Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού με ακροστιχίδα: «του ταπεινού Ρωμανού αίνος». Διαβάστε το Μέρος Α’ και το Μέρος Β’.
Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας από τον Θεόφιλο Πουταχίδη.
ιβ’. Ετούτοι οι υπαινιγμοί, ετούτοι οι συμβολισμοί πόση σοφία κρύβουν!
Με την πίστη της οσίας, όλα τα της εκκλησίας
ωραία απεικονίζονται με χρώματα ολοζώντανα που όσος καιρός και αν περνά ποτέ δεν ξεθωριάζουν.
Όπως εδώ η γυναίκα, που είχε τους άνδρες τους πολλούς, αρνήθηκε κι απάντησε πως άνδρα αυτή δεν έχει,
έτσι κι η εκκλησία το πλήθος των πολλών θεών ως άνδρες τους αρνήθηκε και τους εγκαταλείπει
κι Έναν Δεσπότη τελικά μνηστεύεται και παίρνει με του ύδατος το βάπτισμα.
Η μια είχε πέντε άνδρες πριν και τώρα κι έναν έκτο που ούτε αυτός επίσημα δικός της θε να γίνει, μα η άλλη ‒η εκκλησία‒ τους πέντε άνδρες που είχε πριν,
όλοι τους άνδρες ασεβείς, τώρα τους παρατάει και στρέφεται στον έκτο κι αυτόν παίρνει για άνδρα της
με το Μυστήριο του ύδατος κι έτσι εξασφαλίζει
αγαλλιασμό και λυτρωμό.
ιγ’. Ας την μισήσουμε, λοιπόν, την ειδωλολατρία, όπως αυτή εμφανίζεται με όλα της τα είδη.
Η κόρη από τα έθνη, νυμφεύτηκε κάποια στιγμή και πήρε τον Νυμφίο· από την ώρα εκείνη νιώθει μεγάλη αποστροφή κι αρνείται την απάτη που φέρνει πίκρα φοβερή κι είναι σκέτο φαρμάκι. Έτσι αποχτά ρίζα γλυκιά κι ωραία στερεώνεται η κόρη η πανέμορφη ‒ που είναι η Εκκλησία.
Αλλά ίσως να ρωτά κανείς: «Ποια είναι αυτά τα πέντε ‒τα είδη που μας έχεις πει‒ της ειδωλολατρίας;».
Ακούστε να σας πω, λοιπόν. Στ’ αλήθεια είναι πολλών ειδών η πλάνη των ειδώλων, μα όποιο κι αν έχει είδος, πέντε διαθέτει κέρατα ‒ ή αν θες πες τα πλοκάμια.
Ένα είν’ η ασέβεια, δύο η ακολασία· στο τρία η πορνεία
κι από κοντά προστίθεται τέσσερα η ασπλαχνία και πέντε ‒Θε μου φύλαγε!‒ είν’ η παιδοκτονία, όπως διδάσκει κι ο Δαυίδ λέγοντας στον ψαλμό του:
«θυσίασαν στους δαίμονες γιους μα και θυγατέρες
»κι ούτε λιγάκι βρήκαν
»αγαλλιασμό και λυτρωμό».
ιδ’. Η κόρη που μνηστεύθηκε, η κόρη από τα έθνη, τ’ αφήνει πίσω της αυτά
και απ’ εκεί που ήταν, τρέχει να φύγει γρήγορα και πάει προς το πηγάδι, που ’γινε η κολυμβήθρα της,
και απαρνιέται τα παλιά, όπως η Σαμαρείτιδα κάποτε είχε κάνει.
Και βέβαια, δεν έκρυψε τίποτα απ’ Εκείνον που ακόμα πριν κάτι γενεί, Εκείνος το γνωρίζει.
Αντίθετα, με πάσα ειλικρίνεια είπε απλά: «δεν έχω». Δεν είπε, όμως, «δεν είχα».
Έτσι που το διατύπωσε, νομίζω ήθελε να πει:
«Κι αν είχα άνδρες πρότερα, τώρα δεν θέλω να έχω
»τέτοιους που είχα κάποτε. Γιατί έχω Εσένα τώρα, που μ’ έβγαλες, με τράβηξες
»μέσα από το βούρκο των έργων μου των πονηρών, από την αμαρτία. Κι έτσι με πίστη άντλησα νερό απ’ το δικό Σου, για να εξασφαλίσω
»αγαλλιασμό και λυτρωμό».
ιε’. Όταν κατάλαβε η οσία του Σωτήρα την αξία,
απ’ όσα της φανέρωσε, ακόμα περισσότερο ποθούσε
για να μάθει ποιος είναι και τι είναι Αυτός που εκεί στεκότανε κοντά, δίπλα από το πηγάδι.
Και ίσως να σκεφτότανε κι εύλογα αναρωτιόταν:
«Θεός να είναι ή άνθρωπος άραγε αυτός που βλέπω; Ουράνιος ή γήινος;
»Γιατί, ορίστε! Και τα δυο σε ένα συνδυάζει, δεν μου τα κρύβει, φαίνονται!
»Διψά ο ίδιος απ’ τη μια, μας ξεδιψά απ’ την άλλη· κι εκεί που πράγματα ζητά να μάθει μ’ ερωτήσεις, μου προφητεύει πράγματα δίνοντας απαντήσεις· και στη συνέχεια με καλεί, με προσκαλεί κοντά Του,
»εμένα την αμαρτωλή που αθέτησα το νόμο, και όσα σφάλματα έπραξα τα ξέρει όλα από πριν και μου τ’ αποκαλύπτει,
»ώστε να λάβω και εγώ
»αγαλλιασμό και λυτρωμό.
ιϛ’. »Είναι λοιπόν ουράνιος, μα έχει και εμφάνιση σαν όλους τους ανθρώπους που περπατούν πάνω στη γη;
»Αν πάντως είναι Αυτός Θεός μα και βροτός συνάμα, σ’ εμένα παρουσιάσθηκε ως άνθρωπος κανονικός·
»μόνο που ενώ διψούσε, εμένα με ξεδίψασε πνευματικά ως Θεός, κι επίσης μου προφήτευσε.
»Γιατί δεν είναι γνώρισμα ανθρώπινο στ’ αλήθεια, να ξέρει ό,τι έζησα εγώ μες στη ζωή μου και να μου λέει για όλα αυτά και να τ’ αποκαλύπτει.
»Αυτό είναι ιδιότητα μάλλον του Αοράτου, που τώρα όμως είναι εδώ μπροστά μου και τον βλέπω να φανερώνει τι έκανα, κι επίσης να με ελέγχει.
»Αυτού, του Αοράτου, είναι βεβαίως στη φύση Του να με γνωρίζει έτσι, και ανοιχτά να συζητά και να μου λέει ξεκάθαρα το ποια στ’ αλήθεια είμαι.
»Από Αυτόν λοιπόν κι εγώ θ’ αντλήσω τη σοφία, και απ’ τη γνώση Αυτουνού θα πιω να ξεδιψάσω, και με τους λόγους Αυτουνού τώρα θα αποπλύνω
»την τόση ακαθαρσία που πάνω μου έχει μαζευτεί από την αμαρτία, ώστε με καθαρή καρδιά
»κι εγώ
»να αποκτήσω
»αγαλλιασμό και λυτρωμό.
ιζ’. »Υιό βροτού λες να Σε πω, καθώς έτσι τα μάτια μου σε βλέπουν κι έτσι μοιάζεις; Υιό Θεού λες να σε πω, γιατί αντιλαμβάνομαι Υιός Θεού πως είσαι; Εντέλει, όπως κι αν σε πω,
»Συ φώτισε το νου μου και δίδαξέ με, Κύριε,
»το ποιος στ’ αλήθεια είσαι». Με τέτοια χρηστοήθεια παρακαλούσε τον Χριστό θερμά η Σαμαρείτιδα.
«Ιδού, λοιπόν, ξεκάθαρα Σε βλέπω και κατανοώ, Σε νιώθω με την πίστη· πες μου αν θες που σε ρωτώ, πες μου, μη μου το κρύψεις:
»μήπως Εσύ είσαι ο Χριστός, όντως, Αυτός που οι προφήτες προφήτεψαν πως θε να ’ρθεί;
»Αν είσαι Εσύ λοιπόν Αυτός που οι προφήτες είπαν, να μου το πεις ξεκάθαρα!
»Βλέπω ότι, πραγματικά, όσα έπραξα στο παρελθόν Εσύ όλα τα γνωρίζεις, και όσα μέσα στην καρδιά κρυφά εγώ κρατάω,
»όλα τα ξέρεις και αυτά. Γι’ αυτό, σε ικετεύω να μου πεις αυτό που σε ρωτάω, καθώς επιθυμώ κι εγώ
»να λάβω από Εσένα
»αγαλλιασμό και λυτρωμό.