Είναι γεγονός πως μέχρι και τη Γενοκτονία και τον ξεριζωμό η γοητευτική μπουρζουαζία της Τραπεζούντας είχε… όνομα ελληνικό. Ίσως να μην μπορούσε να γίνει διαφορετικά σε αυτή την «περικαλλή και ένδοξο πόλι, την βασιλίδα των πόλεων του Ευξείνου Πόντου», την πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας των Κομνηνών, το μεγαλύτερο σε πληθυσμό αστικό κέντρο του Πόντου στα μέσα του 19ου αιώνα και έδρα του ομώνυμου βιλαετίου.
Η Τραπεζούντα ήταν η κατάληξη του δρόμου των καραβανιών, γεγονός την είχε αναδείξει σε διαμετακομιστικό κέντρο διεθνούς ενδιαφέροντος και εμβέλειας.
Την εποχή των Μεγάλων Κομνηνών η Τραπεζούντα διεύθυνε ουσιαστικά και κρατούσε στα χέρια της το εμπόριο Ευρώπης-Ασίας. Γι’ αυτό, για παράδειγμα, Βενετοί και οι Γενουάτες προσπαθούσαν να εξασφαλίσουν ο ένας σε βάρος του άλλου περισσότερα εμπορικά προνόμια, για να είναι ανάλογα και τα κέρδη τους.
Η θέση της πόλης της επέτρεπε να παίζει το ρόλο των σύγχρονων κέντρων logistics σε ολόκληρο τον Εύξεινο Πόντο, και να συγκεντρώνει τόσο τα εμπορεύματα της Ευρώπης που προορίζονταν για χώρες της Ασίας, όσο και τα προϊόντα των χωρών της μακρινής Aνατολής που είχαν ως τελικό προορισμό τους χώρες της δυτικής Ευρώπης.
Χαρακτηριστικά, ο Βησσαρίων έγραφε για την Τραπεζούντα, «τινός εργαστηρίου κοινού ή εμπορίου της οικουμένης απάσης ημίν ούσης της πόλεως».
Η θέση της βέβαια ήταν περίοπτη σε ό,τι αφορά το εμπόριο Ευρώπης-Ασίας ακόμη και την εποχή που η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έστεκε αλώβητη (πριν από το 1204), και οφειλόταν στην αδιάκοπη επικοινωνία της με ολόκληρη την Ασία.
Η επικοινωνία αυτή γινόταν μέσω τριών οδών, από τις οποίες: η μία οδηγούσε προς τα δυτικά, στις μεγαλύτερες πόλεις του Ευξείνου· η άλλη πήγαινε ανατολικά, προς τον Καύκασο και την Κασπία· η τρίτη και σημαντικότερη οδηγούσε προς το νότο, στην Αρμενία. Εκεί χωριζόταν στα δύο, και ο ένας δρόμος κατευθυνόταν μέσω του Αράξη προς την Περσία, ενώ ο άλλος μέσω του Ευφράτη οδηγούσε τον ταξιδιώτη στη Μεσοποταμία ή τη Συρία.