Δεν ήταν μια συνηθισμένη φωτιά. Ήταν κολοσσιαία και ιστορική, και αυτό έγινε σαφές προτού ακόμα σβήσει – αργότερα από την ιστοριογραφία ονομάστηκε «Η μεγάλη φωτιά». Μετέτρεψε σε στάχτη την πλουσιότερη και πλέον κοσμοπολίτικη πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τη Σμύρνη. Και επιπλέον σηματοδότησε το τελευταίο βίαιο επεισόδιο σε ένα δεκαετές ολοκαύτωμα που στοίχισε τη ζωή σε 3 και πλέον εκατομμύρια χριστιανούς, Αρμένιους, Έλληνες και Ασσύριους.
Πέντε μέρες έκανε να σβήσει η φωτιά (από τις 9 Σεπτεμβρίου 1922), με τον πληθυσμό να προσπαθεί να σωθεί – όχι μόνο από τις φλόγες, αλλά και από τη μανία των Τούρκων. Γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι στην προκυμαία της πόλης έψαχναν απεγνωσμένα μέσα διαφυγής· όσοι ενήλικοι άνδρες είχαν συλληφθεί εκείνες τις μέρες είχαν σταλεί στη σκλαβιά των ταγμάτων εργασίας.
Μέσα σε αυτόν το χαλασμό όλοι κοίταζαν τα μεγάλα πολεμικά πλοία στο λιμάνι. Αλλά καμία διαταγή για εκκένωση, από πουθενά. Αντιθέτως, ορισμένοι πλοίαρχοι διέταξαν τις μπάντες να παίζουν για να καλύψουν τους ήχους από τις ωμότητες που διαπράττονταν μόλις 800 μέτρα μακριά.
Μια ακόμα ειρωνεία στην τραγωδία της Σμύρνης ήταν το γεγονός ότι τον ελληνισμό που ψυχορραγούσε τον έσωσε ένας άσημος Αμερικανός και όχι κάποιος από τους υποτιθέμενους επικεφαλής του Πολεμικού Ναυτικού που ήταν παρόντες.
Ο Έισα Κεντ Τζένινγκς, με έναν σχετικά ασήμαντο ρόλο, ως γραμματέας στη Χριστιανική Αδελφότητα Νέων (ΧΑΝ), ήταν ο Σίντλερ της Σμύρνης – όμως, σε αντίθεση με τον Γερμανό επιχειρηματία που βοήθησε περίπου 1.200 Εβραίους να μην πέσουν στα χέρια των Ναζί, ο Αμερικανός πάστορας δεν είναι τόσο γνωστός στο ευρύ κοινό. Ίσως να φταίει που δεν έχει ακόμα γίνει… ταινία.
Με φωνές, παρακάλια και μπλόφες
Τι ηρωικό έκανε αυτός ο ασθενικός ιεραπόστολος που είχε φτάσει με την οικογένειά του στη Σμύρνη έναν σχεδόν μήνα πριν από την Καταστροφή; Ενορχήστρωσε μια εντυπωσιακή επιχείρηση διάσωσης 250.000-300.000 ανθρώπων προς τα νησιά του Αιγαίου, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη, χρησιμοποιώντας μια δωροδοκία, ένα ψέμα και μια κενή απειλή, και αφότου συναντήθηκε με τον ίδιο τον Μουσταφά Κεμάλ.
Αρχικά, πηγαίνοντας από πλοίο σε πλοίο στο λιμάνι της Σμύρνης αντιλήφθηκε ότι δεν θα έβρισκε τη βοήθεια που αναζητούσε.
Έτσι στη συνέχεια ταξίδεψε πιο μακριά, για να ανακαλύψει τελικά 20 ελληνικά φορτηγά πλοία στη Μυτιλήνη, τα οποία είχαν μεταφέρει το στρατό που υποχωρούσε, δύο εβδομάδες νωρίτερα. Με φωνές, παρακάλια και μπλόφες έπεισε τελικά αρκετούς από τους κυβερνήτες να προστρέξουν τους κατατρεγμένους, και την ελληνική κυβέρνηση να του αναθέσει την ευθύνη.
Σύμμαχος του πάστορα ο Αμερικανός κυβερνήτης Χάλσεϊ Πάουελ¹, ο οποίος βάζοντας σε κίνδυνο την καριέρα του προσπάθησε να πείσει τους Τούρκους να επιτρέψουν σε αυτά τα πλοία να μπουν στο λιμάνι.
Τα δέκα φορτηγά πράγματι έφτασαν στη Σμύρνη υπό τη συνοδεία αμερικανικών αντιτορπιλικών. Αυτά ήταν τα πρώτα που συμμετείχαν στην επιχείρηση εκκένωσης της πόλης, με τη βοήθεια Αμερικανών αξιωματικών και ναυτών – μακριά από τους Τούρκους, στην επιβίβαση βοήθησαν και Βρετανοί ναυτικοί.
Όταν είχαν σχεδόν ολοκληρωθεί οι επιχειρήσεις απομάκρυνσης από τα παράλια της Μικρασίας, ο Έισα Τζένινγκς έστρεψε την προσοχή του στα λιμάνια του Εύξεινου Πόντου, όπου και εκεί περίμεναν χιλιάδες. Και πάλι συγκέντρωσε ελληνικά πλοία, ενώ βρήκε και τρόπους να ναυλώσει και άλλα, ανάμεσά τους και εμπορικά με τη σημαία της Μεγάλης Βρετανίας.
Διά χειρός Γιουρένεκ
Την ιστορία του Έισα Τζένινγκς έχει καταγράψει ο καθηγητής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης Λου Γιουρένεκ στο έργο του Η μεγάλη φωτιά (The Great Fire). Σε συνέντευξή του στο pontosnews.gr είχε τονίσει: «Ήταν σύμπτωση που βρισκόταν στη Σμύρνη. Ήταν η μεγαλύτερη σύμπτωση της ζωής του».
Ανήκε στο αμερικανικό ιεραποστολικό κίνημα που έφερε πολλούς άνδρες και γυναίκες στην Τουρκία τον 19ο και στις αρχές του 20ού αιώνα, αλλά ίσως να ήταν ο τελευταίος ιεραπόστολος που μπήκε στη χώρα.
Μικρόσωμος, κουτσός, με καμπούρα που του είχε αφήσει η φυματίωση και με αδύναμη καρδιά, το σουλούπι του κάθε άλλο ήταν παρά ηρωικό. Για τον συγγραφέα της Μεγάλης φωτιάς, όμως, είναι ένας από τους ήρωες της ιστορίας, ίσως ο λιγότερο γνωστός απ’ όλους.
«Χωρίς καμία επίσημη βοήθεια έσωσε εκατοντάδες χιλιάδες, αποδεικνύοντας ότι ένα άτομο μπορεί να κάνει τη διαφορά στην πορεία της ιστορίας», εξήγησε.
Απόσπασμα από τη Μεγάλη φωτιά
Η καταιγιστική ανταλλαγή μηνυμάτων ανάμεσα στην αίθουσα ασυρμάτου του «Κιλκίς» και στην Αθήνα συνεχιζόταν. […] Τελικά ο Θεοφανίδης² πίεσε τον Τζένινγκς να στείλει ένα τελεσίγραφο: «Αναγνωρίστε τη λήψη της απαίτησης και δώστε θετική απάντηση στο αίτημα για τη διάθεση πλοίων έως τις 6 μ.μ., καθώς σε άλλη περίπτωση το “Κιλκίς” θα πραγματοποιήσει την απειλή του και θα εκπέμψει την πρόταση των Αμερικανών και την απόρριψή της από τους Έλληνες».
Ο Θεοφανίδης –έχοντας εικόνα της απογοήτευσης που επικρατούσε στο στράτευμα και ενδεχομένως υποψιαζόμενος προβλήματα στις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων– ίσως να επιχειρούσε με τον τρόπο αυτό να επισπεύσει τις διαπραγματεύσεις.
[…] Αργότερα ο Τζένινγκς θα έγραφε: «Στο τελεσίγραφο αυτό τους ξεκαθαρίσαμε ότι η κοινή γνώμη θα τασσόταν με τους Τούρκους και κανενός είδους εξηγήσεις δεν θα ήταν ικανές να δικαιολογήσουν την απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να μην επιτρέψει στους Αμερικανούς να βοηθήσουν στην απομάκρυνση πληθυσμών ελληνικής καταγωγής, τη στιγμή που η ζωή χιλιάδων ανθρώπων εξαρτιόταν από τη διάθεση των πλοίων από την ελληνική κυβέρνηση.
»Κατέστη επίσης σαφές ότι η Αμερικανική Επιτροπή Ανακούφισης Προσφύγων, αφού χρησιμοποιούσε τα λιγοστά πλοία που είχαν ναυλωθεί, θα ένιπτε τας χείρας της, θα έπαυε να ασχολείται με το όλο ζήτημα και θα άφηνε το ελληνικό κράτος να εξηγήσει στον υπόλοιπο κόσμο τους λόγους για τους οποίους τήρησε τέτοια στάση».
Επρόκειτο για μια ακόμα δημιουργική μπλόφα εκ μέρους του Τζένινγκς: ο ίδιος δεν είχε καμία δικαιοδοσία να απειλήσει εκ μέρους της επιτροπής τον τερματισμό του ανθρωπιστικού της έργου στη Σμύρνη.