Την τρίτη Παρασκευή του Ιουλίου, καθώς λέγεται ότι είναι συνδεδεμένο με τον Προφήτη Ηλία και τη μεγάλη γιορτή της Ορθοδοξίας. Τότε γίνεται το φημισμένο πανηγύρι στο παρχάρι της Κατίρκαγιας, στα σύνορα των νομών Τραπεζούντας και Αργυρούπολης της Τουρκίας, το οποίο ανήκει στην Τόν(γ)ια με τα ελληνόφωνα χωριά.
Φέτος έγινε την Παρασκευή 18 Ιουλίου και συμμετείχαν χιλιάδες – κάποιοι είχαν ταξιδέψει από την προηγούμενη. Το πανηγύρι ξεκίνησε με υπαίθρια προσευχή στο τζαμί που βρίσκεται στα 2.500 μέτρα.
Το παρών έδωσαν –μεταξύ άλλων– οι δήμαρχοι και οι κυβερνήτες της Τραπεζούντας και της Αργυρούπολης, οι δήμαρχοι του Τορούλ, του Κιουρτούν και του Κελκίτ. Μάλιστα, ο δήμαρχος Τραπεζούντας Αχμέτ Μετίν Γκεντς ανακοίνωσε ότι στο πλαίσιο του φαραωνικού έργου «Πράσινος Δρόμος» θα κατασκευαστεί ο δρόμος που ενώνει τη Ζύγανα με το παρχάρι της Κατίρκαγιας.
«Τα παρχάρια σημαίνουν ελευθερία και ζωή για τους λαούς στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου» τόνισε από τη μεριά του ο κυβερνήτης της Αργυρούπολης Αϊντίν Μπαρούς.
Σημείο συνάντησης για τους ελληνόφωνους
Αν και δημοφιλές, το πανηγύρι του Ιουλίου στο παρχάρι της Κατίρκαγιας έχει τη νοσταλγία του… κάποτε. Αρκετοί είναι αυτοί που του γυρνούν την πλάτη καθώς η εμπλοκή των δήμων στη διοργάνωση του έχει αφαιρέσει πολλά παραδοσιακά στοιχεία (πλέον στήνονται εξέδρες και μικροφωνικές εγκαταστάσεις).
Σε κάθε περίπτωση πάντως, για τους ελληνόφωνους κυρίως του νομού Τραπεζούντας πρόκειται για ένα σημείο συνάντησης, ένα ετήσιο γεγονός ιδιαίτερης σημασίας. Και δεν τους πτοεί ούτε η (πολύ ισχυρή) πιθανότητα οι καιρικές συνθήκες να μην είναι οι καλύτερες – είναι εκεί με κρύο, βροχή ή και ομίχλη, τη γνωστή δείσα των παρχαριών.
Παλιά, θυμούνται οι Τονιαλήδες, στα καφενεία των χωριών της Τόνιας το βράδυ της Τετάρτης έκαναν μουχαπέτ’, κάτι σαν «ζέσταμα» για το γλέντι που θα ακολουθούσε.
Την Πέμπτη το πρωί έπαιρναν τον λυράρη (κάθε χωριό τον δικό του), ψώνιζαν φαγητά και ρακή και χορεύοντας πήγαιναν στο παρχάρι με τα πόδια. Ποδαρόδρομος για 6, 7, ίσως και περισσότερες ώρες. Σε κάθε χωριό και οικισμό από τον οποίο περνούσαν έστηναν γλέντι· γλέντι έστηναν και το βράδυ που έφταναν στον προορισμό τους.
Τους φιλοξενούσαν σε σπίτια, 10-15 άτομα κοιμόντουσαν μαζί, άλλοι περνούσαν τη νύχτα στην ύπαιθρο, βουνίσιοι γαρ.
Αχανής έκταση το παρχάρι, την Παρασκευή το πρωί κάθε χωριό κατέβαινε στο κέντρο της αλάνας, εκεί όπου βρίσκεται ο κύκλος του χορού.
Λύρες, νταούλι και ζουρνάς τα όργανα, κι ένας κύκλος χωρίς αρχή και τέλος, χωρίς πρωτοχορευτή. Αυτή είναι και η ιδιαιτερότητα: Δεν γίνονται μικρότεροι κύκλοι, όσοι δεν επιθυμούν να χορέψουν απομακρύνονται από αυτόν, δεν υπάρχουν «πρωταγωνιστές», και μόνο το στιλ ξεχωρίζει τους καλούς χορευτές. Υπήρχε ακόμα και ένας… ραβδούχος που τους έβαζε σε τάξη ώστε να σχηματίσουν τον τέλειο κύκλο.
«Εσύ χορεύεις και ο λυράρης μπορεί να περάσει από δίπλα σου μετά από 10-15 λεπτά. Παίρνουμε τη μουσική από το ρυθμό του ποδιού, σε έναν κύκλο που μπορεί να είναι 100-200 μέτρα», αναφέρουν όσοι έχουν ζήσει από κοντά το πανηγύρι της Κατίρκαγιας.
Μακριά από την… πίστα, όπου οι σκοποί είναι αυστηρά τίκ’ διπλό και τρομαχτόν, στήνονται πάγκοι που πουλάνε κυριολεκτικά τα πάντα. Μέσα στη μέρα ο κόσμος σπάει και δημιουργεί τις δικές του παρέες (συνήθως ανά χωριό), και με τον λυράρη κάνει μουχαπέτ’ ή στήνει χορό. Αργότερα κάποιοι ξανακατεβαίνουν στον κύκλο, κι αυτό το πηγαινέλα συνεχίζεται όλη τη μέρα.