Στο κοιμητήριο της Καλλιθέας υπάρχει ένα κενοτάφιο· από τον Νοέμβριο του 1968. Βρίσκεται εκεί για να πηγαίνει τη μνήμη πίσω, σε 10.000 αδικοχαμένες ψυχές κατά την περίοδο της Γενοκτονίας των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Τόσοι και τόσες από την Τρίπολη του Πόντου, τα περίχωρα και την Ελεβή σφαγιάστηκαν ή πέθαναν από το 1916 έως το 1923.
Ο Γεώργιος Η. Σακκάς στο βιβλίο του Η ιστορία των Ελλήνων της Τριπόλεως του Πόντου αναφέρει ότι από τους 13.000 κατοίκους που εστάλησαν εξορία, στο «Άουσβιτς εν ροή», τις λευκές πορείες χωρίς προορισμό με στόχο τη φυσική εξόντωση, επέζησαν περίπου 800.
Χθες, σε αυτή τη γωνιά του κοιμητηρίου της Καλλιθέας, περίσσεψε η συγκίνηση στο ετήσιο μνημόσυνο που τέλεσε η Αδελφότητα Τριπολιτών του Πόντου. «Η φετινή παρουσία μας έχει διπλό χαρακτήρα γιατί πριν από 109 χρόνια, 16 Νοεμβρίου του 1916, ημέρα Κυριακή και 12 η ώρα –όπως είναι αυτή η μέρα και η στιγμή–, οι πρόγονοί μας, οι παππούδες μας, πήραν διαταγή να φύγουν από την πατρίδα τους, τη γενέτειρά τους, να την εγκαταλείψουν» ανέφερε στη σύντομη ομιλία της η γενική γραμματέας της Αδελφότητας Ολυμπία Αντωνιάδου.
«Την πατρίδα μ’ έχασα» τραγούδησε η Μήδεια Χουρσουλίδου, περιγράφοντας με τους στίχους του Χρήστου Αντωνιάδη τα λόγια που είχε πει νωρίτερα η Ολυμπία Αντωνιάδου:
«Υπάρχει Τριπολίτης που να μην θυμάται αυτή τη μέρα; Αυτή η μέρα χαράχθηκε βαθιά στην ψυχή μας, σαν ημέρα πένθους, δακρύων και συμφοράς, γιατί αρχίζει η τραγική δοκιμασία του εκπατρισμού. Η μέρα αυτή στάθηκε ένας καθοριστικός σταθμός στη μακραίωνη ελληνική ζωή που άνθισε σε εκείνον τον τόπο, σταθμός που έμελλε να κλείσει για πάντα το κεφάλαιο της ιστορίας μας στην τρισαγαπημένη Τρίπολη».
Στο χαιρετισμό του ο δήμαρχος Καλλιθέας Κώστας Ασκούνης επισήμανε τις θηριωδίες των Τούρκων. «Αυτό ήταν ένα από τα πολλά επεισόδια της τραγικής εκείνης περιόδου, της εξόντωσης –της Γενοκτονίας– των Ελλήνων του Πόντου» τόνισε.

Στη σεμνή αυτή εκδήλωση συμμετείχαν μέλη του χορευτικού τμήματος της Αδελφότητας Ποντίων «Η Παναγία Γουμερά», ενώ η μπάντα του Δήμου Καλλιθέας απέδωσε τον Εθνικό Ύμνο.
Εκείνη την Κυριακή
Εκείνη η Κυριακή ήταν η αρχή του εφιάλτη για τους Έλληνες κατοίκους της Τρίπολης (περίπου 200 οικογένειες), που υποχρεώθηκαν να φύγουν από τα σπίτια τους κυνηγημένοι.
Φόρτωσαν όσα υπάρχοντα μπορούσαν, και όλοι μαζί, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι, νέοι, υγιείς και άρρωστοι άρχισαν να περπατούν με πορεία προς το άγνωστο.
Ήδη από τις αρχές του μήνα ο καϊμακάμης είχε ειδοποιήσει τους πρόκριτους ότι η Τρίπολη πρέπει να εκκενωθεί από τον ελληνικό πληθυσμό της που αντιστοιχούσε περίπου στο 30%.. Οι Οθωμανοί συγκέντρωσαν τους Έλληνες μπροστά από το Διοικητήριο. Από εκεί ξεκίνησε η πορεία θανάτου από χωριό σε χωριό, και κατά τη διάρκειά της όλοι ανεξαιρέτως κακοποιούνται από τους στρατιώτες.
Η λευκή πορεία συνεχίστηκε επί 25 ημέρες, έως το αρμενικό χωριό Μπιρκ. Έπειτα από μία εβδομάδα, και αφού είχε εκδηλωθεί επιδημία εξανθηματικού τύφου, οι Έλληνες της Τρίπολης επέστρεψαν στο χωριό Σου Σεχίρ, από όπου είχαν ήδη περάσει.
Όπως αναφέρει ο Θανάσης Γεωργιάδης στην Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, περισσότεροι από 3.000 Τριπολίτες έχασαν τη ζωή τους από την επιδημία και από τις κακουχίες του ταξιδιού. Πιεσμένοι από την πείνα, στα μέσα Μαρτίου 1917 οι εκτοπισμένοι αναζήτησαν καταφύγιο προς το Απές, τα Ζήλα, τη Νεοκαισάρεια, την Τοκάτη, την Αμάσεια, τη Σεβάστεια.
Όσοι μπόρεσαν, κατέφυγαν στα παράλια απ’ όπου προωθήθηκαν στην Τραπεζούντα, τον Καύκασο και την Κριμαία.
Οι περισσότεροι, πάντως, εγκαταστάθηκαν στη Σεβαστούπολη, το Κερτς και την Ευπατορία. Πολλά ορφανά των Τριπολιτών διασώθηκαν από το ίδρυμα «Περίθαλψη Εγγύς Ανατολής» (Near East Relief).
















