Παραδοσιακά η Τουρκία επιδιώκει να κυριαρχήσει στη Μέση Ανατολή, και αυτό είναι λίγο έως πολύ γνωστό. Με όπλα τη θρησκεία, την στρατιωτική ισχύ και την ευθυγράμμιση με τα αμερικανικά συμφέροντα στόχος της είναι πρωτοκαθεδρία.
Βασιζόμενη στον σουνιτικό πληθυσμό και στις φανερές και αφανείς οικονομικές συναλλαγές με τα αραβικά κράτη διείσδυε όλο και περισσότερο στο σουνιτικό υποσυνείδητο. Στο πλαίσιο αυτό θεωρείται πλήγμα για την Άγκυρα η απομόνωση και ο αποκλεισμός του Κατάρ από τα κράτη του Κόλπου.
Διότι αφενός η Τουρκία έχασε αυτό που θεωρούσε «αρραγές γεωπολιτικό ακροατήριο», και αφετέρου η κρίση ανέδειξε (με τις ευλογίες των ΗΠΑ) ως αρχηγό τη Σαουδική Αραβία. Η Άγκυρα από την πρώτη στιγμή τάχθηκε υπέρ του Κατάρ. Η λυκοσυμμαχία με τη Ρωσία και το Ιράν στην ουσία καθιστούσαν μονόδρομο αυτή την επιλογή. Επίσης μονόδρομο την κατέστησε και το μεγάλο οικονομικό άνοιγμα Τουρκίας-Κατάρ.
Τέλος, ήταν εξ ανάγκης απόφαση αν λάβουμε υπόψη και τον προσωπικό τρόπο με τον οποίο ασκεί πολιτική ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Κάπως έτσι, και για να μην χάσει τα πάντα, η Τουρκία πίστεψε πως θα μπορούσε να κάνει στροφή και να αναλάβει διαμεσολαβητικό ρόλο στην κρίση. Όμως, η αρχική συμπεριφορά της (μαζί με κάποια σοβαρά ατοπήματά της πριν από λίγο καιρό) την έφεραν απέναντι από τις ΗΠΑ, και φυσικά στην αντίπερα όχθη από εκείνη που βρίσκεται η Σαουδική Αραβία.
Γι’ αυτό δεν αποτελεί έκπληξη η είδηση ότι το Ριάντ αρνήθηκε στον Τούρκο ΥΠΕΞ να μεταβεί για επίσκεψη. Όπως φαίνεται, καμιά φορά όποιος πάει για τα πολλά, χάνει και τα λίγα.
Παναγιώτης Μπαλακτάρης