Σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης τελέστηκε την Κυριακή στο ναό Αγίου Δημητρίου Νεοκαισάρειας Πιερίας το ετήσιο μνημόσυνο του αρχικαπετάνιου Αναστασίου Παπαδόπουλου, του Κοτζά Αναστάς – ή αλλιώς, του «Κολοκοτρώνη του Πόντου».
Πλήθος κόσμου, απόγονοι, εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης, πολιτικοί φορείς και ποντιακά σωματεία βρέθηκαν εκεί για να τιμήσουν έναν άνθρωπο που, έναν αιώνα μετά, παραμένει σύμβολο ανδρείας και αντίστασης.
Συγκινητική κορύφωση της τελετής υπήρξε η… φρουρά απογόνων του ήρωα, που στάθηκε δίπλα στο τραπέζι των κολλύβων, αποδίδοντας τιμή στον πρόγονό τους και υπενθυμίζοντας ότι η μνήμη του παραμένει ζωντανή μέσα από τις γενιές.
Ακολούθησαν τα εγκαίνια της έκθεσης της Νίτσας Ξανθοπούλου, με τίτλο «Ο Κοτζά Αναστάς και το αντάρτικο του Πόντου».
Σε αυτή, χειροποίητες κούκλες με παραδοσιακές φορεσιές ζωντανεύουν μορφές που έγραψαν ιστορία στα βουνά του Πόντου: τον Καπετάν Γιακώβ, τον Άνθιμο Παπαδόπουλο, τη Σοφία Χαρλαμπίδου και πολλούς άλλους. Η έκθεση φιλοξενείται στον Ιστορικό Σύλλογο Νεοκαισάρειας και θα παραμείνει ανοιχτή μέχρι την άνοιξη του 2026.
Μέσα από το μνημόσυνο αναδύθηκε όχι μόνο η προσωπική μνήμη ενός οπλαρχηγού, αλλά και το συλλογικό έπος ενός λαού, που αντιστάθηκε, θυσιάστηκε και πάλεψε για επιβίωση.
Η ζωή ενός θρύλου: Ποιος ήταν ο Κοτζά Αναστάς
Ο Αναστάσιος Παπαδόπουλος γεννήθηκε το 1896 στο Εντίκ Πινάρ της Έρπαας. Από πολύ μικρός ανέδειξε την ατρόμητη φύση του· σε ηλικία μόλις 19 ετών βγήκε στο αντάρτικο και δεν άργησε να γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων και των τσετών της περιοχής.
Οι Έλληνες του Πόντου τον φώναζαν Κοτζά Αναστάς, δηλαδή «Μεγάλος Αναστάσης». Οι Τούρκοι τον αποκαλούσαν Κοτσά Γκιαούρ, «Μεγάλο άπιστο». Το παράδοξο; Παρότι το παρατσούκλι σημαίνει «μεγάλος», όλες οι μαρτυρίες αναφέρουν ότι ήταν βραχύσωμος – μεγάλο ήταν μόνο το θάρρος, η ψυχή, η βροντερή φωνή του και η ακλόνητη πίστη του στην ελευθερία.

Πολεμούσε κρατώντας μαχαίρι και μια ελληνική σημαία με τον ποντιακό αετό. Η παρουσία του στο βουνό ανέβαζε το ηθικό των ανταρτών και σκόρπιζε τον τρόμο στους αντιπάλους. Το όνομά του έγινε θρύλος τόσο όσο των μεγάλων οπλαρχηγών της επανάστασης του ’21.
Το δραματικό τέλος του «έπους»
Το τέλος του το κατέγραψε ο Δημήτρης Ψαθάς στο Η Γη του Πόντου, μέσα από τη μαρτυρία του Παύλου Τσαουσίδη.
Μετά από χρόνια στο αντάρτικο, ο Κοτζά Αναστάς, παρασυρμένος από την ψεύτικη φήμη πως μπορούσε να πουλήσει τα χωράφια του, κατέβηκε στο τουρκικό χωριό Ερζενί. Παρά τις προειδοποιήσεις, εμπιστεύτηκε έναν παλιό σύμμαχο – έναν αγά που τελικά τον πρόδωσε.
Ξημερώματα, οι τσέτες κύκλωσαν το σπίτι. Εκεί, άοπλος και απροστάτευτος, ο μεγάλος του ποντιακού αντάρτικου έπεσε από τα πυρά τους. Λίγο αργότερα σκοτώθηκε και ο αδελφός του Γιώργος, που όρμησε στη μάχη φωνάζοντας για εκδίκηση.
Οι σύντροφοί του σώθηκαν με υπεράνθρωπη προσπάθεια, αλλά ο θάνατος των δύο αδελφιών σκόρπισε πένθος σε ολόκληρη την περιοχή.
Οι τσέτες, με μίσος, μετέφεραν το σώμα του στην Τοκάτη και το κρέμασαν δημόσια σε τηλεγραφόξυλο – πράξη που αντί να μειώσει, γιγάντωσε το μύθο του.
















