Το ειρηνευτικό σχέδιο για την Ουκρανία έχει προκαλέσει έντονη αναταραχή στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς η αμερικανική πρόταση να αξιοποιηθούν τα «παγωμένα» ρωσικά περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται εντός ΕΕ συναντά σημαντικές αντιστάσεις.
Την πιο έντονη αντίδραση εξέφρασε ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος χαρακτήρισε «απαράδεκτο» το ενδεχόμενο 100 δισ. δολαρίων από τα δεσμευμένα ρωσικά κεφάλαια να χρηματοδοτήσουν την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας υπό αμερικανικό έλεγχο, με τις ΗΠΑ να λαμβάνουν στη συνέχεια το 50% των πιθανών κερδών.
Παράλληλα, απέρριψε κατηγορηματικά και την πρόταση οι Ευρωπαίοι να συνεισφέρουν επιπλέον 100 δισ. δολάρια, τονίζοντας ότι «κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό». Ο καγκελάριος εξήγησε ότι οι συζητήσεις κινούνται κυρίως στην κατεύθυνση της παροχής δανείου προς την Ουκρανία από την ΕΕ, με εξασφάλιση τα συγκεκριμένα περιουσιακά στοιχεία – μια διαδικασία που, όπως σημείωσε, δεν αφορά άμεσα τις ΗΠΑ και άρα δεν τους δίνει δικαίωμα πρόσβασης σε αυτά τα ποσά.
Ο Μερτς, ωστόσο, εμφανίστηκε συγκρατημένα αισιόδοξος ότι στην Γενεύη, όπου εξελίσσονται οι κρίσιμες διαπραγματεύσεις, μπορεί να υπάρξει πρόοδος με βάση τις τροποποιήσεις που έχει καταθέσει η Ευρώπη. Παράλληλα άσκησε αυτοκριτική, υποστηρίζοντας πως η ΕΕ άργησε να ενισχύσει επαρκώς την Ουκρανία, ενώ κατηγόρησε τη Ρωσία για συνεχείς υβριδικές επιθέσεις σε ευρωπαϊκές υποδομές.
Την ίδια ώρα, από το Γιοχάνεσμπουργκ και τη σύνοδο της G20, η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι υιοθέτησε μια διαφορετική προσέγγιση. Απέφυγε να μιλήσει για «ευρωπαϊκή αντιπρόταση» στο αμερικανικό σχέδιο και τόνισε ότι ορισμένα σημεία μπορούν να γίνουν αποδεκτά, υπογραμμίζοντας ότι «σημασία έχει το αποτέλεσμα του ειρηνευτικού σχεδίου και όχι το ποιος το έγραψε».
Η Μελόνι επισήμανε ότι πολλά κομμάτια του σχεδίου απαιτούν ευρωπαϊκή συμμετοχή –από τις εγγυήσεις ασφαλείας και την ανοικοδόμηση, μέχρι την πορεία ένταξης της Ουκρανίας στην ΕΕ– και πως η διαδικασία αυτή δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς ενεργό ευρωπαϊκό ρόλο.
Η Ιταλίδα πρωθυπουργός αμφισβήτησε επίσης τις προθέσεις της Μόσχας για μια πραγματική ειρηνευτική λύση, σημειώνοντας ότι ο μόνος τρόπος να «καταρρεύσει η μπλόφα» είναι να παρουσιαστεί μια σοβαρή και συγκροτημένη πρόταση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων: «Είμαι βέβαιη ότι η Ευρώπη, οι ΗΠΑ και η Ουκρανία θα δηλώσουν παρούσες. Ελπίζουμε να κάνει το ίδιο και η Ρωσία – αν και μπορεί να επιλέξει να απουσιάζει».
Καθώς οι συζητήσεις συνεχίζονται στη Γενεύη, το χάσμα εντός της ΕΕ γίνεται ολοένα και πιο εμφανές: από τη μια πλευρά όσοι ζητούν προσοχή, όρια και πλήρη ευρωπαϊκό έλεγχο, και από την άλλη όσοι επιλέγουν μια πιο ρεαλιστική στάση με στόχο να επιτευχθεί επιτέλους ένα βιώσιμο ειρηνευτικό πλαίσιο για την Ουκρανία.
















