Ελληνόφωνο χωριό της επαρχίας Γουρούχ Κερασούντας, το Γιατμούς ή Γιατμίς έσβησε από το χάρτη, το 1917, όταν ένας από τους θρασύδειλους φονιάδες του Τοπάλ Οσμάν ο Χαλίλ Τοπάνογλου εξανάγκασε τους κατοίκους να κλειστούν στα σπίτια τους και να μην βγαίνουν ούτε για να καλλιεργήσουν τα χωράφια τους!
Το βασανιστήριο κράτησε επτά χρόνια και οι κάτοικοι πέθαναν κυριολεκτικά από την πείνα. Την ίδια τύχη είχαν και οι κάτοικοι πολλών γειτονικών χωριών.
Το Γιατμούς, σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, μάλλον ιδρύθηκε μετά το 1780 από οικογένειες που προέρχονταν από την Άρδασα και την Αργυρούπολη. Στην πλειονότητά τους ασχολούνταν με τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την υλοτομία. Την περίοδο της απαγόρευσης των καλλιεργειών κάποιοι κατέφυγαν στα δάση και δημιούργησαν ομάδες ανταρτών. Με ορμητήρια τα σημεία αυτά προκαλούσαν φθορές στους Τούρκους και βοηθούσαν τους κατοίκους του χωριού.
Όσοι γλίτωσαν από την πείνα και τους αποκεφαλισμούς –συνηθισμένη ποινή για τους αντάρτες του Γιατμούς που συλλαμβάνονταν– βρήκαν καταφύγιο στο Σοχούμ της Γεωργίας, στο Θρυλόριο της Ροδόπης, το Νέο Ζυγό, τη Διομήδεια και τη Λευκόπετρα Ξάνθης, στο Κεφαλάρι, το Οχυρό, τα Λευκώγεια, τον Άγιο Αθανάσιο και τα Κίργια της Δράμας αλλά και το Μεσιανό Γιαννιτσών.
Εκτιμάται ότι την περίοδο 1916-1923, συνολικά ερήμωσαν 88 χωριά της Κερασούντας και μόνο το 10-15% των Ελλήνων κατοίκων τους διασώθηκαν είτε βρίσκοντας καταφύγιο στην τότε Σοβιετική Ένωση είτε στην Ελλάδα.
Το χωριό Γιατμούς εκκλησιαστικώς υπαγόταν στη Μητρόπολη Κολωνίας (Γαράσαρης) και Νικοπόλεως. Ο ναός του χωριού ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Γεώργιο. Αναφορές υπάρχουν και για δύο παρεκκλήσια του Αγίου Δημητρίου και του Αγίου Ιωάννη. Στο χωριό λειτουργούσαν τρεις παπάδες, δυο εκ των οποίων ήταν ο παπα-Γιάννης και ο παπα-Χρήστος. Όλοι βρήκαν το θάνατο από μαχαίρι Τούρκων.
Στην Εγκυκλοπαίδεια του Ποντιακού Ελληνισμού αναφέρεται πως στο Γιατμούς ζούσαν περίπου 140 οικογένειες Ποντίων και υπήρχε τετρατάξιο δημοτικό σχολείο. Ωστόσο ο Λάζαρος Η. Κενανίδης, στη διδακτορική διατριβή του με τίτλο Η εκκλησιαστική, εκπαιδευτική, πνευματική και κοινωνική ζωή των προσφυγικών εγκαταστάσεων στην πόλη και την επαρχία Γιαννιτσών φιλοξενεί μαρτυρία όπου σημειώνεται πως «Σχολείο δεν είχε το Γιατμούς και οι μαθητές πήγαιναν με τα πόδια στο σχολείο άλλου κοντινού χωριού».
Στο σύνολό τους μιλούσαν το ίδιο ιδίωμα της ποντιακής διαλέκτου «χαρακτηριστικό για την ιδιομορφία της μουσικότητας στο λεξιλόγιό του».
Στη θέση του χωριού, που μετά την ερήμωσή του δεν κατοικήθηκε εκ νέου, σήμερα υπάρχει δάσος και τρεχούμενα νερά.
Πηγές