Ο Γιουσούφ Κανλί με το άρθρο αυτό κονιορτοποιεί τα επιχειρήματα και τις αιτιάσεις της Άγκυρας για την ετυμηγορία του Αρείου Πάγου της πατρίδας μας, βάσει της οποίας δεν θα επιστραφούν οι 8 Τούρκοι στρατιωτικοί στην Τουρκία.
Άρθρο του Γιουσούφ Κανλί (Yusuf Kanli) στην εφ. Hürriyet (1/2/2017)
Φαίνεται ότι γίνονται προσπάθειες να επανενεργοποιηθεί το ζήτημα των Ιμίων μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας… Πρόκειται, όπως το 1996, οι νησίδες να φέρουν στο χείλος του πολέμου τις δύο χώρες το 2017, 21 χρόνια μετά;
Η αξιωματική αντιπολίτευση του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) έσπευσε να καταδικάσει την επίσκεψη του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατηγό Χουλουσί Ακάρ και των διοικητών των Όπλων στη νησίδα σαν μια προσπάθεια να συνεισφέρουν στην εκστρατεία υπέρ του «ναι» για το προσωρινά προγραμματισμένο για τον Απρίλιο δημοψήφισμα για μια σειρά συνταγματικών τροποποιήσεων που μπορεί να μας εισαγάγουν σε μια εποχή υπερπροεδρικής διακυβέρνησης στην Τουρκία. Αυτό έκαναν; Ή προσπαθούσαν να στείλουν ένα σκληρό μήνυμα στην Αθήνα, όπου το Ανώτατο Δικαστήριο έχυσε παγωμένο νερό στις τουρκικές ελπίδες για παραλαβή των 8 στρατιωτικών οι οποίοι, επιβαίνοντες σε στρατιωτικό ελικόπτερο, πέταξαν στην Ελλάδα αμέσως μετά την αποτυχία της απόπειρας πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016;
Είναι κοινό μυστικό στην Άγκυρα ότι ο περίπλους των «συμβολικά σημαντικών νησίδων» στόχευε να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα σε «φίλους και εχθρούς» ότι η Τουρκία έχει τη χερσαία, την εναέρια και τη θαλάσσια δύναμη να υπερασπιστεί τα δικαιώματά της από όπου κι αν απειλούνται. Ένα άλλο μήνυμα ήταν προφανώς να υπομνησθεί στην Αθήνα ότι το να είναι φίλη με την Τουρκία είναι προς το καλύτερο συμφέρον της. Το τρίτο, και επίσης πολύ σημαντικό μήνυμα, ήταν η ετοιμότητα της Άγκυρας να δεσμευτεί στην ειρήνη με καλή θέληση, όπως δηλώθηκε στις συνομιλίες στην Γενεύη, και αν χρειαστεί, σε μάχη για να υπερασπιστεί ακόμη κι έναν μικρό βράχο που ανήκει στους Τούρκους.
Ήταν ανάγκη να αποσταλούν τόσο ισχυρά μηνύματα στην Ελλάδα; Δεν ήταν η πρώτη φορά που η Ελλάδα ή οποιαδήποτε άλλη Δυτική δημοκρατία αρνήθηκε σε αίτημα έκδοσης από την Τουρκία.
Γιατί αυτήν τη φορά η Τουρκία εξεμάνη; Εκνευρίστηκε από την εξήγηση της ελληνικής κυβέρνησης ότι πολύ ήθελε να επιστρέψει τους φυγάδες Τούρκους, αλλά η «ανεξάρτητη Δικαιοσύνη» αποφάσισε εναντίον της έκδοσης, και οι πολιτικές Αρχές δεν είχαν άλλη επιλογή από το να σεβαστούν την ετυμηγορία; Γιατί από τον πρόεδρο μέχρι τον υπουργό της Δικαιοσύνης και άλλους ανώτατους αξιωματούχους της τουρκικής κυβέρνησης φωνάζουν ότι ήταν μια πολιτική απόφαση;
Ο Χουλουσί Ακάρ στο ελικόπτερο που τον μετέφερε πάνω από τα Ίμια (φωτ.: ulusalkanal.com.tr)
Το αιτιολογικό του ελληνικού ανώτατου δικαστηρίου πρέπει να εξεταστεί πολύ προσεκτικά διότι φοβάμαι ότι περιέχει μαθήματα που κάποια μέρα μπορεί να τα θεωρήσουμε άξια μελέτης. Μπορεί οποιαδήποτε χώρα στην οποία υπάρχει σεβασμός για το νόμο, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις ελευθερίες, την επικράτηση του δικαίου και της δημοκρατικής διακυβέρνησης να αποφασίσει να στείλει πίσω έναν εγκληματία που μπορεί να έχει διαπράξει μια ειδεχθή πράξη στην πατρίδα του εάν υπάρχουν αμφιβολίες για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, μιας δίκαιης δίκης και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκεί;
Δεν είναι γεγονός ότι υπάρχει υπερπληθυσμός στις τουρκικές φυλακές για πάνω από μισό χρόνο εξαιτίας των μαζικών συλλήψεων των υποτιθέμενων μελών της τρομοκρατικής οργάνωσης του Φετουλάχ Γκιουλέν (FETÖ) και εκείνων που πιάστηκαν επ’ αυτοφώρω να επιχειρούν να ανατρέψουν την κυβέρνηση στο στρατιωτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου;
Έχει λησμονήσει κανείς το οπτικοακουστικό υλικό και τις φωτογραφίες των συλληφθέντων στρατηγών που οφθαλμοφανώς είχαν βασανιστεί βάναυσα μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος;
Είναι ευνόητο ότι οι Τούρκοι, είτε επίσημοι είτε απλοί πολίτες, είναι πολύ θυμωμένοι με αυτό που αντιμετώπισε η χώρα στις 15 Ιουλίου. Είναι αδύνατον να ξεχάσουν και να συγχωρήσουν εκείνους που σκότωσαν περισσότερους από 240 ανθρώπους, βομβάρδισαν το τουρκικό Κοινοβούλιο και το προεδρικό μέγαρο. Αλλά μια δίκαιη δίκη, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το δικαίωμα στην υπεράσπιση πρέπει να παρέχεται πλήρως σε αυτούς που διέπραξαν τόσο ειδεχθή εγκλήματα. Αυτή η χώρα δεν πρέπει να ζήσει με την ντροπή των έκτακτων δικαστηρίων, των βασανιστηρίων στη φυλακή, και –χειρότερα– των πολιτικών διώξεων. Δυστυχώς, αυτό είναι λίγο ως πολύ ό,τι είπε το ελληνικό ανώτατο δικαστήριο – ή, μάλλον, ό,τι μας πέταξε κατάμουτρα…
Η πτέρυγα της τουρκικής Βουλής που βομβαρδίστηκε (φωτ.: hurriyet.tr)
Πρέπει να κατηγορήσουμε την Ελλάδα και το ελληνικό ανώτατο δικαστήριο, ή μήπως πρέπει να κοιτάξουμε τι είδους πορτρέτο παρουσιάζουμε στην παγκόσμια κοινότητα με τις συνεχείς κραυγές, τις διακρίσεις, την απομόνωση και τη φυλάκιση των πραξικοπηματιών, των αντιφρονούντων, και των διαφωνούντων μαζικά;
Το να κριτικάρουμε τους Έλληνες είναι η εύκολη λύση. Το να κριτικάρουμε τους Γερμανούς αύριο θα είναι εξίσου εύκολο.
Φωνάζοντας στους Αμερικανούς μπορεί να είναι δύσκολο εξαιτίας του αψίκορου νέου ενοίκου του Λευκού Οίκου, αλλά αυτή θα είναι η επιλογή, ως συνήθως. Έχουμε τη Ρωσία, το Ιράν και ίσως τους Καταριανούς και τους Σαουδάραβες, μπορεί να σκεφτούμε. Ωστόσο, στο τέλος της ημέρας μπορεί να κοιτάζουμε το είδωλό μας στον καθρέφτη και να του φωνάζουμε και να το ρωτάμε τι κάναμε λάθος για ν’ αξίζουμε αυτήν την ολοκληρωτική «πολύτιμη αποξένωση».
Η Ελλάδα σίγουρα είχε άδικο να μην παραδώσει τους εγκληματίες που απέδρασαν εκεί με στρατιωτική στολή, επιβαίνοντες σε στρατιωτικό ελικόπτερο, αφού απέτυχαν να δολοφονήσουν τον πρόεδρο της χώρας. Δεν είναι μόνον οι διμερείς συμφωνίες· οι διεθνείς συμβάσεις επίσης απαιτούν όσοι εμπλέκονται σε τέτοια εγκλήματα να εκδίδονται. Ωστόσο –για οποιοδήποτε έγκλημα και να κατηγορείται ένας φυγάς–, εάν υπάρχουν αμφιβολίες για μια δίκαιη δίκη, ανεξάρτητη δικαιοσύνη και απάνθρωπη μεταχείριση, εγώ θα τους έστελνα στην Τουρκία εάν ήμουν Έλληνας δικαστής;
Δεν θα ήταν εύκολη η απόφαση…
Μετάφραση: Παναγιώτης Μπαλακτάρης.
Πρόλογος: Σάββας Καλεντερίδης.