Κι άλλ’ από ’πίσ’ ο κύρης ατ’, χτουπίζ’ τα γένια τ’ κι έρ’ται.
[Από το «Η γυναίκα του Μονόγιαννε» του Ακριτικού Κύκλου.]
Από το αρχαίο εκτοπίζω (φέρω έξω τόπου, απομακρύνω) προέρχεται το ρήμα χτουπίζω (χτουπίζ’) της ποντιακής διαλέκτου, το οποίο κυριολεκτικά έχει την έννοια του μαδώ/τίλλω, του αποκόπτω φύλλα και του κόβω μέχρι τη ρίζα. Η μετοχή είναι χτουπισμένος (χτουπιγμένος, χτουπιμένος), ενώ απαντάται και στη μέση φωνή (π.χ. κλαίει και χτουπίεται).
Ο Άνθιμος Παπαδόπουλος στο Ιστορικόν λεξικόν της ποντικής διαλέκτου δίνει τις εξής φράσεις ως παραδείγματα της κυριολεκτικής χρήσης του ρήματος: έρχομαι χτουπίζω τα μαλλία σ’ και χτουπίζω το χορτάριν. Συνεκδοχικά, καταγράφει και τη φράση χτουπίζω το κιφάλι σ’, δηλ. τα μαλλιά της κεφαλής σου – χρησιμοποιείται ως απειλή, ότι θα σε ξεμαλλιάσω.
Μεταφορικά το χτουπίζω παίρνει την έννοια του εκμεταλλεύομαι κάποιον αποσπώντας του χρήματα ή οτιδήποτε άλλο οικονομικής ωφελείας.
- Βρείτε, μάθετε και διαδώστε την έννοια ακόμα περισσότερων ποντιακών λέξεων και φράσεων στο λεξικό του pontos-news.gr.