Ένα γράμμα ενδεικτικό της εποχής των μέσων του 19ου αιώνα διασώζει ο αείμνηστος δάσκαλος και λαογράφος από την Ζάβερα του Χαψίκιοϊ της Ματσούκας, γνωστός και ως «Παπαδιαμάντης της Ματσούκας», Γεώργιος Ζερζελίδης.
Η μετανάστευση στη Ρωσία για πολλούς Έλληνες του Πόντου ήταν μονόδρομος προκειμένου να εξασφαλίσουν τα προς το ζην για την οικογένειά τους. Άλλοι στάθηκαν τυχεροί και μεγαλούργησαν αποκτώντας μεγάλη περιουσία, οι περισσότεροι όμως ίσα-ίσα που τα έβγαζαν πέρα.
Η κοινή μοίρα και των μεν και των δε, ήταν η ξενιτιά και ο αποχωρισμός από τα αγαπημένα τους πρόσωπα για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
Στο γράμμα που ακολουθεί αποστολέας είναι ο Θεόδωρος Καρτερής και παραλήπτης η γυναίκα του Παρθένα.
Ακόμα και ο μη εξοικειωμένος με τα ποντιακά αναγνώστης θα παρατηρήσει πως αν και ο Θεόδωρος ήταν βιοπαλαιστής όπως συνάγεται από τα γραφόμενά του, τόσο αυτός όσο και η γυναίκα του μιλούσαν και έγραφαν πολύ καλά την ελληνική γλώσσα (ιδίωμα Ματσούκας). Από την ανάγνωση των λίγων αυτών σειρών μπορούμε να εξάγουμε με ασφάλεια όλα εκείνα τα συμπεράσματα που ήδη μας είναι γνωστά και τα οποία απλά επιβεβαιώνονται για άλλη μια φορά: αγάπη και φροντίδα των Ποντίων για την οικογένεια, σέβας για τους μειζέτερους (τους μεγαλύτερους στην ηλικία) και ακλόνητη πίστη στον Τριαδικό Θεό.
Στον Θεό είχαν εναποθέσει όλες τις ελπίδες τους οι πρόγονοί μας, γι’ αυτό και άντεξαν. «[…]κ’ επ’ εκεί ξαν τερούμε, ο Θεός το λέει ίνεται» αναφέρει στο γράμμα του ο Θεόδωρος, σαν να λέει στη γυναίκα του «μην απελπίζεσαι, έχει ο Θεός, κάτι θα γίνει». Αυτήν την πίστη μετέδωσαν και στα παιδιά τους που γέννησαν στην Ελλάδα, και τις ίδιες αξίες φέρουν τα παιδιά των παιδιών τους, ως κληροδότημα από τους προγόνους τους. Η πίστη στον Θεό, η τιμή στην Υπεραγία Θεοτόκο την μητέρα Του αλλά και στους Αγίους της Εκκλησίας, συνιστά βασικό χαρακτηριστικό της ποντιακής μας ταυτότητας.
≈
Υγείας και χαιρετίας από εμέναν τον Θεόδωρον Καρτερήν εις εσέναν την συμβίαν μου Παρθέναν και την πεθεράν μου Μαρίαν και φιλώ το χερ’ ν ατ’ς.
Χαιρετώ και τα τέκνα μας Νικολίκαν, Κωστίκαν, Ποινίκαν και Καρτερίτσαν.
Χαιρετώ και τον κύρη μ’ και τη μάνα μ΄ κατά πολλά και φιλώ τα χέρια τουν. Χαιρετώ και τον αδελφό μ’ το Γιάννεν μετά συμβίας και τέκνων. Χαιρετώ και τον αδελφό μ’ τον Απόστολον μετά συμβίας και τέκνου. Χαιρετώ και την αδελφή μ’ Ελένεν και την αδελφή μ’ την Ανατολήν. Χαιρετώ και τον σύντεκνο μ’ τον Στάθιον και την συντέκνισα μ’ τη Σόναν. Άλλο χαιρετώ κατά πολλά και τον παπα-Γιάννεν και ασπάζομαι την δεξιάν του. Άλλο χαιρετώ κι όλτς τσοί γειτονάδες φαμελιακώς, τρανούς-μικρούς.
Και για τ’ εμέν αν ερωτάτε, δόξα τον πανάγαθον Θεόν, είμαι καλά και θέλω να μάθω τα ιδικά σας τα καλά. Στείλω σας με τον σαήν τον Πανίκαν δύο Κουριμί΄ λετσέκια, έναν εσέν το κοκκινείδιν κ’ έναν τη μάνα σ’ το μαυριδερόν. Αν θέλ΄ ο Θεός, ‘ς αλλομίαν θα στείλω και τσ’ εμετέρ’ ς. Οχτώ κομάτια φορεσίας και κάτ’ ψιλορέας είν’ του παιδίων. Στείλω σας εκατόν μανάτια πα παράν να δί’ τε τα χρέητα ‘ς σόν μαναβ’ και ‘ς σου Μιρί’ και τ’ απομέν’ νε να τερείτε του ‘σπιτί’ τα λειφτασέας, ώσνα ευτάει έναν στράταν κι άλλο ο σαής κ’ επ’ εκεί ξαν τερούμε, ο Θεός το λέει γίνεται.
Στείλω κ’ έναν ασημένεν καντήλαν ΄ς σην εγκλησίαν ‘ς σόν Άγε-Βασίλ’, ν’ αφς ατό ΄ς σ΄ Άγε Βασιλεί’ την εικόναν και κάθαν Χριστού Σαρακοστή να φερ΄ς και δίεις ΄ς σον πίτροπον τ΄ελάδ΄ν εθε, τρι’ οκάδες ελάδ’. Με του Θεού τ΄όνεμαν ο καπνός-ι-μ’ οφέτος εγέν’ τον καλόν κ’ επούλτσαμε και με την τιμήν.
Ας ελέπω σας τα παιδία και καλήν εντάμωσην να δώσει ο Θεός και η Κυρία Θεοτόκος. Αμήν.
Εγώ ο Θεόδωρος Καρτερής
‘ς σην Αούτκαν τση Γιάλτας
‘ς σα 1866 τση χρονίας, 3 Καλανταρί.
Αλεξία Ιωαννίδου