Ξεχειλίζει η οργή των Αμερικανών πολιτών για τη δολοφονία του 46χρονου Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ στη Μινεάπολη – η εικόνα του αστυνομικού να τον πνίγει με το γόνατό του ενώ εκείνος είναι καθηλωμένος στο έδαφος με χειροπέδες και επαναλαμβάνει «δεν μπορώ να αναπνεύσω», και ο συνάδελφός του κρατά τους αυτόπτες μάρτυρες σε απόσταση, έχει κάνει το γύρο του κόσμου. Το βράδυ της Πέμπτης, για τρίτη συνεχόμενη νύχτα, σημειώθηκαν άγρια επεισόδια, με τους τους διαδηλωτές να φτάνουν μέχρι και το αστυνομικό τμήμα, να σπάνε τα παράθυρα και κάποιοι να προσπαθούν να βάλουν ακόμα και φωτιά.
Σε μια προσπάθεια ελέγχου της κατάστασης, ο κυβερνήτης Τιμ Γουόλζ υπέγραψε την εκτελεστική διαταγή ώστε να βγει στους δρόμους η εθνοφρουρά και κήρυξε κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Σε αντίθεση με τα όσα συνέβησαν την Τετάρτη, οπότε και υπήρξαν εκτεταμένες καταστροφές, οι αστυνομικοί κράτησαν περισσότερο αμυντική στάση απέναντι στους διαδηλωτές, που συνολικά πυρπόλησαν 16 κτήρια, την ώρα που άγνωστοι λεηλάτησαν ξανά ένα κατάστημα της αλυσίδας Target.
Η εθνοφρουρά της Μινεάπολης ανακοίνωσε ότι θα αναλάβει δράση σε συνεργασία με άλλες πολιτειακές υπηρεσίες, διαθέτοντας προσωπικό, εξοπλισμό και εγκαταστάσεις για την αντιμετώπιση της «έκτακτης ανάγκης», σύμφωνα με την εφημερίδα Star Tribune. Η τροχαία της Μινεσότας, εξάλλου, ανακοίνωσε ότι κινητοποιεί 200 στελέχη της και ελικόπτερα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ –που κάλεσε τον δήμαρχο της πόλης να βάλει τάξη– «αγανάκτησε» όταν είδε το βίντεο, όπως διαβεβαίωσε η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου. Ακόμα, είπε ότι ο Αμερικανός πρόεδρος «σήκωσε αμέσως το τηλέφωνο και πήρε το FBI». Ο Τζορτζ Φλόιντ είχε προσαχθεί επειδή ήταν ύποπτος ότι προσπάθησε να χρησιμοποιήσει ένα πλαστό χαρτονόμισμα των 20 δολαρίων.
Ήδη απομακρύνθηκε από την υπηρεσία του ο Ντέρεκ Τσάβιν –ο οποίος είναι αυτός που κράτησε καθηλωμένο με το γόνατο τον 46χρονο–, καθώς και άλλοι τρεις αστυνομικοί που ήταν παρόντες στο επεισόδιο.
Αν και δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες, οι ειδικοί ερευνητές της αστυνομίας κάνουν λόγο για λαβή που δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί και που απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση. Ο Ντέρεκ Τσάβιν εδώ και καιρό ελέγχεται για δύο καταγγελίες –από τις 18 που έχουν γίνει συνολικά εναντίον του–, ενώ για τον ασιατικής καταγωγής συνάδελφό του Του Τάο έχουν γίνει έξι καταγγελίες, εκ των οποίων η μία παραμένει υπό διερεύνηση.
Η υπόθεση θυμίζει στους περισσότερους εκείνη του Έρικ Γκάρνερ, του Αφροαμερικανού που είχε πεθάνει από ασφυξία το 2014 στη Νέα Υόρκη κατά τη διάρκεια της σύλληψής του από λευκούς αστυνομικούς. Είχε πει ακριβώς την ίδια φράση («δεν μπορώ να αναπνεύσω»), η οποία έχει μετατραπεί σε σύνθημα του κινήματος Black Lives Matter (Οι ζωές των μαύρων μετράνε). Εξάλλου, το 2016, και πάλι στη Μινεσότα, ο Φιλάντο Καστίλ δολοφονήθηκε κατά τη διάρκεια ενός συνηθισμένου ελέγχου αυτοκινήτων από την αστυνομία μπροστά στα μάτια της συντρόφου και ενός μικρού κοριτσιού.