Διαβάστε ΕΔΩ το Μέρος Α’
–
Ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Υπέρτιμος και Έξαρχος πάσης Λαζικής Κωνστάντιος Α΄(Καλπαξίδης) υπήρξε μεγάλος αναμορφωτής. Στην μακρόχρονη περίοδο της ποιμαντορίας του από τον Ιούλιο του 1830 έως το 1879 που άφησε την ματαιότητα του κόσμου τούτου για να μεταβεί στην αθανασία, μεταμόρφωσε στην κυριολεξία με το σπουδαίο έργο του την πόλη.
Τι και εάν ξένοι ερευνητές όπως ο Bryer εξαπολύουν μύδρους εναντίον του για τη συνήθειά του να κατεδαφίζει βυζαντινούς ναούς και να ανεγείρει καινούργιους μεγαλύτερους! Κάθε πράξη θα πρέπει να την κρίνουμε λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο της εποχής, τις ιδιαίτερες ανάγκες της, τις ευκαιρίες που εμφανίστηκαν μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο και την ετοιμότητα των πρωταγωνιστών για να τις αξιοποιήσουν. Μια τέτοια ευκαιρία αξιοποίησε ο οξύνους μητροπολίτης.

Στις 3-11-1839 εκδόθηκε το Χάτι Σερίφ (τανζιμάτ-αυτοκρατορικό διάταγμα) το οποίο αναγνώριζε κάποιες θρησκευτικές ελευθερίες στους χριστιανούς. Ακολούθησαν το Χάτι Χουμαγιούν του 1856 και το επικαιροποιημένο Χάτι Χουμαγιούν του 1878.
Ήταν η πιο δημιουργική περίοδος για τους χριστιανούς από την απαρχή της οθωμανικής κατοχής. Για πρώτη φορά από το 1460 οι Έλληνες του Πόντου έβλεπαν «πεδίο δόξης λαμπρόν» για να ενεργήσουν. Ο Κωνστάντιος Α΄ αν και δεν διέθετε υψηλή μόρφωση, φρόντισε ώστε οι ποντιόπαιδες αλλά και οι ποντιοκορασίδες – κι αυτό κι αν είναι πρωτοποριακό για την εποχή του και δείγμα της ποιότητας του χαρακτήρα του και της διάνοιάς του – να λάβουν ελληνική παιδεία.
Το κτήριο που ανεγέρθηκε το 1845 για να στεγάσει το Φροντιστήριο κρίθηκε με τα χρόνια ανεπαρκές μπροστά στον όγκο των μαθητών και τις εκπαιδευτικές τους ανάγκες. Έτσι ελήφθη από την ελληνική κοινότητα η απόφαση για την ανέγερση νέου κτηρίου, κατασκευασμένου με όλες τις αρχιτεκτονικές προϋποθέσεις για ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό ίδρυμα.
Για αυτόν τον ιερό σκοπό συστάθηκε Επιτροπή ανοικοδόμησης η οποία αποτελούνταν από εξέχοντα μέλη, αστούς, μεγαλεμπόρους και τραπεζίτες μεταξύ των οποίων ο κορυφαίος τραπεζίτης Κωστάκης Θεοφύλακτος. Η Επιτροπή ανέθεσε τον σχεδιασμό του κτηρίου στον αρχιτέκτονα Αλέξανδρο Κακουλίδη που εκείνη την εποχή ήταν εγκατεστημένος στην Αθήνα. Ο Κακουλίδης δέχτηκε ασμένως την τιμητική πρόταση και προσέφερε τις πολύτιμες υπηρεσίες του (σχεδιασμός και επίβλεψη του έργου) αφιλοκερδώς για την νεολαία της ιδιαίτερης πατρίδας του. Διόρισε δε βοηθό του τον Φίλιππο Κοτσαπασούλη.

Η Επιτροπή οργάνωσε εράνους για την εξυπηρέτηση των αναγκών που προέκυψαν κατά την ανοικοδόμηση. Ο μητροπολίτης Τραπεζούντας προσέφερε το πρώτο μεγάλο ποσό: 50 χρυσές λίρες. Με τη συνδρομή Τραπεζουντίων, απόδημων Τραπεζουντίων αλλά και λοιπών Ποντίων πέτυχε ο πρώτος στόχος της εξασφάλισης των 3.000 χρυσών λιρών.
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1899, μεγάλη γιορτή της Ανυψώσεως του Σταυρού –έχει και αυτό την σημειολογία του– ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Κωνστάντιος Β΄(Κωνσταντίνος Καρατζόπουλος με καταγωγή από το Φερτέκι της Καππαδοκίας) τοποθέτησε τον θεμέλιο λίθο παρουσία του Τούρκου νομάρχη Καρδή-Μπέη.
Μέσα στο λάξευμα του θεμέλιου λίθου τοποθετήθηκε ένα φιαλίδιο που περιείχε την εξής επιγραφή:
«Βασιλεύοντος Αβδούλ Χαμίτ του Β΄, πατριαρχεύοντος Διονυσίου και αρχιερατεύοντος Κωνσταντίου Β΄, κατετέθη ο θεμέλιος λίθος του ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟΥ Τραπεζούντος τη 14η Σεπτεμβρίου του 1899 προς ανέγερσιν αυτού εκ βάθρων υπό του αρχιτέκτονος κ. Αλεξάνδρου Κακουλίδου».
Το έργο όμως ήταν μεγάλο και πολυδάπανο, απαιτούνταν συνεχής ανατροφοδότηση για να συνεχιστεί. Βλέποντας ο μητροπολίτης τη δυσκολία εξυπηρέτησης των εξόδων που είχε αυτό το τεράστιο για την εποχή έργο το οποίο φυσικά δεν είχε καμία υποστήριξη από τις οθωμανικές Αρχές για να αποπερατωθεί, πήρε τη μεγάλη απόφαση να (φιλο)δωρίσει στον τσάρο Αλέξανδρο Β΄ Ευαγγέλιο του 8ου αιώνα που ανήκε στην αυτοκρατορική οικογένεια των Κομνηνών, προκειμένου να πάρει την άδεια για να πραγματοποιηθεί έρανος ανάμεσα στους Ποντίους που δραστηριοποιούνταν εργασιακά και ζούσαν στην επικράτεια της αυτοκρατορικής Ρωσίας[1]!
Πράγματι οι Πόντιοι ομογενείς προσέφεραν το απαιτούμενο ποσό και έτσι ολοκληρώθηκε το τετραώροφο νεοκλασικό κτήριο που μαρτυρούσε από μακριά με τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του το ελληνικό πνεύμα!
Το κόστος κατασκευής άγγιξε με πολύ προσεκτική διαχείριση τις 15.000 χρυσές τουρκικές λίρες, ποσό που αντιστοιχεί σε σημερινά χρήματα περίπου 10.300.000 ευρώ.
Την 14ην και 15ην Σεπτεμβρίου του 1902, ακριβώς τρία χρόνια μετά από την τελετή θεμελίωσης, τελέστηκαν σε πανηγυρικό κλίμα τα εγκαίνια του μεγαλοπρεπούς κτηρίου παρουσία όλων των αρχών, προξένων και πλήθος κόσμου. Η πρώτη ημέρα ήταν αφιερωμένη σε θρησκευτική-πνευματική τελετή και η δεύτερη σε πολιτική εκδήλωση. Το σύντομο χρονικό διάστημα στο οποίο αποπερατώθηκε το έργο ήταν ένα θαύμα, τόσο της μηχανικής όσο και της οικονομικής διαχείρισης! Μέσα σε μόλις τρία χρόνια το όραμα των Τραπεζουντίων για την ανέγερση μιας ιδιόκτητης στέγης όπου τα παιδιά τους θα λάμβαναν υψηλή μόρφωση είχε πραγματωθεί. Τον πανηγυρικό της ημέρας με θέμα «Η ιστορία των ελληνικών γραμμάτων» εκφώνησε ο καθηγητής φιλολογίας Αριστείδης Ιεροκλής.
Το Φροντιστήριο της Τραπεζούντας ήταν το καμάρι και πρώτο τη τάξει ανάμεσα στα 1.400 ελληνικά σχολεία του Πόντου.
Στις τάξεις του φιλοξενούσε την πρωτοβάθμια και την δευτεροβάθμια εκπαίδευση των νεαρών Ποντίων. Από τις δύο τάξεις του 1855 έφτασε στα τελευταία χρόνια να στεγάζει δώδεκα. Οι απόφοιτοί του μπορούσαν να διδάξουν στα σχολεία του Πόντου και της Γεωργίας. Είχε έξι παραρτήματα και σε αυτά προστέθηκαν τα Παυλίδεια Εκπαιδευτήρια (Αρρεναγωγείο και Παρθεναγωγείο) και το Νηπιαγωγείο που ιδρύθηκε το 1910 από τον Κ. Θεοφύλακτο, το οποίο έδρευε και αυτό στην ενορία του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης.

Από το 1904 και έπειτα στέγαζε δύο Γυμνάσια αφού κάθε τάξη διέθετε δύο τμήματα με σκοπό την καλύτερη επίδοση των μαθητών. Οι δε μαθητές που ήθελαν να ακολουθήσουν το επάγγελμα του εμπόρου, ακολουθούσαν κατά την φοίτησή τους στη Β΄ Γυμνασίου την ανάλογη εμπορική κατεύθυνση (δίνονταν ιδιαίτερη βαρύτητα, για αυτόν τον λόγο και οι Πόντιοι διέπρεψαν σε αυτόν τον κλάδο).
Η αρχιτεκτονική
Το κτήριο του Κακουλίδη σχεδιάστηκε βάσει των σύγχρονών του ευρωπαϊκών διδακτηρίων και ήταν νεοκλασικού ρυθμού. Η κύρια είσοδός του είχε, και έτσι παραμένει έως σήμερα, προσανατολισμό στο νότο, δηλαδή στην αντίθετη πλευρά που βλέπει τη θάλασσα. Η πρόσοψη ξεπερνάει τα 8 μ., ενώ οι τάξεις είναι τοποθετημένες ώστε να βλέπουν από τα μεγάλα ανοίγματα των παραθύρων τον Εύξεινο Πόντο.
Το κτήριο, όπως μας περιγράφει η καθηγήτρια αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ Παρύσατις Παπαδοπούλου-Συμεωνίδου –η οποία έκανε αυτοψία και φωτογραφήθηκε καθήμενη στα θρανία του– «ανοίγει στην πόλη σε σχήμα Π, στο προαύλιο δε μπροστά στις δύο θύρες του κτηρίου που βρίσκονται στις πλάγιες πτέρυγες αυτού, στην αγκαλιά του κτηρίου λειτουργούσε το παρεκκλήσι της Αγίας Αναστασίας κατά τα χρόνια του Μητροπολίτη Χρύσανθου.[…]

»Η βορεινή αυλή του Γυμνασίου, δίπλα στα κύματα, εξυπηρετούσε τον αθλητισμό. Το σχολείο στέγαζε πνευματικούς/καλλιτεχνικούς συλλόγους (Φιλολογικό σύλλογο, Φιλαρμονική), φιλοξενούσε δε και θεατρικές παραστάσεις. Αποτέλεσε το βασικό κύτταρο αλλά και το κίνητρο για την προώθηση των γραμμάτων, της τέχνης, γενικά του πολιτισμού της Τραπεζούντας».
Ο Παπαμιχαλόπουλος στο Περιήγησις εις τον Πόντον αναφέρει πως οι μαθητές του πλησίαζαν τους χιλίους στον αριθμό και συμπληρώνει: «[…] το λαμπρόν σχέδιον δοκιμωτάτου Τραπεζουντίου αρχιτέκτονος, του κ. Αλεξ. Κακουλίδου, επιθαλάσσιον, τετραώροφον, περιλαμβάνει τεσσαράκοντα περίπου αίθουσας και δωμάτια. Οικοδομήθη καθ’ όλους τους κανόνας της υγιεινής και της παιδαγωγικής, καταλλήλως φωτιζόμενον, πληρέστατα αεριζόμενον και δι’ υποκαύστων (calorifere) θερμαινόμενον»! Το Φροντιστήριο λοιπόν όπως και η οικία του τραπεζίτη Καπαγιαννίδη στο Κρυονέρι (Σόουκ Σου) της Τραπεζούντας, διέθεταν από τις αρχές του 20ού αιώνα καλοριφέρ!
Το 1921 οι οθωμανικές Αρχές με διάφορες προφάσεις και ψευδείς κατηγορίες έκλεισαν βιαίως τον φάρο της παιδείας των Ποντίων.
Η παιδεία πάντα είναι στο στόχαστρο της εξουσίας που διέπεται από τον σκοταδισμό όπως κάθε τι το ζοφερό αντιμάχεται το φως! Στο τελευταίο έτος λειτουργίας του Φροντιστηρίου αποφοίτησαν μόνο επτά ελληνόπουλα.

Το κτήριο του Φροντιστηρίου Τραπεζούντας ακόμα και σήμερα φιλοξενεί στα σπλάχνα του μαθητές, τι κι αν δεν ακούγονται πια ελληνικά στους διαδρόμους και στις αίθουσες διδασκαλίας. Από τα παράθυρά του τα τουρκόπουλα βλέπουν την ίδια θέα, την ίδια θάλασσα που έβλεπαν οι Έλληνες μαθητές. Ίσως διδάσκονται να μισούν τους γείτονες, να επαίρονται πως «τους πέταξαν στην θάλασσα» και άλλα τέτοια που ακούγονται από το στόμα των πολιτικών της Τουρκίας. Επειδή όμως τα κτήρια και δη τα κτήρια με τέτοια ιστορία κουβαλούν την αύρα των εμπνευστών και των κυρίων τους, ίσως το μυαλό των σημερινών μαθητών του «Kanuni Anadolu Lisesi» όπως λέγεται πια, να φωτιστεί και να αναζητήσουν την αλήθεια. Τότε θα ξημερώσει μια καλύτερη ημέρα όχι μόνο για τους δύο λαούς, αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα!
Αλεξία Ιωαννίδου
















