Στα μέσα του 13ου αιώνα, κάπου ανάμεσα στο 1240 και στο 1250, γεννιόταν ένας άνθρωπος που επρόκειτο να ανοίξει νέους ορίζοντες για την επιστήμη του Βυζαντίου: ο Γρηγόριος Χιονιάδης, ο οποίος στα νεανικά του χρόνια έφερε το όνομα Γεώργιος. Μεγαλωμένος στην Κωνσταντινούπολη, μαγεύτηκε από νωρίς από τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες. Αφού σπούδασε ιατρική, αφέθηκε στην έλξη που του ασκούσε η αστρονομία – μια επιστήμη που τότε, σύμφωνα με όσα άκουγε, ανθούσε ιδιαιτέρως στην Περσία.
Έτσι ξεκίνησε ένα μακρινό ταξίδι, που θα τον καθιστούσε έναν από τους σημαντικότερους μεταφορείς γνώσης ανάμεσα στην Ανατολή και το Βυζάντιο.
Περνώντας από την Τραπεζούντα, έλαβε γενναιόδωρη στήριξη από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Β’ Μέγα Κομνηνό, όπως επιβεβαιώνουν και οι 16 σωζόμενες επιστολές του. Με τη βοήθειά του έφτασε στην Περσία, όπου ένας τοπικός ηγεμόνας τον προστάτευσε και του άνοιξε τον δρόμο για να μαθητεύσει δίπλα σε κορυφαίους αστρονόμους της εποχής.

Στην Περσία, ο Γρηγόριος Χιονιάδης σπούδασε κοντά στον Σαμς αντ-Ντιν αλ-Μπουχαρί, λόγιο που είχε εργαστεί στο περίφημο Αστεροσκοπείο του Μαραγκέ υπό τον μέγιστο Νασίρ αλ-Ντιν αλ-Τουσί. Εκεί, ο μαθητής από το Βυζάντιο ανέγνωσε, μετέφρασε και αντέγραψε αραβικά και περσικά κείμενα: Ζιγ, αστρονομικούς πίνακες, πλανητικές θεωρίες, ακόμη και την περιγραφή του θρυλικού «ζεύγους του Τουσί» – μιας θεωρίας που αργότερα θα ενέπνεε τον Κοπέρνικο.
Με τις αποσκευές του γεμάτες από νέα γνώση, αλλά και με πολλές επιστημονικές σημειώσεις, επέστρεψε στην Τραπεζούντα. Εκεί, στην καρδιά του Πόντου, ίδρυσε κάτι που δεν είχε ξαναϋπάρξει στον βυζαντινό χώρο: μια οργανωμένη Ακαδημία Αστρονομίας, στην οποία δίδαξε όχι μόνο τη δική του τεχνογνωσία αλλά και τις πολύπλοκες θεωρίες που είχε φέρει από την Ανατολή.
Η Ακαδημία αυτή εξελίχθηκε σε πνευματικό κέντρο και έγινε ο τόπος όπου μεταφυτεύτηκε στο Βυζάντιο η προχωρημένη περσική επιστημονική παράδοση.
Κατά την περίοδο των ταξιδιών του, ο Γρηγόριος Χιονιάδης έζησε και στην Ταυρίδα (σημερινό Ταμπρίζ) μεταξύ 1295 και 1296, όταν η πόλη βρισκόταν υπό μογγολική κυριαρχία. Εκεί αναδείχθηκε σε ορθόδοξο μητροπολίτη και έλαβε το εκκλησιαστικό όνομα Γρηγόριος. Δίδαξε έπειτα στην Κωνσταντινούπολη, όπου εισήγαγε τις νέες πλανητικές θεωρίες και τη χρήση του παγκόσμιου –ανεξαρτήτως γεωγραφικού πλάτους– αστρολάβου, πριν επιστρέψει ξανά στην Ταμπρίζ το 1302, πιθανότατα στο πλαίσιο διπλωματικών κινήσεων του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Β’ για συμμαχία με τον Γκαζάν Χαν.

Το έργο του δεν περιορίστηκε στη διδασκαλία. Μετέφρασε πολυάριθμες περσικές και αραβικές πραγματείες, ανάμεσά τους το Ζιγ-ι Ιλχανί του αλ-Τουσί και τους Πίνακες Σαντζαρίκ του Αλ-Χαζίνι, ενώ συνέγραψε και το εισαγωγικό εγχειρίδιο Τα Σχήματα των Άστρων. Η βιβλιοθήκη του, πλούσια σε επιστημονικά χειρόγραφα, πέρασε μετά τον θάνατό του στον λόγιο Κωνσταντίνο Λουκίτη.
Η επιρροή του Χιονιάδη δεν χάθηκε με το πέρασμα των αιώνων. Ο μαθητής του, Μανουήλ Βρυέννιος, δίδαξε με τη σειρά του τον Θεόδωρο Μετοχίτη, ενώ πιθανότατα ο Μάξιμος Πλανούδης γνώρισε μέσω του Χιονιάδη τους ινδοαραβικούς αριθμούς, που από το Βυζάντιο πέρασαν αργότερα σε όλη την Ευρώπη.
Ο Γρηγόριος Χιονιάδης πέθανε στην Κωνσταντινούπολη γύρω στο 1320. Αιώνες αργότερα, λόγιοι όπως ο Γιόχαν Άλμπερτ Φαμπρίκιος θα τον μνημονεύουν, αναγνωρίζοντας τον άνδρα που ένωσε δύο κόσμους: την επιστημονική Ανατολή και το ετοιμοθάνατο αλλά ακόμη ζωντανό πνευματικά Βυζάντιο.
Και στο επίκεντρο όλων αυτών δεσπόζει η Ακαδημία Αστρονομίας της Τραπεζούντας – το δώρο του Χιονιάδη σε έναν πολιτισμό που, χάρη σε αυτόν, κοίταξε ξανά τα άστρα με άλλα μάτια και με περισσότερη γνώση.
















