη καριέρα. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής δούλεψε στο Κρατικό Θέατρο Θεσσαλονίκης, ενώ όταν πήγε στο «Ελεύθερο Θέατρο» έγραψε ιστορία με πολλές ερμηνείες της.
Από το 1955 η Χριστίνα Καλογερίκου ανήκε στο δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου, όπου έπαιξε 17 ρόλους κλασικού ρεπερτορίου. Ξεχώρισε ειδικά τη σεζόν 1962-3, στο Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα στο πλευρό της Κατίνας Παξινού – αυτό το ανέβασμα μνημονεύεται ακόμα και σήμερα. «Θα παίξω και πάλι το ρόλο της ψυχής μου», είχε δηλώσει στην εφημερίδα Μεσημβρινή.

Αποσύρθηκε το 1965 με τελευταία ερμηνεία στην παράσταση Η Μπόρα του Αλεξάντρ Νικολάγεβιτς Οστρόφσκι.
Στη μεγάλη οθόνη
Η πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο έγινε το 1917 στη βωβή ταινία του Δήμου Βρατσάνου Ο ανήφορος του Γολγοθά, η οποία φιλοδοξούσε να μεταφέρει στο πανί το Θείο Δράμα.
Αλλά και εδώ είχαμε επεισοδιακές καταστάσεις, καθώς τα γυρίσματα διακόπηκαν απρόοπτα και το υλικό που είχε γυριστεί μονταρίστηκε αργότερα σε μια εκδοχή που προβλήθηκε με τίτλο Τα πάθη του Χριστού. Φυσικά το φιλμ δεν υπάρχει πουθενά.

Στη μεγάλη οθόνη η Καλογερίκου επέστρεψε τη δεκαετία του 1950 με μια σπουδαία Νεκρή πολιτεία του Φρίξου Ηλιάδη. Ανάμεσα στα φιλμ που έπαιξε ήταν ο Αγαπητικός της βοσκοπούλας του Ντίνου Δημόπουλου (πρώτη προβολή: 10 Οκτωβρίου 1955), και την ίδια χρονιά διακρίθηκε για την εξαιρετική της ερμηνεία στη Στέλλα του Μιχάλη Κακογιάννη.
Το 1958 ερμήνευσε το ρόλο της ηγουμένης στην ταινία Μακρά απ’ τον κόσμο» του Ορέστη Λάσκου – ήταν και η τελευταία κινηματογραφική της εμφάνιση.
Η ζωή εκτός σκηνής
Έκανε τρεις γάμους, όλους με ηθοποιούς: με τον Νικόλαο Κουκούλα, με τον Πάνο Καλογερίκο και τον Μάριο Παλαιολόγο. Μετά τη διάλυση και του τρίτου της γάμου το 1927 επέλεξε το επίθετο που διατήρησε για την υπόλοιπη ζωή της.
Λίγο πριν από το θάνατό της τιμήθηκε από το κράτος με τον Ταξιάρχη του Τάγματος της Ευποιίας. Επίσης στην αναβίωση της Ημέρας του Ηθοποιού το 2002, τιμήθηκε μετά θάνατον από το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών μαζί με άλλες εννέα σπουδαίες προσωπικότητες του ελληνικού θεάτρου που πέθαναν στη διάρκεια της δικτατορίας.

Η Χριστίνα Καλογερίκου πέθανε σαν σήμερα το 1968, μετά από πολύμηνη ασθένεια, σε ηλικία 83 ετών. Μία από τις δηλώσεις της που έμειναν στην ιστορία είναι η εξής: «Έχω την ικανοποίηση που αναζητά πάντα ο καλλιτέχνης: πως δεν υπήρξα άγονη παρουσία».
Σπύρος Δευτεραίος
















