Αντνάν Μεντερές. Οδηγήθηκε στην κρεμάλα στις 17 Σεπτεμβρίου 1961, ωστόσο στη σύγχρονη εποχή έχει… αποκατασταθεί, καθώς το όνομά του δόθηκε στο διεθνές αεροδρόμιο της Σμύρνης αλλά και στο Πανεπιστήμιο του Αϊδινίου, της γενέτειράς του.
Για τους Έλληνες, εάν τα τέρατα είχαν πρόσωπα, ένα από αυτά θα ήταν το δικό του. Το ίδιο πιστεύουν και πολλοί Τούρκοι, καθώς η κυβέρνησή του ήταν μεν νόμιμη, αλλά τυραννική.
Η σφαγή του Αϊδινίου
Το επίθετο Μέντερες προέρχεται από την ελληνική ονομασία του Μαίανδρου ποταμού, εκεί όπου ο Αντνάν διατηρούσε πολλά πατρικά κτήματα. Οι Τούρκοι απέκτησαν επίθετα μόλις το 1934· ο Μουσταφά Κεμάλ θέλοντας να εκσυγχρονίσει τη χώρα του και να την φέρει πιο κοντά στα δυτικά πρότυπα εισήγαγε τον περίφημο «Νόμο του Επωνύμου».
Αυτή όμως δεν είναι η μοναδική σύνδεση του 9ου πρωθυπουργού της Τουρκίας με τους Έλληνες – άλλωστε μιλούσε ελληνικά.
Μια από τις πιο τραγικές σελίδες του πρώτου καλοκαιριού της Μικρασιατικής Εκστρατείας γράφτηκε στο Αϊδίνι, σχεδόν ενάμιση μήνα μετά την αποβίβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη. Από τις 14 Μαΐου 1919 η πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας της Μικράς Ασίας ήταν υπό τον ελληνικό έλεγχο. Την περίοδο εκείνη αριθμούσε 35.000 κατοίκους, από τους οποίους οι 8.000 ήταν Έλληνες.
Όμως, η αιφνιδιαστική επίθεση που έγινε από τους τσέτες είχε σαν αποτέλεσμα την υποχώρηση των ελληνικών δυνάμεων στις 17 Ιουνίου, με εντολή του συνταγματάρχη Σχοινά. Ο αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού πέρασε από στρατοδικείο για την απόφασή του να εγκαταλείψει το Αϊδίνι· καθαιρέθηκε και καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη.
Η σφαγή του ελληνικού πληθυσμού κράτησε δύο μέρες. Όταν οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις ανακατέλαβαν την πόλη βρέθηκαν μπροστά σε ένα αποτρόπαιο θέαμα, καθώς οι δρόμοι ήταν γεμάτοι πτώματα κάθε ηλικίας. Ανάμεσα στους σφαγιασθέντες και 31 πρόσκοποι, μαζί με τον τοπικό έφορο Νίκο Αυγερίδη και τους αρχηγούς τους.

Όταν ο συνταγματάρχης Σχοινάς διέταξε υποχώρηση αφήνοντας την πόλη έρμαιο στη μανία των τσετών, οι μεγαλύτεροι των προσκοπικών ομάδων πήραν τα όπλα και πολεμούσαν πλάι στους στρατιώτες που είχαν απομείνει. Oι μικρότεροι μετέφεραν πολεμοφόδια, φρόντιζαν τραυματίες και μετέδιδαν μηνύματα.
Όσοι πρόσκοποι δεν σκοτώθηκαν στις ένοπλες συγκρούσεις τελικά έπεσαν στα χέρια των τσετών· επικεφαλής τους ήταν ο 20χρονος τότε Αντνάν Μεντερές.
Έπειτα από μια δραματική νύχτα στο μπουντρούμι του Διοικητηρίου, στις 18 Ιουνίου 1919 οι 31 πρόσκοποι οδηγήθηκαν ανατολικά της πόλης, στις όχθες του Εύδωνα, του παραπόταμου του Μαιάνδρου, που έγινε τόπος του μαρτυρίου τους.
«Του αρχηγού Νίκου Αυγερίδη του έβγαλαν τα μάτια και τον κατακρεούργησαν. Τον Φιλοκτήτη Αργυράκη τον έγδαραν. Τον 19χρονο Μίνωα Βεϊνόγλου τον αποκεφάλισαν με σκουριασμένο μαχαίρι. Τους υπόλοιπους τους λόγχισαν και τους κατακρεούργησαν. Πολλών τα κορμιά ρίχτηκαν στο ποτάμι. Παλούκωσαν πολλές από τις σορούς και τις ευνούχισαν». Τις περιγραφές τις έκαναν πρόκριτοι του Αϊδινίου που είχαν κρυφτεί στο Διοικητήριο.
Σεπτεμβριανά του 1955: H «τρίτη άλωση της Κωνσταντινούπολης»
Ως την «τρίτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης» έχουν χαρακτηρίσει οι ιστορικοί τα Σεπτεμβριανά του 1955, την ελληνική εκδοχή της Νύχτας των Κρυστάλλων επί πρωθυπουργίας Μεντερές. Τα… fake news για την τοποθέτηση βόμβας στο σπίτι του Μουσταφά Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη ήταν η σπίθα για τη «φωτιά» που κατέκαψε τους Ρωμιούς της Πόλης.

Τα ανθελληνικά γεγονότα στην Κωνσταντινούπολη και δευτερευόντως στη Σμύρνη αποδόθηκαν στην «αυθόρμητη» λαϊκή έκρηξη, την οποία είχαν υποδαυλίσει χαλκευμένες ειδήσεις περί «σχεδιασμένων σφαγών» των Τούρκων της Κύπρου από Έλληνες.
Στην πραγματικότητα η… λογική της αντίδρασης στηρίχθηκε στο «θράσος» των Ελλήνων της Κύπρου (δηλαδή του 82% του πληθυσμού) να ζητήσουν αυτοδιάθεση· οι ιστορικοί τονίζουν ότι η Βρετανία έκανε την Τουρκία ρυθμιστικό παράγοντα στην Κύπρο, επισημαίνοντας την εμφάνιση του Ραούφ Ντενκτάς και την ίδρυση της Εθνικής Ένωσης Τούρκων Φοιτητών στην Κωνσταντινούπολη με την επωνυμία «Η Κύπρος είναι τουρκική», το 1954.
Η εμπλοκή της Τουρκίας στο Κυπριακό με την παρότρυνση των Άγγλων είχε ως συνέπεια τη δημιουργία ενός κλίματος κατά των Ελλήνων· ντοκουμέντα αναδεικνύουν το ρόλο του διπλωμάτη και υπουργού Επικρατείας Τεφβίκ Ρουστί Ζουρλού, ο οποίος μαζί με τον πρωθυπουργό Αντνάν Μεντερές εμπνεύστηκαν τις «αυθόρμητες» λαϊκές αντιδράσεις ώστε η ελληνική πλευρά να τρομοκρατηθεί και να αναθεωρήσει τη στάση της.
Στόχος ήταν να ασκηθεί πίεση κατά τη Διάσκεψη του Λονδίνου, η οποία δεν είχε άλλο σκοπό παρά να καταστήσει την Τουρκία διάδικο μέρος στη βρετανική αποικία που κατοικούνταν κατά συντριπτική πλειοψηφία από Έλληνες που επιθυμούσαν την ένωση με την Ελλάδα.
Μάλιστα, ο Τεφβίκ Ρουστί Ζουρλού στη Διάσκεψη ισχυρίστηκε ότι εφόσον οι Άγγλοι αποσύρονταν, τότε το νησί θα έπρεπε να επιστραφεί στην Τουρκία!
Εκ των υστέρων έγινε η εκτίμηση ότι τα Σεπτεμβριανά πήραν μεγαλύτερη έκταση από αυτή που ήθελαν οι εμπνευστές του σχεδίου· η Διάσκεψη του Λονδίνου ναυάγησε, ενώ αργότερα ο Αντνάν Μεντερές δήλωσε ότι τα γεγονότα όπως εξελίχθηκαν τον εμπόδισαν να ζητήσει αναθεώρηση της Συνθήκης της Λοζάνης και επιστροφή των Δωδεκανήσων στην Τουρκία.

Από την άλλη, δεν είναι λίγοι αυτοί που θεωρούν ότι τα Σεπτεμβριανά του 1955 εξελίχθηκαν ακριβώς όπως ήθελε η τουρκική ηγεσία. Ο Νεοκλής Σαρρής έγραψε το 1955 στην Καθημερινή:
«H άποψη αυτή επιβεβαιώνεται απ’ τη μέθοδο που ακολουθήθηκε και τον προκαθορισμό των στόχων από τις κατά τόπους αστυνομικές Αρχές, τους κοινοτάρχες (μουχτάρηδες), τις κομματικές οργανώσεις του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος. Επίσης από το γεγονός ότι πραγματοποιήθηκε μεταφορά ειδικών ομάδων από τα περίχωρα ή την επαρχία, που διενεργούσαν τις καταστροφές και λεηλατούσαν τα κτήρια στα οποία αρχικοί “διαδηλωτές” είχαν σπάσει “ενδεικτικά” τα τζάμια, ή είχαν “φιλοτεχνήσει” ανάλογο διακριτικό σημείο.
»Και, κυρίως, από το ότι τα στίφη ήταν εφοδιασμένα με ειδικά όργανα καταστροφής. (Για παράδειγμα, οι ομάδες που σύλησαν το νεκροταφείο του Σισλί είχαν κομπρεσέρ και ειδική γεννήτρια ρεύματος.) […] Το γεγονός ότι οι νεκροί ήταν λίγοι (έχουν καταμετρηθεί 18, οι περισσότεροι των οποίων πέθαναν συνεπεία των τραυμάτων τους) είναι πρόσθετο αποδεικτικό στοιχείο του ελεγχόμενου των γεγονότων».
Άλλωστε, ο Οκτάι Εγκίν, ο φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και γιος του μουσουλμάνου βουλευτή Φαΐκ Εκγίν, φέρεται να προμηθεύτηκε τον εκρηκτικό μηχανισμό που τοποθέτησε στο σπίτι του Μουσταφά Κεμάλ από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες, σε συνεργασία με τον πρόξενο Μ. Μπαλίν, τον υποπρόξενο Μ. Τεκινάλπ και τον κλητήρα Χ. Ουτσάρ.
Οι δράστες παραπέμφθηκαν στη Δικαιοσύνη, ωστόσο στις 20 Σεπτεμβρίου 1956 οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Τουρκίας συμφώνησαν ότι πρέπει να υπάρξει εκτόνωση της έντασης, και ο Οκτάι Εγκίν φυγαδεύτηκε στην Τουρκία.

Τα Σεπτεμβριανά δεν «χτύπησαν» μόνο το ρωμαίικο αλλά είχαν επιπτώσεις γενικότερα στο εσωτερικό της Τουρκίας, με τη διάσπαση του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος, τη λήψη νέων αυταρχικών μέτρων, τη φίμωση του Τύπου και τελικά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1960 με το οποίο ανατράπηκε ο Αντνάν Μεντερές, ο οποίος παραπέμφθηκε σε δίκη.
Το «υπέρτατο» δικαστήριο τον καταδίκασε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού, όπως και δύο υπουργούς της κυβέρνησής του.
Ο απαγχονισμός του Αντνάν Μεντερές
Δέκα χρόνια κυβέρνησε την Τουρκία ο Αντνάν Μεντερές. Με το πρόγραμμά του επιδίωξε να απαλλάξει τη χώρα από τα δεσμά του παρεμβατισμού του κράτους στην οικονομία, δίνοντας περισσότερες ελευθερίες στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Πρόθεσή του επίσης ήταν να περιορίσει την επιρροή του στρατού στην πολιτική ζωή.
Όμως, τις πρώτες επιτυχίες στην οικονομία διαδέχθηκε ο υψηλός πληθωρισμός. Η άρνηση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις στο στράτευμα προκάλεσε τη δυσαρέσκεια των στελεχών του, ιδιαιτέρως των νεότερων. Αυτή η δυσαρέσκεια αυξήθηκε εξαιτίας της φιλο-ισλαμικής πολιτικής, η οποία βρισκόταν σε αντίθεση με τις βασικές αρχές της πολιτικής που εγκαινίασε ο ιδρυτής της Τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ.
Οι αντιπολιτευτικές φωνές στην Τουρκία άρχισαν να αυξάνονται. Αντιδρώντας, η κυβέρνηση εφάρμοσε περιορισμούς στην έκφραση αντικυβερνητικών απόψεων. Ακολούθησαν διώξεις κατά δικαστικών και πανεπιστημιακών. Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης καθώς και οι απολύσεις στα πανεπιστήμια ξεσήκωσαν μεγάλη μερίδα των φοιτητών εναντίον του Αντνάν Μεντερές.
Προκειμένου να αποτρέψει την εκδήλωση μεγάλων συλλαλητηρίων, η τουρκική κυβέρνηση κήρυξε στρατιωτικό νόμο την άνοιξη του 1960. Τις πρώτες πρωινές ώρες της 27ης Μαΐου, ο στρατός υπό τις εντολές του Τζεμάλ Γκιουρσέλ με πραξικόπημα πήραν την εξουσία από τον πρωθυπουργό και από τον πρόεδρο Τζελάλ Μπαγιάρ.
Ο στρατός και το ακαδημαϊκό κατεστημένο θεωρούσαν εαυτούς ως θεματοφύλακες της κληρονομιάς του «Ατατούρκ», την οποία επιχειρούσε να ανατρέψει ο Αντνάν Μεντερές.
Η διανδρία Μεντερές-Μπαγιάρ παραπέμφθηκε σε δίκη που κράτησε περίπου 10 μήνες και είχε περίπου 600 κατηγορούμενους.
Την Κυριακή 17 Σεπτεμβρίου 1961 ο πρωθυπουργός οδηγήθηκε στην αγχόνη που στήθηκε στη νήσο Ιμραλί, στη Θάλασσα του Μαρμαρά· την προηγούμενη μέρα, μετά την ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου, είχε προσπαθήσει ανεπιτυχώς να αυτοκτονήσει με υπνωτικά χάπια. Ήταν η μέρα που είχαν εκτελεστεί οι άλλοι δύο καταδικασθέντες σε θάνατο, οι υπουργοί Εξωτερικών Φατίν Ρουστού Ζορλού και Οικονομικών Χασάν Πολατκάν.
Τελικά ο Αντνάν Μεντερές δεν «πλήρωσε» για το θάνατο των προσκόπων του Αϊδινίου, ενώ το ανθελληνικό πογκρόμ, παρόλο που βρισκόταν στο κατηγορητήριο –όπως και η διαφθορά–, δεν βάρυνε τόσο στη δικαστική απόφαση των 1.600 σελίδων. Ο 9ος πρωθυπουργός της Τουρκίας εκτελέστηκε για «παραβίαση του Συντάγματος», όπως έγραφε το χαρτί που του καρφίτσωσαν στο στήθος.