Είναι ίσως ένα από τα πιο εμβληματικά και ιστορικά σημεία του κέντρου της Αθήνας. Βρίσκεται σε εκατομμύρια φωτογραφίες τουριστών, και όχι μόνο. Ο φακός της επικαιρότητας στράφηκε ξανά σε αυτό λόγω ενός πατέρα που επέλεξε να ζητήσει από εκεί τη δικαίωση του παιδιού του που χάθηκε στα Τέμπη – τα ονόματα των 57 θυμάτων της σιδηροδρομικής τραγωδίας είναι γραμμένα με κόκκινη μπογιά. Παραμένει στην επικαιρότητα λόγω της τροπολογίας που έφερε η κυβέρνηση και προβλέπει την απαγόρευση οτιδήποτε άλλου πλην της επίσκεψης.
Ο λόγος για το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη – ή Αγνώστου Στρατιώτου, όπως είναι η ονομασία στην καθαρεύουσα. Αν και έχουν ειπωθεί πολλά, πόσοι γνωρίζουν ότι είναι έργο ενός Κωνσταντινουπολίτη αρχιτέκτονα;
Εμμανουήλ Λαζαρίδης το όνομά του, το οποίο θα έπρεπε να είναι ευρέως διαδεδομένο καθώς πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους στην Ελλάδα ενός συγκρατημένου «μοντέρνου» κλασικισμού, με επιστροφή σε πιο αρχαϊκές μορφές.
Αυτός ο γνωστός άγνωστος δημιουργός του… Άγνωστου Στρατιώτη –που αποτελεί ένα από τα ορόσημα της μνημειακής αρχιτεκτονικής στην Αθήνα–, γεννήθηκε το 1894 στην Κωνσταντινούπολη. Απόφοιτος του Ζωγραφείου, το 1913 πήγε στο Παρίσι για σπουδές στην Εθνική Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (École des Beaux-Arts). Πήρε πτυχίο μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου, έχοντας παράλληλα αποσπάσει πολλές διακρίσεις για τις γνώσεις του στην Ιστορία της Αρχιτεκτονικής και στα συνθετικά μαθήματα.
Στη γαλλική πρωτεύουσα διαμόρφωσε το προσωπικό εκλεκτικιστικό του ύφος· μεταχειριζόταν με ευκολία και συνδυαστικά στοιχεία νεοκλασικά, απλοποιημένα και εκλεπτυσμένα στοιχεία Art Déco, στοιχεία γαλλικού εκλεκτισμού, έως και στοιχεία μοντερνισμού.
Ο λόγος που άργησε να αποφοιτήσει ήταν η απόφαση να διακόψει τις σπουδές του και να ενταχθεί ως εθελοντής στο κίνημα της Εθνικής Άμυνας του Ελευθέριου Βενιζέλου. Παράλληλα, γράφτηκε στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και μέχρι να επιστρέψει στο Παρίσι ήταν βοηθός στα γραφεία των καθηγητών Αλέξανδρου Νικολούδη και Βασιλείου Κουρεμένου – οι σπουδαίοι αυτοί αρχιτέκτονες, αργότερα μέλη της Ακαδημίας Αθηνών, είχαν επίσης περάσει από τα έδρανα της Beaux-Arts.
Επιστρέφοντας μόνιμα στην Αθήνα, ο Εμμανουήλ Λαζαρίδης παντρεύτηκε το 1924 μια Κωνσταντινουπολίτισσα, την Αγνή Κ. Δημητρακοπούλου, με την οποία απόκτησε την πρόωρα χαμένη μοναχοκόρη του, Κατερίνα.
Η επαγγελματική σταδιοδρομία που τον ανέδειξε σε έναν από τους πρωταγωνιστές της μεσοπολεμικής αρχιτεκτονικής στην ελληνική πρωτεύουσα, ξεκίνησε από τις Τεχνικές Υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων, ως επικεφαλής, επί δημαρχίας του βενιζελικού Σπυρίδωνα Πάτση. Η τετραετία 1925-1929 ήταν εξαιρετικά γόνιμη, με σημαντικές εξωραϊστικές παρεμβάσεις. Τερματίστηκε όταν έχασε τις εκλογές ο Πάτσης.
Το 1928 ο Εμμανουήλ Λαζαρίδης κέρδισε τον πανελλήνιο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, που τελικά τον έκανε διάσημο.
Μέχρι το 1935 –τότε πήρε την απόφαση να δημιουργήσει το δικό του αρχιτεκτονικό γραφείο–, είχε διακριθεί και σε άλλους διαγωνισμούς. Ως κάτοχος εργοληπτικού πτυχίου Δ’ τάξης, από το 1948 εκτός από μελετητής και επιβλέπων, ήταν και κατασκευαστής. Ακόμα, σε συνεργασία με τους συναδέλφους του Λεωνίδα Μπόνη (ήταν γεννημένος στην Κερασούντα και μεγαλωμένος επίσης στην Κωνσταντινούπολη), Νικόλαο Κακούρη και Γεώργιο Βυργιώτη, ίδρυσαν τη φροντιστηριακού χαρακτήρα Σχολή Αρχιτεκτονικών Μελετών. Στεγαζόταν στο γραφείο του Εμμανουήλ Λαζαρίδη και απευθυνόταν κυρίως σε όσους ήθελαν να σπουδάσουν στο Παρίσι.
Ο σπουδαίος αυτός αρχιτέκτονας πέθανε στην Αθήνα το 1961. Το αρχείο του δωρήθηκε στα Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη από τις εγγονές του, Αλεξία και Μανουέλλα Παυλίδου.
Το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη
Στο διαγωνισμό για το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη ο Εμμανουήλ Λαζαρίδης υπέβαλε δύο συμμετοχές. Βραβεύτηκε η λιγότερο μνημειακή, αυτή με το ψευδώνυμο «ΣΚΡΑ».
Κεντρικό θέμα της η καλλιτεχνική ενότητα του μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη και της πλατείας μπροστά απ’ αυτό, η εναρμόνιση με το αυστηρό ύφος των νεοκλασικών Ανακτόρων (νυν Βουλής των Ελλήνων) και η συμβολή στην ανάπλαση της Πλατείας Συντάγματος, με κύριο άξονα την οδό Ερμού.
Για να το πετύχει αυτό, ο αρχιτέκτονας πήρε την τολμηρή απόφαση να τοποθετήσει το μνημείο στους πρόποδες των Ανακτόρων, ισοπεδώνοντας το επικλινές έδαφος προς την πλατεία με μεγάλης κλίμακας εκσκαφή.
Το μνημείο, που είναι ουσιαστικά ένας αναλημματικός τοίχος σχήματος Π από λαξευμένους πωρόλιθους μεγάλων διαστάσεων, έχει στον άξονά του ανάγλυφη πλάκα με παράσταση νεκρού οπλίτη, φιλοτεχνημένη στα 1931-32 από τον γλύπτη Φωκίωνα Ρωκ.
Ο διάκοσμος του επιβλητικού τοίχου είναι εμπνευσμένος από την ελληνική Αρχαιότητα, αλλά σχεδιασμένος αφαιρετικά. Οι μνημειώδεις κλίμακες είναι διακοσμητικές, καθώς τα σκαλοπάτια τους προορίζονται για «θεωρεία» κατά τη διάρκεια τελετών. Διακοσμητικό χαρακτήρα έχει και η ζώνη με τους ενσωματωμένους σπονδύλους κιόνων δωρικού ρυθμού, η οποία διακόπτει τον αναλημματικό τοίχο στις δύο του γωνίες.
Η μνημειακή αυτή σύνθεση του Εμμανουήλ Λαζαρίδη συνδυάζει τις αρχές της γαλλικής πολεοδομικής παράδοσης και του κλασικισμού με το μοντέρνο πνεύμα της Art Déco και με συμβολικές αναφορές στην ελληνική Αρχαιότητα. Η αφαιρετική στιβαρότητα του μνημείου, τα υλικά του –πωρόλιθος, μάρμαρο, μπρούντζος–, και τα χρώματα τους –ώχρα, υπόλευκο, πράσινο–, είναι εκείνα που το εναρμονίζουν με τον αυστηρό κλασικισμό των παλαιών Ανακτόρων.