Με μυθιστορηματική ζωή, όψιμα γνωστός στην Ελλάδα, διάσημος στην Αυστρία που τον έχει τοποθετήσει στο καλλιτεχνικό της πάνθεον, και από εκεί σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Ο Ιωάννης Αβραμίδης (Joannis Avramidis), ο γλύπτης που έβαλε στο κέντρο του έργου του το ανθρώπινο σώμα, ήταν ένας (οικουμενικός) Πόντιος στη Βιέννη.
Ήρθε στη ζωή κυριολεκτικά όταν ξεψυχούσε ο ελληνισμός στη Μικρασία, στις 23 Σεπτεμβρίου 1922. Τόπος γέννησης το Βατούμ, όπου οι γονείς του είχαν καταφύγει από τα Σούρμενα του Πόντου κυνηγημένοι από τους Τούρκους.
Σπούδασε στην Κρατική Σχολή Τέχνης του Βατούμ, όμως λόγω των διώξεων της οικογένειάς του από το σταλινικό καθεστώς –ο πατέρας του στάλθηκε το 1937 στη Σιβηρία και δεν επέστρεψε ποτέ–, το 1939 εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στην Αθήνα.
Κατά τη διάρκεια της Κατοχής βρήκαν καταφύγιο στην Πτολεμαΐδα. Το 1943 συνελήφθη από τους Γερμανούς. Ήταν 20 χρονών όταν έστειλαν με τρένο στη Βιέννη, σε στρατόπεδο εργασίας. Στην Αυστρία παρέμεινε και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η αγάπη για τις Τέχνες τον οδήγησε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης όπου σπούδασε ζωγραφική με τον Ρόμπιν Κρίστιαν Άντερσεν και γλυπτική με τον Φριτς Βοτρούμπα. Το 1956 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο της Ακαδημίας, στην οποία το 1968 εξελέγη καθηγητής γλυπτικής.
Το 1973 τιμήθηκε με το Μεγάλο Κρατικό Βραβείο της Αυστρίας και έγινε μέλος της Αυστριακής Συγκλήτου Τέχνης.
Την περίοδο 1966-1967 δίδαξε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Αμβούργου. Από το 1956 άρχισε να παρουσιάζει το έργο του σε ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις, κερδίζοντας επανειλημμένως διακρίσεις.
Εκπροσώπησε την Αυστρία στην Μπιενάλε της Βενετίας το 1956 και το 1962, ενώ συμμετείχε στην Documenta του Κάσελ το 1964 και το 1977.
Το 2012 η γερμανική εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung είχε γράψει: «Οι μορφές με τις οποίες ο Αβραμίδης έγινε γνωστός θυμίζουν αναγεννημένες αρχαίες κόρες. Είναι μισά αρχιτεκτονήματα και μισές ανθρώπινες μορφές, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στα πρόσωπά τους είναι υποτυπώδη, τα σώματά τους είναι σαν αφηρημένα αντικείμενα.
»Ορισμένοι τεχνοκριτικοί είδαν σ’ αυτό το στιλ ένα σχόλιο στην ηγεμονία της μηχανής κατά τον 20ό αιώνα και στη βία που ασκεί στο σώμα ο μηχανικός εξορθολογισμός. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτή η ερμηνεία σχετίζεται και με την προσωπική μοίρα του καλλιτέχνη».
Η κριτική αυτή δημοσιεύθηκε καθώς η Βιέννη τιμούσε «τον μεγαλύτερο εν ζωή γλύπτη της Αυστρίας» με μια έκθεση με γλυπτά στο Μουσείο Ιστορίας της Τέχνης και με μια αναδρομική έκθεση για το συνολικό έργο του στο περίφημο Αλμπερτίνα.
Αν και στο εξωτερικό υπήρξε ιδιαίτερα δημοφιλής, ο Ιωάννης Αβραμίδης άργησε να γίνει γνωστός στην Ελλάδα. Η πρώτη μεγάλη αφιερωματική έκθεση στο πλούσιο έργο του στη χώρα μας έγινε το 1997 στην Θεσσαλονίκη, ενώ την ίδια χρονιά πραγματοποιήθηκε και μια αναδρομική παρουσίαση ζωγραφικής, γλυπτικής και σχεδίων του στην Εθνική Πινακοθήκη – μετά το πέρας της έκθεσης ο καλλιτέχνης δώρισε στην Ελλάδα όλα τα έργα του.
Αυτόν τον εξέχοντα πρωταγωνιστή της ευρωπαϊκής γλυπτικής τέχνης, τον καθηγητή στις Ακαδημίες Καλών Τεχνών της Βιέννης και του Αμβούργου, η ελληνική πολιτεία είχε τιμήσει με τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικος.
Στo Ναύπλιο, στο παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης, βρίσκεται ένα από τα πιο χαρακτηριστικά έργα του Ιωάννη Αβραμίδη, μια μορφή σε σχήμα ύψιλον του 1967 που αποτελείται από δύο όρθια σκέλη, ακριβώς ίδια μεταξύ τους. Λέγεται «Το φιλί» παραπέμποντας έτσι στο περίφημο έργο του Ροντέν.
«Ενώ όμως στον Ροντέν οι δύο μορφές ταράσσονται από το πάθος, τα δυο ημίσεα στον Αβραμίδη είναι ολόιδια και σαν απολιθωμένα. Και όμως αποτελώντας μέρη του ίδιου ύψιλον είναι ενωμένα. Ένα ζωντανό σώμα μπορεί να μετατραπεί σε αντικείμενο και ένα αφηρημένο αντικείμενο σε ένα ολοζώντανο σώμα. Η στιγμή της μεταμόρφωσης ανάμεσα σ’ αυτές τις δύο καταστάσεις φαίνεται πως είναι η βάση της αισθητικής του Αβραμίδη» σημείωνε η Frankfurter Allgemeine Zeitung.
Μετά το θάνατό της συζύγου του το 2014 ο σπουδαίος γλύπτης είχε αποτραβηχτεί από τη δημόσια ζωή. Πέθανε στο σπίτι του το Σάββατο 16 Ιανουαρίου 2016, σε ηλικία 93 ετών.