Το κλαίος ή η κλαίη, αλλού η κλαίση (στην Τρίπολη, π.χ.), και στον πληθυντικό τα κλαίητα, τα κλαίτα, τα κλαίοτα, τα κλιάτα.
Όλες αυτές οι λέξεις χρησιμοποιούνταν για να εκφράσουν το απλό κλάμα, αλλά ακόμη περισσότερο το θρήνο – είτε λόγω ενός πονεμένου έρωτα είτε γενικά για τα βάσανα της ζωής.
Οι στίχοι τραγουδιών με θέμα το κλαίος είναι πάμπολλοι, αλλά δεν πάνε πίσω και οι σχετικές παροιμίες της ποντιακής διαλέκτου. Ενδεικτικός ο στίχος:
Ευρίσκω κλαίσην κλαίω σε, λύπην εσέν λυπούμαι
ή οι παροιμίες
Το πολλά το γέλος έχει και κλαίος
[μετά το πολύ γέλιο ακολουθεί κλάμα]
Η κλαίη την κλαίη φέρει
[πρόληψη κατά την οποία το παρατεινόμενο πένθος προκαλεί και άλλο ατύχημα]
Τ’ ορφανόν το πουλίν ’ς σην κλαίην μαθεμένον έν’
[για τον άνθρωπο που έχει συνηθίσει στη δυστυχία και τη θλίψη]
Στην τελευταία παροιμία βάσισε ο Διογένης Αϊνατζής το τραγούδι του «Σην κλαίη μαθεμένον», το οποίο μάλιστα περιγράφει ως «ένα πονεμένο τραγούδι ανιδιοτελούς αγάπης που δεν εκτιμήθηκε».
Εγώ είμαι -ν- ορφανόν πουλίν,
σην κλαίην μαθεμένον,
εσέν νουνίζω πώς θα ζεις
αρ’ καρδοπονεμένον.
[πηγή: pontianlyrics.gr]