Υπάρχουν άνθρωποι που σε όλες τις εποχές και σε όλους τους επαγγελματικούς χώρους μπορούν να επιβληθούν με την παρουσία τους. Όσον αφορά το θέατρο, μπορούν ακόμα και με τη φωνή τους. Αρκούν όμως η εμφάνιση και η φωνή; Όχι βέβαια, χρειάζεται και ταλέντο.
Ευτυχώς για την εγχώρια σκηνή, ο Τζαβαλάς Καρούσος ήταν και υπερταλαντούχος. Παράλληλα έζησε και μια ζωή περιπετειώδη και δύσκολη – δεν είχε να ζηλέψει τίποτα από τα έργα όπου έπαιξε.
Η φιλότεχνη νονά και τα τερτίπια του έρωτα
Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1904 στην πανέμορφη Λευκάδα. Το πραγματικό του όνομα ήταν Καρούσος Τζαβάλας – κοινώς, άλλαξε το επίθετο με το μικρό του όνομα όταν μπήκε στο θέατρο. Το «Καρούσος» το οφείλει στη νονά του, φίλη των γονιών του στο νησί. Αγαπούσε την όπερα και ιδιαιτέρως τον Ιταλό Ενρίκο Καρούσο που τότε μεσουρανούσε. Έτσι πήρε την απόφαση να δώσει στον μικρό το όνομα.
Ήταν ο μοναχογιός του δερματέμπορα Πάνου Τζαβαλά, και εγγονός ενός πάμπλουτου τραπεζίτη.
Ο πατέρας Πάνος πάντως σόκαρε την οικογένεια και την κοινωνία της εποχής, αφού επέλεξε για νύφη την Πολυξένη· από οικογένεια ποπολάρων και μάλιστα χήρα, από τη Βόνιτσα. Ήταν και η αιτία που τον αποκλήρωσαν.
Ο μικρός μεγάλωσε λοιπόν σε ένα πολιτισμένο και σχετικά οικονομικά καλό περιβάλλον. Μόνο που οι πόλεμοι και ο χαμός του πατέρα του, το 1922, έφεραν μητέρα και γιο σε κατάσταση φτώχειας.
Από την άλλη ο Καρούσος από την εφηβική ηλικία μυήθηκε στην τέχνη του θεάτρου αλλά και στις ιδέες της Αριστεράς· και τα δύο όχι μόνο τον ακολούθησαν στην υπόλοιπη ζωή του, την χάραξαν.
Οι μεγάλες αποφάσεις
Στα 14 του παραλίγο να πεθάνει, όταν δέχτηκε μια μαχαιριά στην πλάτη. Χρειάστηκε να μεταφερθεί με πλοίο στην Πάτρα για να χειρουργηθεί, πράγμα παρακινδυνευμένο το 1918, καθώς μαινόταν πόλεμος και το Ιόνιο το διέσχιζαν τα γερμανικά υποβρύχια.
Και ναι μεν σώθηκε, αλλά η αφαίρεση δύο του πλευρών τού προξένησε σοβαρή βλάβη.
Λίγο αργότερα ανακατεύτηκε με τον περιοδεύοντα θίασο του Σπύρου Χαντά που είχε πάει στη Λευκάδα για παραστάσεις. Εκεί πήρε το βάπτισμα του πυρός και τους ακολούθησε στην Κέρκυρα. Ήταν 17 χρονών, γεμάτος όνειρα, σε μια δύσκολη εποχή. Για να αποφύγει τη ρήξη με την οικογένειά του κατέβηκε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική.
Όμως μετά το τέλος της στρατιωτικής του θητείας, και αφού είχε προηγηθεί ο θάνατος του πατέρα του, άφησε τη Νομική για να ασχοληθεί επαγγελματικά με το θέατρο.
Οι δύο γάμοι
Το 1926 βρέθηκε με το θίασο Νέζερ στην Αλεξανδρούπολη. Εκεί γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, τη 18χρονη Ελένη. Παντρεύτηκαν σε χρόνο ρεκόρ με κουμπάρο τον θιασάρχη Χριστόφορο Νέζερ. Λίγο αργότερα γεννήθηκε και η κόρη τους Δέσπω, την οποία ο ηθοποιός έκανε χρόνια να γνωρίσει, καθώς η σύζυγός του δεν τον ακολούθησε στον αβέβαιο επαγγελματικό του χώρο.
Μέχρι το 1931 και την ίδρυση του Εθνικού Θεάτρου από τον Φώτο Πολίτη, ο Καρούσος είχε οργώσει την περιφέρεια με τα μπουλούκια.
Όμως ο θάνατος του Πολίτη το 1934 τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το Εθνικό μετά από θητεία τεσσάρων χρόνων. Ίδρυσε με τον Πέλο Κατσέλη το «Καλλιτεχνικό Θέατρο», που όμως δεν… περπάτησε. Έτσι το 1935 αναγκάστηκε να φύγει για το Παρίσι.
Η Ευρώπη του Μεσοπολέμου ήταν καζάνι που έβραζε. Επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου συνεργάστηκε με την κυρία Κατερίνα. Εκεί, λίγες μέρες μετά την πρεμιέρα, συλλαμβάνεται.
1939. Στη Δράμα όπου βρισκόταν με περιοδεύοντα θίασο, γνώρισε τη Λέλα Αναστασιάδη, κόρη πετυχημένου και δεξιών πολιτικών πεποιθήσεων δικηγόρου, η οποία παρέμεινε σύντροφός του για το υπόλοιπο της ζωής του. Και αυτό το υπόλοιπο δεν ήταν και εύκολο.
Εμφύλια πάθη
Ο Τζαβαλάς Καρούσος όχι μόνο δεν είχε κρύψει την αριστερή του ιδεολογία, αλλά είχε επιδείξει και σπουδαίο έργο. Μάλιστα, μετά την Κατοχή, στην περίοδο των Δεκεμβριανών κυκλοφόρησε η φήμη ότι σκοτώθηκε.
Λίγο αργότερα και μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας, σε πρεμιέρα του Εθνικού με τον Έμπορο της Βενετίας όπου έπαιζε τον Σάιλοκ, δέχτηκε ύβρεις και την οργή του κοινού, σε βαθμό που κλήθηκε η αστυνομία να επιβάλει την τάξη.
Το 1948 συνελήφθη και εξορίστηκε. Επέστρεψε στην Αθήνα το 1952 με κλονισμένη υγεία.
Μέχρι το 1957, που έχασε τη μάνα του, συνεργάστηκε με σημαντικούς θιάσους και συναδέλφους, καθώς οι πάντες αναγνώριζαν την καλλιτεχνική και πνευματική του αξία. Όμως οι πολιτικές του επιλογές ανέκοπταν στην εξέλιξή του.
Ευτυχώς που ο ελληνικός κινηματογράφος τον «εκμεταλλεύτηκε», έστω και σε δεύτερους ρόλους. Στην κινηματογραφική του καριέρα συμπεριλαμβάνεται και η ερμηνεία του στη Φαίδρα του Ζιλ Ντασέν δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη. Οι τρεις τους είχαν συναντηθεί τα πρώτα χρόνια της χούντας στο Παρίσι, στον αγώνα κατά των συνταγματαρχών.
Τελευταία πράξη
Τον Απρίλιο του 1967 ζούσε έναν τεράστιο θεατρικό θρίαμβο υποδυόμενος (ξανά) τον Σάιλοκ στον Έμπορο της Βενετίας, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Μάλιστα, στις 20 Απριλίου είχε γιορτάσει με το θίασο την 100ή παράσταση του έργου.
Λίγες ώρες αργότερα η κόρη του προσπάθησε να τον ειδοποιήσει για τη χούντα, μόνο που τις πρώτες πρωινές ώρες τον συνέλαβαν – για μία ακόμη φορά. Τον πήγαν στη Γυάρο, όπου έζησε μια νέα κόλαση. Με πρόσχημα ουρολογική εξέταση, του προκάλεσαν εγκαύματα στα γεννητικά όργανα. Μεταφέρθηκε εσπευσμένα μέσω Σύρου στο νοσοκομείο «Άγιος Παύλος» των φυλακών Αβέρωφ.
Όταν τελικά τον έστειλαν σπίτι του αποφάσισε να φύγει ξανά για το Παρίσι. Και παρά την άθλια κατάσταση της υγείας του, συνέχισε τον αντιδικτατορικό του αγώνα.
Τον Δεκέμβριο του 1968, παραμονές Χριστουγέννων, κατέθεσε μαζί με την Ελένη Βλάχου και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στο Συμβούλιο των Υπουργών της Ευρώπης, στο Στρασβούργο. Επέστρεψε στη γαλλική πρωτεύουσα, όπου μπήκε στο νοσοκομείο Τενόν.
Άφησε την τελευταία του πνοή στις 3 Ιανουαρίου 1969.
Σπουδαίος ηθοποιός ο Τζαβαλάς Καρούσος· γνώριζε ότι λόγω της ιδεολογίας του αδίκησε την καριέρα αλλά και τη ζωή του. Τίμιος, μαχητικός, δεν δίστασε να παραδεχτεί την προδοσία από πολλούς πολιτικούς συντρόφους και δεν καταδέχτηκε να μπει κάτω από την κομματική ομπρέλα για κάποιο κέρδος. Ναι, υπήρξαν και τέτοιοι άνθρωποι κάποτε.
Για την ιστορία, στον ηθοποιό αποδίδεται η πατρότητα της φράσης «Στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις».
Σπύρος Δευτεραίος