Δεύτερη πατρίδα για δεκάδες χιλιάδες Έλληνες της ΕΣΣΔ έγινε το Καζακστάν τη δεκαετία του 1940 – εξορισμένοι από τα παράλια του Εύξεινου Πόντου βρέθηκαν στην Ασία, θύματα των σταλινικών διώξεων. Ένας από αυτούς ο Παύλος Θεοδωρίδης, ο οποίος «έσβησε» τη Δευτέρα 18 Νοεμβρίου στην Αθήνα, σε ηλικία 82 ετών.
Αν έπρεπε να κλείσουμε σε έναν χαρακτηρισμό το τι ήταν, θα λέγαμε το εξής: Ακούραστος πρωτεργάτης του ελληνικού κοινωνικού κινήματος στο Καζακστάν.
Ιδρυτικό μέλος στον πρώτο Σύλλογο Ελλήνων «Η Ηώς» στην πρωτεύουσα του Καζακστάν, την πόλη Αλμάτι (τότε Αλμά-Ατά), αργότερα εξελέγη πρόεδρος της Ομοσπονδίας Ελληνικών Συλλόγων του Καζακστάν και της Κιργιζίας «Φιλία». Για την προσπάθειά του να κρατήσει αναμμένη τη φλόγα του ελληνισμού τόσο μακριά από την πατρίδα τιμήθηκε με ένα από τα ανώτατα παράσημα της Ελλάδας, τον Αργυρό Σταυρό του Τάγματος του Φοίνικα.

Φυσικός στο επάγγελμα, αφιέρωσε τα περισσότερα χρόνια της εργασιακής ζωής του στον τομέα ενέργειας στη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία Καζακστάν, σε όλη την επικράτεια της ΕΣΣΔ και αργότερα στη νεοσύστατη Δημοκρατία του Καζακστάν. Διατέλεσε μέλος της Συνέλευσης των Λαών του Καζακστάν και πολλές φορές τιμήθηκε με τα ανώτατα παράσημα και μετάλλια του κράτους.
Η κηδεία του Παύλου Θεοδωρίδη θα γίνει την Πέμπτη στις 13:00 στο κοιμητήριο του Σχιστού.
Η ιστορία μιας ποντιακής οικογένειας
Και οι δύο γονείς του Παύλου Θεοδωρίδη, όπως είχε πει στο pontosnews.gr και στον Βασίλη Τσενκελίδη, είχαν ρίζες στον Πόντο.
«Δυστυχώς, το μόνο που γνωρίζω είναι ότι η καταγωγή της οικογένειας του πατέρα μου ήταν από τη Σαμψούντα και της μητέρας μου από την Τραπεζούντα. Το 1915 έφυγαν από τον Πόντο προς την περιοχή Κουμπάν της Νότιας Ρωσίας. Οι γονείς μου γεννήθηκαν στο Κουμπάν και ζούσαν στη στανίτσα Γκεόργκιε-Αφίπσκαγια (από το 1958, οικισμός Αφίπσκι) μέχρι την εξορία στο Καζακστάν, το καλοκαίρι του 1942» είχε πει.
Παρά την αποκοπή από τον γενέθλιο τόπο, οι γονείς του Παύλου (Ιβάν και Μαρία) πίεζαν τον ίδιο και τα αδέλφια του να μιλούν ελληνικά – εννοώντας την ποντιακή διάλεκτο. Και τουρκόφωνος ο πατέρας, στο σπίτι υπήρχε η Αγία Γραφή στην τουρκική γλώσσα με ελληνικά γράμματα.
«Διατηρούσαμε τα ελληνικά μας εθνικά χαρακτηριστικά, παρά τους διωγμούς και εξορίες. Οι Έλληνες σε εκείνα τα δύσκολα χρόνια ήταν πολύ δεμένοι μεταξύ τους. Θυμάμαι ποντιακούς γάμους με όλα τα σχετικά ήθη και έθιμα, όπως το νυφόπαρμα. Θυμάμαι πώς περιμέναμε τα ελληνικά κάλαντα της Πρωτοχρονιάς. Αψηφούσαμε τα πάντα για να ζούμε σύμφωνα με τη δική μας ποντιακή παράδοση», είχε τονίσει ο Παύλος Θεοδωρίδης.
Η ζωή στο Καζακστάν
Ο Ιβάν και η Μαρία έζησαν στο Μπουινάκσκ του Καζακστάν μέχρι το 1956. Εκείνη τη χρονιά άρθηκε η υποχρέωση διαμονής σε ειδικές ζώνες· το 20ό συνέδριο του ΚΚΣΕ είχε καταδικάσει την πολιτική του Στάλιν.
Οι Έλληνες όμως δεν είχαν τους οικονομικούς πόρους ώστε να αλλάξουν εύκολα τη μοίρα τους.
Ο Ιβάν εκείνο τον καιρό απολύθηκε από το εργοστάσιο – πολύ δύσκολα έβγαζαν πέρα με τα τρία παιδιά. Η Μαρία ήταν καλή μοδίστρα και έτσι συνεισέφερε στα οικονομικά της οικογένειας. Δίπλα της ήταν και ο μεγαλύτερος γιος της Παύλος, ο οποίος από το 1950 άρχισε να πηγαίνει στο σχολείο. Ήταν καλός μαθητής. Η καθηγήτρια του έδινε τα τετράδια των συμμαθητών του για έλεγχο.
«Σιδέρωνα τα πουκάμισα που έραβε η μαμά, για να προλαβαίνει να κάνει περισσότερη δουλειά. Όμως και αυτό δεν βοηθούσε πολύ. Τρώγαμε μόνο τουρσί. Κοτόπουλο είχαμε μόνο το Πάσχα. Επιβιώναμε πολύ δύσκολα. Ο πατέρας μας αποφάσισε να πάει στην πόλη Τεμιρτάου, όπου ζούσε ήδη μία από τις τέσσερις αδελφές του, η Ελισάβετ. Όταν μετακομίσαμε σε αυτή την πόλη του βόρειου Καζακστάν, νόμιζα πως βρέθηκα στον παράδεισο. Πρώτη φορά είδα αρκετό κρέας, ψάρι και χαλβά.
»Με έναν φίλο πηγαίναμε στην Εστία των μεταλλουργών του Τεμιρτάου. Εκεί μόνος μου έμαθα να παίζω κλαρίνο. Αργότερα, όταν ήμουν φοιτητής έμαθα να παίζω και σαξόφωνο. Ακόμα μου άρεσαν το μπάσκετ και το ποδόσφαιρο», είχε περιγράψει με συγκίνηση.

Το 1960 ο Παύλος Θεοδωρίδης τελείωσε το σχολείο μέσης εκπαίδευσης του Τεμιρτάου και την ίδια χρονιά πέρασε στο Πανεπιστήμιο του Νοβοσιμπίρσκ (Σιβηρία). Οι εξετάσεις ήταν δύσκολες· 600 άτομα διεκδικούσαν 25 θέσεις στη Σχολή Μηχανικών. Όμως ο Παύλος, παρά την επιτυχία του, μετά από έναν χρόνο σπουδών γύρισε στο Τεμιρτάου.
Το 1962 προσπάθησε πάλι, και μπήκε στη Φυσικοτεχνική Σχολή του Κρατικού Πανεπιστημίου του Καζακστάν «Σ.Μ. Κίροφ» (σήμερα Εθνικό Πανεπιστήμιο του Καζακστάν «Αλ-Φαράμπι»), όπου αποφοίτησε το 1968. Από το 1964 μεταγράφτηκε στο βραδινό τμήμα.
«Μετά τις σπουδές έπιασα δουλειά στην κρατική επιχείρηση KazTechEnergo που επιτηρούσε τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια. Έφτασα μέχρι τη θέση του υποδιευθυντή.
»Κατά τη διάρκεια επαγγελματικού ταξιδιού επισκέφτηκα την πόλη Κιζιλρντά του νότιου Καζακστάν. Κοντά στο ξενοδοχείο πρόσεξα μια ομάδα ανθρώπων που μου έμοιαζαν Έλληνες. Τους πλησίασα, άκουσα πως μιλάνε ρωμαίικα (ποντιακά) μεταξύ τους, τους μίλησα. Ήταν εργαζόμενοι στην ασφαλτόστρωση δρόμων. Μία γυναίκα όταν άκουσε το επώνυμό μου με ρώτησε πώς είναι τα μικρά ονόματα των γονιών μου. Ξαφνιάστηκα όταν μου είπε πως ήταν συμμαθήτρια της μητέρας μου.
»Πάντα ενδιαφερόμουν για τη ζωή των Ελλήνων της ΕΣΣΔ – έχω τραβήξει πολλά βίντεο, με παλιά κάμερα που είχα. Έχω στιγμές από γάμους και διάφορες άλλες εκδηλώσεις των συγγενών και των συμπατριωτών μου», συνέχισε.
Δίπλα στον Παύλο Θεοδωρίδη σε όλες του τις προσπάθειες ήταν η σύζυγός του Νίνα. Ο πατέρας της Παύλος Παπαζίδης του Κωνσταντίνου καταγόταν από το Βίτιαζεβο και η μητέρα Ελένη του Λαζάρου Κασαπίδη από τη Νίζνιαγια Μπακάνκα της περιφέρειας Κρασνοντάρ. Το 1942 εξορίστηκαν στο Τεμιρτάου.
Ο Παύλος και η Νίνα απέκτησαν τέσσερα παιδιά – τη Μαρία, τη Νίνα, την Ελένη και τον Ιβάν.
















