Κατά έναν παράξενο τρόπο οι ζωές των σημαντικών ανθρώπων μοιάζουν. Ο λόγος για τον μεγαλύτερο δεξιοτέχνη του κλαρίνου που γέννησε αυτός ο τόπος, τον Πέτρο (Πετρολούκα) Χαλκιά, Ηπειρώτη κλαρινίστα που έφυγε πριν λίγες ημέρες για τα Πωγωνοχώρια του Ουρανού και τον δικό μας Γώγο Πετρίδη. Πώς συνδέονται οι ζωές των δύο μεγάλων μουσικών της ελληνικής μουσικής μας παράδοσης;
Ο Πετρολούκας Χαλκιάς όπως και ο Γώγος Πετρίδης ήταν παιδιά μουσικών. Οι πατεράδες τους καθημερινά έδιναν μάχη επιβίωσης για να ζήσουν τις οικογένειές τους στα δύσκολα και φτωχικά χρόνια.
Οραματίζονταν για τους γιους τους μια ευκολότερη ζωή, μια ζωή που δεν θα ήταν αναγκασμένοι όπως αυτοί να κυνηγούν το μικρό μεροκάματο που πότε τους εξασφάλιζε και πότε όχι το μουσικό όργανό τους, το κλαρίνο και η κεμεντζέ αντίστοιχα.
Έτσι ο Περικλής Χαλκιάς και ο Σταύρης Πετρίδης απαγόρεψαν από μικρή ηλικία στους γιους τους να έχουν οποιαδήποτε σχέση με τη μουσική.
Η αγάπη όμως του Πετρολούκα και του Γώγου για τους μουσικούς δρόμους της εθνοτοπικής τους παράδοσης ξεπερνούσε κάθε έννοια υπακοής. Έτσι ένα βράδυ όπως γυρνούσε ο Σταύρης κατάκοπος από το μεροκάματο στο σπίτι του στην Καλαμαριά, άκουσε τον γλυκόλαλο ήχο της λύρας και θέλησε να δει ποιος λυράρης ήταν αυτός που έπαιζε τόσο ωραία. Πλησιάζοντας προς το σημείο από όπου ακουγόταν ο τραπεζούντιος σκοπός, είδε τον γιο του να παίζει εν μέσω πλήθος ανθρώπων που τον άκουγαν επευφημώντας τον. Ο Γώγος μόλις είδε τον πατέρα του πάγωσε. Κατέβασε το τοξάρι του και σταμάτησε να παίζει.
Ο Σταύρης αφού τον πλησίασε, του έδωσε ένα δυνατό χαστούκι για την ανυπακοή του και αμέσως μετά του είπε επιτακτικά: «ατώρα παίξον».
Με τον παράδοξο αυτόν τρόπο έδωσε την «ευχή του» στον γιο του, αναγνωρίζοντας το ταλέντο του, για να ασχοληθεί με αυτό που αγαπούσε, τη λύρα! Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον!
Ο Πετρολούκας από την άλλη είχε την κατηγορηματική άρνηση του πατέρα του να ασχοληθεί με την μουσική παράδοση που κρατούσε για πέντε ολόκληρες γενιές στην οικογένειά τους. Ο Περικλής Χαλκιάς κουρασμένος από τις συνεχείς μετακινήσεις και το μικρό μεροκάματο που εξασφάλιζε ως κλαρινίστας, έστειλε τον γιο του στα Ιωάννινα για να μαθητεύσει σε ένα συνεργείο αυτοκινήτων. Εκεί που έπαιζε χαρτιά στο καφενείο του Ζιάγκου στο Μοναστηράκι όπου δούλευε το βράδυ ως μουσικός, άκουσε από το ραδιόφωνο τη φωνή του παραγωγού να λέει: «και τώρα θα ακούσετε τον μικρό Πέτρο Χαλκιά, γιο του Περικλή, που είναι έντεκα μόλις χρονών…». Του έπεσαν τα χαρτιά από τα χέρια! Πήρε αμέσως ένα ταξί και έφτασε στο Ραδιοφωνικό Μέγαρο. Όταν τον αντίκρισε ο Πετρολούκας μπροστά του, αφού τελείωσε η εκπομπή, μούδιασε από τον φόβο. Είχε αθετήσει τον λόγο του προς τον πατέρα του και γι’ αυτό φοβήθηκε πως θα τιμωρηθεί.
– «Πατέρα εγώ προσπαθώ…» με δυσκολία κατόρθωσε να αρθρώσει μισή πρόταση ενώ ο πατέρας του τον κοιτούσε αυστηρά.
– «Θέλω να κάνεις μεγάλες προσπάθειες», του είπε εκείνος.
«Σου είχα πει να κοιτάξεις να μάθεις ένα επάγγελμα να ζήσεις την οικογένειά σου όταν μεγαλώσεις, αλλά αφού το αποφάσισες… άλλωστε αυτή ήταν η επιθυμία και των παππούδων σου. Ή θα γίνεις καλό κλαρίνο, ή παράτα το τελείως»!
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ο Πετρολούκας Χαλκιάς γεννήθηκε το 1934 στο Δελβινάκι, ένα χωριό της επαρχίας Πωγωνίου. Τόσο οι παππούδες όσο και οι προπαππούδες του και από τις δύο πλευρές, ήταν μουσικοί. Το 1945 ο πατέρας του τον έστειλε στα Ιωάννινα για να μαθητεύσει σε ένα γκαράζ ώστε να γίνει μηχανικός αυτοκινήτων. Το μυαλό όμως του μικρού Πέτρου ήταν στο κλαρίνο. Έτσι χρησιμοποίησε τα εργαλεία της δουλειάς για να κατασκευάσει μόνος του το πρώτο του κλαρίνο από βουζιές (ζαμπούκο).
Κρυβόταν μέσα σε έναν λάκκο και έπαιζε το αυτοσχέδιο όργανό του με τον φόβο μην τον ανακαλύψουν. Μάλιστα ο λάκκος έκανε αντίλαλο και αυτό του άρεσε πολύ. Μια μέρα τον ανακάλυψε ο παππούς του ο Λουκάς Χαρισιάδης, ο πατέρας της μητέρας του, ο οποίος έπαιζε λαούτο. Ο Πέτρος όπως ήταν βαφτισμένος, υιοθέτησε το όνομά του και καθιερώθηκε με αυτό –«Πέτρο-Λούκας»–, λόγω αυτού του παππού. Συγκινημένος από την αγάπη του εγγονού του για τη μουσική του είπε: «Αφού πήρες παιδί μου απόφαση να μάθεις κλαρίνο, ας λέγει ο πατέρας σου, θα σε βάλω σε δάσκαλο». Έτσι και έγινε, ο δάσκαλος του ήταν ο Φίλιππος Ρούντας, το καλύτερο κλαρίνο του Ζαγορίου και συγγενής από το σόι της μητέρας του.
Η πρώτη φορά στη σκηνή
Η πρώτη φορά που έπαιξε επαγγελματικά μπροστά σε κόσμο ο Πέτρο-Λούκας ήταν όταν κλήθηκε από τον δάσκαλό του να τον αντικαταστήσει σε έναν γάμο. Ο Ρούντας είχε πιει πολύ και του ήταν αδύνατον να παίξει. Το γλέντι κινδύνευε να χαλάσει. Τότε έστειλε να καλέσουν τον μικρό του μαθητή, μόνο αυτός θα μπορούσε να παίξει στη θέση του. Έτσι και έγινε, όλοι νόμιζαν πως άκουγαν το κλαρίνο του Ρούντα και ας έπαιζε ο εντεκάχρονος μαθητής του. Το γλέντι κράτησε μέχρι τα ξημερώματα όταν ο μικρός Πέτρος είπε στην ορχήστρα ότι θα σταματήσει γιατί πρέπει να πάει σχολείο! Έτσι και έγινε. Πήγε σπίτι του για να πλύνει το πρόσωπό του και έτρεξε στο σχολείο του. Ξενυχτισμένος όπως ήταν, κοιμήθηκε πάνω στο θρανίο.
Η Αμερική
Σε ηλικία 30 χρονών ταξίδεψε στην Αμερική. Εκεί ο Χαλκιάς «σύστησε» την ελληνική παραδοσιακή μουσική σε μουσικούς από όλον τον κόσμο. «Εμείς λόγω γεωγραφικής θέσης, έχουμε όλα τα χρώματα της μουσικής, όσα χρώματα υπάρχουν στον κόσμο και επιπλέον ένα χρώμα που δεν το έχει κανένας. Γι’ αυτό τα τραγούδια μας είναι πολύ διαφορετικά στις διάφορες περιοχές. Άλλα είναι τα ηπειρώτικα, άλλα τα νησιώτικα, άλλα τα κρητικά κοκ», είπε στους συναδέλφους του μουσικούς, ζητώντας τους να μην προσπαθήσουν να τον συνοδεύσουν γιατί δεν θα μπορέσουν λόγω της ιδιαιτερότητας του ρυθμού.
«Εάν αυτά είναι πραγματικά παραδοσιακά ελληνικά θα πρέπει να σκλαβώσουν όλον τον κόσμο. Παίξτε μου κάτι κ. Χαλκιά και θα σας το αποδείξω σύντομα αυτό που λέω», είπε κάποιος Αμερικανός συνθέτης και ο Χαλκιάς του έπαιξε μια απλή πωγωνίσια μελωδία. Ο Αμερικανός συνθέτης κατέγραψε στο πεντάγραμμο τη μελωδική γραμμή και έκανε το hit «That’s the way, I like it»!
«Η Jazz των Αφροαμερικάνων είναι πεντατονική όπως η ηπειρώτικη μουσική. Βέβαια εκείνοι δεν έχουν την ποικιλία των δικών μας ρυθμών» είπε σε συνέντευξή του στον Κωνσταντίνο Θεμελή. Αφού του δόθηκε η αμερικανική υπηκοότητα, του έγινε πρόταση να διδάξει σε σχολή. Εκείνος αρνήθηκε γιατί δεν ήθελε να «δώσει» τη μουσική του στους ξένους.
Η νοσταλγία για την πατρίδα
Στα είκοσι χρόνια που έμεινε στην Αμερική δεν νόθευσε καθόλου τον τρόπο παιξίματος. Η απόσταση από την Ελλάδα είχε προστατέψει τα ακούσματά του που είχαν αναφορά στην παράδοση. Ακούγοντας άλλους οργανοπαίχτες από την Ελλάδα διέκρινε πως ο σκάρος δεν ήταν σκάρος, ο πωγωνίσιος δεν ήταν πωγωνίσιος και το μοιρολόι δεν θύμιζε σε τίποτα με τα ακούσματα που τον γαλούχησαν!
Μια μέρα έπαιζε με το κλαρίνο του σε μια βάφτιση. Είχε πιει αρκετά. Ανέβηκε σε ένα ταξί και είπε στον Νεοϋρκέζο οδηγό να τον πάει στο αεροδρόμιο. Έτσι, χωρίς αποσκευές, με συντροφιά «την πρώτη του αγάπη» όπως έλεγε πειραχτικά στη γυναίκα του για το κλαρίνο, γύρισε στην Ελλάδα! «Όταν γνωρίσεις δύο πατρίδες είναι βάσανο και πόνος. Δεν είμαστε πουθενά ευχαριστημένοι εμείς», θα πει αργότερα στη συνέντευξή του στον Κωνσταντίνο Θεμελή.
Ο Πέτρο-Λούκας Χαλκιάς μετέτρεψε το ηπειρώτικο τοπίο σε μουσική και το επικοινώνησε σε όλη την οικουμένη.
Πλούτισε το μουσικό μας απόθεμα και έγινε ο καλύτερος πρεσβευτής του λαϊκού του πολιτισμού.
Όσοι είχαμε την ευκαιρία να τον ακούσουμε ζωντανά δεν θα ξεχάσουμε ποτέ τα συναισθήματα που ξύπνησε μέσα μας ο τρόπος παιξίματός του. Ποιος ξέρει; Ίσως τώρα να έχει βρει τον Γώγο Πετρίδη και να παίζουνε μαζί έναν σκάρο (σκοπός με κλαρίνο και βιολί-κεμεντζέ) ή ένα καρσλίδικο τας, κάνοντας τον Παράδεισο ακόμα καλύτερο μέρος για να περάσεις την αιωνιότητα!
Αλεξία Ιωαννίδου