Έντονο προβληματισμό στο εσωτερικό των πολιτικών, ακαδημαϊκών και δημοσιογραφικών ελίτ της Τουρκίας έχει προκαλέσει η υποτροπή στις αμερικανορωσικές σχέσεις, ύστερα από τον βομβαρδισμό της συριακής αεροπορικής βάσης στην επαρχία Χομς από τις ΗΠΑ, την περασμένη εβδομάδα. Η κυρίαρχη τάση του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ βλέπει τη στροφή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έναντι του Μπασάρ αλ Ασαντ ως δικαίωση και ευκαιρία για την Τουρκία. Από την πρώτη στιγμή, ο Ταγίπ Ερντογάν χαιρέτισε την αμερικανική επίθεση, αν και έσπευσε να τονίσει ότι δεν είναι επαρκής.
Ο Τούρκος πρόεδρος ζήτησε μια συνεπή στρατηγική από πλευράς ΗΠΑ για την ανατροπή του Άσαντ, ενώ ο πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ, σε τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Μάικ Πενς, επανέφερε την παλιά τουρκική αξίωση για «ασφαλείς ζώνες» στη βόρεια Συρία.
Πρόσφατα, η φιλοκυβερνητική Sabah δημοσίευσε ανάλυση υπέρ μιας διεθνούς εκστρατείας τύπου Βοσνίας, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, για την ανατροπή του Άσαντ. Κάτι τέτοιο θα αναβάθμιζε τον ρόλο της Τουρκίας, αλλά θα εμπεριείχε τεράστιο ρίσκο ευθείας στρατιωτικής σύγκρουσης με τη Ρωσία. Ακόμη και η δημιουργία «ελεύθερης ζώνης» –κάτι που υποστηρίζουν τα παραδοσιακά φιλοτουρκικά «γεράκια» των Ρεπουμπλικανών, όπως ο γερουσιαστής Μακέιν– δεν είναι νοητή χωρίς τη συναίνεση της Ρωσίας, που επιχειρεί στην περιοχή. Αυτό επισημαίνει ο αρθρογράφος της Hurriyet Μουράτ Γετκίν, ο οποίος θεωρεί μηδαμινές τις πιθανότητες υλοποίησης αυτής της ιδέας.
Οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν
Άλλοι αναλυτές, από την αντιαμερικανική πτέρυγα του ΑΚΡ, επισημαίνουν τους κινδύνους από μια ευθυγράμμιση της Τουρκίας με τις ΗΠΑ σε αντιρωσική βάση. Ο διευθυντής σύνταξης της ακραιφνώς φιλοκυβερνητικής Yeni Safak, Ιμπραήμ Καραγκούλ, εκτιμά πως η κυβέρνηση Τραμπ ούτε τον Φετουλάχ Γκιουλέν πρόκειται να παραδώσει στην Τουρκία ούτε την υποστήριξη της Ουάσιγκτον στους Κούρδους μαχητές του συριακού κόμματος PYD είναι διατεθειμένη να άρει. Επιπλέον, μια νέα στροφή της Τουρκίας στο Συριακό, τη στιγμή που ο Ερντογάν έχει συμφιλιωθεί με τον Πούτιν και συμμετέχει στην τριμερή ειρηνευτική διαδικασία της Αστάνα μαζί με τη Ρωσία και το Ιράν, θα την εξέθετε διεθνώς ως αναξιόπιστη και καιροσκοπική δύναμη.
Το πρώτο κρίσιμο τεστ για τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις θα έρθει σύντομα, με την αναμενόμενη εκστρατεία για την ανακατάληψη της Ράκας, άτυπης πρωτεύουσας του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία.
Την Πέμπτη, ο εκπρόσωπος των αμερικανικών δυνάμεων, συνταγματάρχης Τζον Ντόριαν, δήλωσε ότι ο υπό αμερικανική ηγεσία συνασπισμός και οι συμμαχικές του Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) προετοιμάζουν το έδαφος για την τελική επίθεση στη Ράκα, σφίγγοντας τον κλοιό της πολιορκίας. Ρεπορτάζ του τουρκικού Τύπου αναφέρουν ότι Άραβες μαχητές που μετέχουν στις SDF θα αναλάβουν τον έλεγχο της Ράκας μετά την εκδίωξη του Ισλαμικού Κράτους, αλλά οι πάντες γνωρίζουν ότι ο κορμός και η ηγετική ομάδα των SDF προέρχεται από τους Κούρδους του PYD. Με άλλα λόγια, ο διμέτωπος αγώνας, εναντίον του Ισλαμικού Κράτους και του Άσαντ, στον οποίο φαίνεται να διολισθαίνει ο Ντόναλντ Τραμπ, είναι πιθανό να έχει ως κύριους ωφελημένους τους Κούρδους του PYD, τον μεγαλύτερο εφιάλτη του Ερντογάν στη Συρία.
Πηγή: «Η Καθημερινή»