Η Αγία Κασσάνδρα, κόρη του Ιωάννη Μουρούζη –εύπορου ευγενούς και συμβούλου του πασά της Τραπεζούντας– και της συζύγου του, γόνου της πριγκιπικής οικογένειας Υψηλάντη, γεννήθηκε στην Τραπεζούντα το 1644 και ήταν η μικρότερη από οκτώ αδέλφια. Σε ηλικία 16 ετών, το 1660, με πρωτοβουλία των γονέων της παντρεύτηκε εσπευσμένα τον Ιωάννη Υψηλάντη, χήρο και πατέρα τριών παιδιών, προκειμένου να αποφύγει τη σύλληψη, όπως όριζε έκτακτο σουλτανικό φιρμάνι για τις άγαμες Τραπεζούντιες κορασίδες.
Η υπάκουη κόρη έγινε υποδειγματική σύζυγος αλλά και στοργική μητέρα για τα ορφανά Άννα, Ειρήνη και Παλαιολόγο, όπως και για τα πέντε παιδιά που η ίδια έφερε στον κόσμο (Ταρσία, Ελένη, Κωνσταντίνο, Αντώνιο και Εμμανουήλ), στην ψυχή των οποίων ενστάλαξε την αγάπη για την Ορθοδοξία και τη φλόγα του πατριωτισμού.
Μια μέρα ο Ιωάννης Υψηλάντης επέστρεψε στο αρχοντικό τους σοβαρά τραυματισμένος, ύστερα από σύγκρουση που είχε με Οθωμανούς στο λιμάνι της πόλης, προκειμένου να υπερασπιστεί δύο ορφανά κοριτσάκια που οι εγκληματίες επιχείρησαν να κλέψουν από τα χέρια του γέροντα παππού τους. Τα τραύματα που υπέστη ο Ιωάννης –παρά τις φροντίδες της Κασσάνδρας– απέβησαν θανατηφόρα. Στη συμπλοκή, ωστόσο, σκοτώθηκαν και οι εγκληματίες Οθωμανοί, και αντί του νεκρού πλέον Ιωάννη, που η τουρκική δικαιοσύνη θεώρησε υπεύθυνο, την ποινή έπρεπε να εκτίσει σύμφωνα με το κοράνι η σύζυγός του.
Η Κασσάνδρα, προκειμένου να αποφύγει την άδικη καταδίκη, εγκατέλειψε το σπίτι της και κατέφυγε με τα τρία μικρότερα παιδιά της στο χωριό Υψήλ’ του Όφι (ή Υψηλάντων – τόπο καταγωγής της οικογένειας Υψηλάντη).
Οι Οθωμανοί, στην προσπάθεια τους να την εντοπίσουν, βασάνισαν και θανάτωσαν τους υπηρέτες του σπιτιού της, το οποίο και παρέδωσαν στις φλόγες. Στο σπίτι βρισκόταν η κατάκοιτη μητέρα της, η οποία και κάηκε ζωντανή, αφού όμως πρώτα της απέσπασαν πληροφορίες ώστε να βρεθούν, τελικά, στο κατόπι της Αγίας.
Οι Οθωμανοί λεηλάτησαν και πυρπόλησαν το χωριό και σφαγίασαν τους κατοίκους του. Την ίδια κτηνωδία αντιμετώπιζαν όλα τα ποντιακά χωριά από όπου περνούσε η καταδιωκόμενη Κασσάνδρα. Το βάρος των φρικαλεοτήτων που υφίσταντο αθώοι ήταν αβάσταχτο για την 33χρονη αρχόντισσα, η οποία αφού φυγάδεψε τα παιδιά της σε συγγενικά σπίτια, τράβηξε με αποφασιστικότητα και θάρρος το δρόμο της αυτοθυσίας και του μαρτυρίου.
Με σύντροφο την ακατάπαυστη προσευχή στην Παναγία, η Αγία παραδόθηκε στον πασά.
Ύστερα από τρία μερόνυχτα στη φυλακή, νηστική και διψασμένη, κλήθηκε σε δημόσιο χώρο, ενώπιον του λαού της Τραπεζούντας, να βλασφημήσει τη μνήμη του άνδρα της και να αρνηθεί την πίστη της. Εκείνη, αντ’ αυτού, δοξολόγησε τη μνήμη του Ιωάννη και ομολόγησε αγέρωχα την πίστη της στον Χριστό. Ο πασάς διέταξε τότε να την ξεγυμνώσουν και να την μαστιγώσουν μπροστά στο πλήθος.
Η Αγία υπέμεινε την προσβολή και το φρικτό μαρτύριο. Όταν με κομματιασμένες τις σάρκες της την παρέδωσαν στον πασά, εκείνος επιχείρησε για ύστατη φορά να την μεταπείσει. Ωστόσο η Τραπεζούντια ευγενής παρέμεινε απτόητη και σταθερή στην αληθινή πίστη. Τότε ο πασάς διέταξε τη θανάτωσή της με τον μαρτυρικότερο τρόπο: Στρατιώτες την έδεσαν στα κλαδιά της κορυφής δύο πανύψηλων κυπαρισσιών που έστεκαν εκεί. Ο πασάς διέταξε και τα κλαδιά αφέθηκαν ελεύθερα κομματιάζοντας στα δύο το άγιο σώμα της, προσθέτοντας έτσι μια ακόμη ηρωίδα στη Θριαμβεύουσα Εκκλησία.
Το ημερολόγιο έδειχνε 1η Αυγούστου του έτους 1677.
Η αγάπη για την πίστη και την πατρίδα, ο ηρωισμός και η αυτοθυσία που έφερε στις φλέβες της η άγια αυτή μορφή του ποντιακού ελληνισμού μεταγγίστηκε στους απογόνους της, μεταξύ των οποίων και οι ένδοξοι πρωτεργάτες της Επανάστασης του 1821, αδελφοί Αλέξανδρος και Δημήτριος Υψηλάντης.
Το ταξίδι των ιερών λειψάνων της Αγίας Κασσάνδρας
Με τα γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής τα ιερά λείψανα της Αγίας Κασσάνδρας μεταφέρθηκαν στον ελλαδικό χώρο από λαϊκούς χριστιανούς. Από εκεί, καθ’ υπόδειξιν της ίδιας της Αγίας, δόθηκαν στις αδελφές Ελένη, Ευσέβεια και Μαρία Ταστσόγλου, οι οποίες κατοικούσαν στη Πεντέλη. Κατά καιρούς οι αδελφές έβγαζαν προς προσκύνηση την άφθαρτη χείρα της Αγίας, ενώ σε ορισμένους κληρικούς έδωσαν απότμημα ιερού λειψάνου.
Ένας από αυτούς που είχε την ευλογία να λάβει απότμημα λειψάνου ήταν και ο σημερινός μητροπολίτης ΓΟΧ Αττικής και Βοιωτίας Χρυσόστομος, ως ιερέας και εφημέριος τότε του ναού Αγίων Πάντων στο Πυρί Θηβών.
Όταν το 2016 ξεκίνησαν οι εργασίες για την ανέγερση του ναού της Παναγίας Σουμελά Ασπροπύργου, τα ιερά λείψανα της Αγίας Κασσάνδρας δόθηκαν στον μητροπολίτη Χρυσόστομο. Τον Δεκέμβριο του 2021, σε μια ιστορική τελετή που πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Μονή Κοσμοσώτειρας Κρυονερίου, τα λείψανα τοποθετήθηκαν σε κεντητή φορεσιά και ακολούθως σε περικαλλή λάρνακα.
Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιούλιο του 2022, η λάρνακα μεταφέρθηκε με τιμές στον ιερό ναό της Παναγίας Σουμελά Ασπροπύργου, όπου και φυλάσσεται.